του Βασίλη Παπαναστασούλη
Κάθειρξη 14 ετών επέβαλε το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης σ' έναν 50χρονο ομογενήο οποίος κρίθηκε ένοχος για ηθική αυτουργία στην εκτέλεση ενός ηγέτη εγκληματικής οργάνωσης στη Ρωσία. Επιφανές μέλος της ελληνικής ομογένειας, με φιλανθρωπικό έργο, ο κατηγορούμενος υποστηρίζει ότι έπεσε θύμα δίωξης λόγω της καταγωγής, της θρησκευτικής του πεποίθησης και της επιχειρηματικής του δραστηριότητας.
Δύο απ' τους μάρτυρες υπεράσπισης κατέθεσαν στο δικαστήριο ότι o 50χρονος είναι νομικός, Έλληνας της διασποράς που διαθέτει τη 2η μεγαλύτερη επιχείρηση στην πόλη Καζάν. Συγκεκριμένα είναι ιδιοκτήτης εμπορικού κέντρου με μαγαζιά (καφέ- μπαρ, εστιατόρια κ.α) που δημιούργησε επί ΕΣΣΔ. Το 1999 ήρθε στην Ελλάδα και πήρε την ελληνική υπηκοότητα.
Όπως ισχυρίστηκαν στο Καζάν υπάρχουν 120 άτομα- μέλη ελληνικών οικογενειών και οι υπόλοιποι κάτοικοι είναι Τάταροι- μουσουλμάνοι, σε ποσοστό 99%. Οι τοπικές αρχές, έβαλαν στο μάτι τον Έλληνα ομογενή επειδή είναι Χριστιανός Ορθόδοξος και απειλούσαν τον ίδιο και την οικογένεια του θέλοντας να του πάρουν την επιχείρηση και την περιουσία.
Πρόκειται για σεβαστό επιχειρηματία που βοήθησε τους Έλληνες της διασποράς. Συνέβαλε στην ανάπλαση της παραλίας στην πόλη Ανάπα – τουριστικό θέρετρο της Μαύρης Θάλασσας- σύμφωνα με τα ελληνικά πρότυπα. Από το 2005 βρίσκεται μόνιμα στην Ελλάδα (σε πόλη της δυτικής Μακεδονίας) όπου διατηρεί επιχείρηση- φάρμα με ζώα που εκτρέφονται για την εκμετάλλευση της γούνας τους.
Με τη συνδρομή διερμηνέα της ρωσικής γλώσσας, στην απολογία του, ο 50χρονος ομογενής ανέφερε ότι υπέστη πόλεμο και αναγκάστηκε να φύγει." Είπα ότι δε θέλω άλλο αυτή τη ζωή για τα παιδιά μου και αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα. Όλη η οικογένεια μου βρίσκεται εδώ εκτός από τον αδελφό μου που συνεχίζει την επιχείρηση μου, στο Καζάν" κατέθεσε στο δικαστήριο.
Η υπεράσπιση
Οι συνήγοροι Αλεξάνδρα Μαύρου – Τσάκου και Δημήτριος Τσάκος ανέφεραν, για τον εντολέα τους, ότι είναι ιδρυτής σωματείου ελληνικής αυτονομίας. Διατέλεσε πρόεδρος σε όμιλο Ελλήνων επιχειρηματιών, με την επωνυμία "Μέγας Αλέξανδρος", που ασχολούνται με την ανάδειξη της ελληνικής καταγωγής και παράδοσης. Παρείχε φιλανθρωπικό έργο και βοήθησε πολύτεκνες οικογένειες.
Προσκόμισαν μεταξύ άλλων σχετική βεβαίωση με υπογραφές του πρύτανη κι ενός καθηγητή πανεπιστημίου, του βουλευτή της Ρωσικής Δούμας ελληνοπόντιου επιχειρηματία και μεγαλομετόχου της ΠΑΕ ΠΑΟΚ Ιβαν Σαββίδη, φωτογραφίες του κατηγορούμενου από εκδηλώσεις με τον πρόξενο της Ελλάδας στη Ρωσία, τον υποπρόξενο και άλλους επισήμους.
Οι δικηγόροι σημείωσαν για τον 50χρονο ότι τον κυνηγούν από το 1995-1996 όταν έκανε μηνύσεις και αγωγή για συκοφαντική δυσφήμηση, που τελεσιδίκησε το 1997 και κέρδισε αποζημίωση 2 εκατ. ρούβλια από το ρωσικό κράτος ενώ τα χρήματα δόθηκαν ως δωρεά σε παιδικούς σταθμούς. Το 2004 έκανε αναφορά στο διευθυντή της δίωξης οργανωμένου εγκλήματος επισημαίνοντας ότι υπάρχει προβοκάτσια σε βάρος του και ότι φοβάται για τη ζωή του.
Ο Έλληνας ομογενής κατήγγειλε τα γεγονότα σε εισαγγελέα του Καζάν και στον αρμόδιο υπουργό της Ρωσικής ομοσπονδίας, ζητώντας προστασία. Το ίδιο έτος, υπέβαλε μήνυση υποστηρίζοντας ότι είναι θύμα δίωξης λόγω καταγωγής και θρησκευτικής πεποίθησης . Εξασφάλισε έκθεση της ομάδας του Ελσίνκι που έκανε λόγο για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επιπλέον ο 50χρονος κατανόμασε ως υπεύθυνο της δίωξης του, τον τοπικό αστυνομικό διευθυντή.
Οι συνήγοροι υπεράσπισης του κατηγορούμενου μάλιστα προσκόμισαν στο δικαστήριο έγγραφα και δημοσιεύματα αναφορικά με την αστυνομική διαφθορά που ανάγκασε τον Ρώσο πρόεδρο και πρωθυπουργό Ντμίτρι Μεντβέντεφ να προχωρήσει σε αναδιάρθρωση της ρωσικής αστυνομίας.
Σχετικά με το κατηγορητήριο επισήμαναν ότι οι υπόλοιποι τρεις συγκατηγορούμενοι- στην ηθική αυτουργία- για την εκτέλεση του αρχηγού μιας άλλης εγκληματικής οργάνωσης υπέστησαν βασανιστήρια για να ομολογήσουν τη συμμετοχή του Έλληνα στην πράξη που τελέστηκε στα τέλη του 2004. Ο 50χρονος έφυγε για την Ελλάδα, στις 15 Αυγούστου του 2005, μετά τη γιορτή της Παναγίας.
Το κατηγορητήριο
Συνελήφθη με ένταλμα και ζητήθηκε η έκδοση του στη Ρωσία άλλα αφέθηκε ελεύθερος ύστερα από 40 μέρες, επειδή δεν προχώρησε η διαδικασία καθώς οι ρωσικές αρχές δεν απέστειλαν τα απαραίτητα έγγραφα. Στη συνέχεια ασκήθηκε ποινική δίωξη απ' την ελληνική πλευρά που τον οδήγησε στο εδώλιο του κατηγορουμένου, με τις κατηγορίες της εγκληματικής οργάνωσης, ηθικής αυτουργίας σε ανθρωποκτονία και σε απόπειρα ανθρωποκτονίας.
Στην αγόρευσή του ο εισαγγελέας της έδρας Νικόλαος Καλλίδης επισήμανε ότι υπάρχουν συντριπτικά στοιχεία από τη Ρωσία εις βάρος του κατηγορουμένου ο οποίος προσδιορίζεται ως αρχηγός με αρμοδιότητα οικονομικού διαχειριστή, γι' αυτό έχει οικονομική επιφάνεια. Ότι οι ρωσικές ανακριτικές αρχές έκαναν καλή δουλειά και ξεδίπλωσαν την εγκληματική οργάνωση και τις υποοργανώσεις εντοπίζοντας τα μέλη τους ενώ δεν προκύπτουν βασανιστήρια για τις ομολογίες.
Ο εισαγγελικός λειτουργός ανέφερε για τον κατηγορούμενο ότι ως ηγετικό στέλεχος συναποφάσισε τη δολοφονία ενός ηγετικού στελέχους άλλης οργάνωσης, ενώ την εκτέλεση συναποφάσισαν άλλα τρία μέλη της οργάνωσης του. Το θύμα βρισκόταν, στο ίδιο αυτοκίνητο, μαζί με τον αδελφό του ο οποίος δέχτηκε πυροβολισμούς αλλά δεν πέθανε.
Τέλος, σημείωσε ότι οι καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης δεν είναι πειστικές και μπορεί να είναι υποκινούμενες, ενώ πρότεινε την ενοχή του επιφανούς ομογενή για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, για ηθική αυτουργία σε ανθρωποκτονία και την αθώωση του για την ηθική αυτουργία στην απόπειρα ανθρωποκτονίας.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης υιοθέτησε την πρόταση του εισαγγελέα καταδικάζοντας τον 50χρονο σε κάθειρξη 14 ετών, με το ελαφρυντικό της μετέπειτα καλής συμπεριφοράς. Παράλληλα, αποφάσισε η έφεση του να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα στην εκτέλεση της ποινής, υπό τους όρους της εμφάνισης σε αστυνομικό τμήμα, της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της καταβολής χρηματικής εγγύησης 10.000 ευρώ.