EFHMERIS

Thursday, July 14, 2011

Ο Βενιζέλος και ο θρησκευτικός φιλελευθερισμός

Eleftherios Venizelos (Ελευθέριος Βενιζέλος)
* «Εκαστος είναι ελεύθερος να πρεσβεύη οιονδήποτε 
 θρήσκευμα προτιμά». «Ο προσηλυτισμός απαγορεύεται»

Συμπληρώθηκαν εφέτος εξηνταπέντε χρόνια από τον θάνατο του Ελευθερίου Βενιζέλου. Με αυτή την αφορμή η Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και το νεοπαγές Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» οργάνωσαν, υπό την αιγίδα της Βουλής των Ελλήνων, τριήμερο συνέδριο στα Χανιά με θέμα «Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ως νομικός».
Στα πλαίσια του επιστημονικού αυτού συνεδρίου είχα την ευκαιρία να αναπτύξω εισήγηση αφιερωμένη στο νομοθετικό έργο του Βενιζέλου στο πεδίο του εκκλησιαστικού δικαίου και γενικότερα στη συμβολή του στα εκκλησιαστικά πράγματα της εποχής του. Η αναφορά, μεταξύ πολλών άλλων, στον θρησκευτικό φιλελευθερισμό του μεγάλου ηγέτη παρουσιάζει νομίζω ευρύτερο ενδιαφέρον.
Τον θρησκευτικό του φιλελευθερισμό ο Βενιζέλος διατύπωσε σαφώς ήδη κατά τις συζητήσεις του Συντάγματος της Κρητικής Πολιτείας του 1907. Αντέκρουσε τότε σθεναρώς την άποψη εκείνων που ζητούσαν να επιβάλουν ως επίσημη θρησκεία της Κρητικής Πολιτείας την Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία. Ας σημειωθεί, ότι το Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας του 1899 δεν περιείχε σχετική διάταξη. Στο άρθρο 10 απλώς διαλάμβανε ότι «έκαστος είναι ελεύθερος να πρεσβεύη οιονδήποτε θρήσκευμα προτιμά» και ότι «ο προσηλυτισμός απαγορεύεται».
Δεν υπάρχει βεβαίως αμφιβολία ότι στις απόψεις του αυτές ο Βενιζέλος επηρεάσθηκε από το γεγονός της παρουσίας σημαντικής μουσουλμανικής μειονότητας την εποχή εκείνη στην Κρήτη. Από τα απογραφικά στοιχεία που διασώζονται φαίνεται ότι στον συνολικό πληθυσμό της Κρήτης οι μουσουλμάνοι ήταν το 25%-30% περίπου, ενώ στις μεγάλες πόλεις, όπου συγκεντρώνονταν για λόγους ασφαλείας, ήταν κάποιες φορές περισσότεροι από τους Χριστιανούς. Δεν ήταν όμως μόνον αυτό.
Ο θρησκευτικός φιλελευθερισμός του Βενιζέλου διαπνέει την πολιτική του και στις επόμενες περιόδους πολιτικής δράσεως, αποτελεί επομένως βασική παράμετρο των πολιτικών του πεποιθήσεων και τον θεωρεί αναγκαία προϋπόθεση για την εθνική αποκατάσταση, η οποία θα ήταν επόμενο να συμπεριλαμβάνει στους κόλπους της αλλοδόξους και αλλοθρήσκους.
Αξίζει ίσως η παράθεση ενός σύντομου αποσπάσματος από τη σχετική ομιλία του Βενιζέλου στη Β' Συντακτική Συνέλευση των Κρητών, το 1906, που εξακολουθεί να είναι ακόμη, ένα σχεδόν αιώνα αργότερα, εξαιρετικά επίκαιρη:
«Πώς δύνασθε...», λέγει ο Βενιζέλος, «ταράττοντες την θρησκευτικήν συνείδησιν των πολλών, να ισχυρίζεσθε ότι η έννοια του Ελληνισμού ταυτίζεται προς την έννοιαν της Ορθοδοξίας; Αλλά πώς, κύριοι πληρεξούσιοι, παραγνωρίζομεν ότι η ανακήρυξις τοιούτων δογμάτων περιορίζει το μέγα όνειρον του Ελληνισμού; Πώς δεν αναγνωρίζομεν ότι το εθνικόν μέλλον το συντρίβομεν, καθ' ην στιγμήν ερχόμεθα να ανακηρύξωμεν ότι εις τους κόλπους του Ελληνισμού δεν δύνανται να χωρήσουν παρά οι πρεσβεύοντες το Ορθόδοξον Ανατολικόν δόγμα; Ποίος δεν γνωρίζει ότι, αν ταχέως ή βραδέως, πρόκειται να πληρωθώσι τα εθνικά μας όνειρα, εις την Ελλάδα του μέλλοντος πρόκειται να περιλαμβάνωνται αλλόθρησκοι και αλλόδοξοι πληθυσμοί; Πώς δεν εννοείτε, ότι κεφαλαιώδες συμφέρον του Ελληνισμού είναι να διακηρύξη ότι η έννοια αυτού είναι τόσον ευρεία και τόσον άσχετος προς τα θρησκευτικά δόγματα, ώστε εις την έννοιαν αυτήν δύναται να χωρήσωσιν όχι μόνον οι πρεσβεύοντες τα του Χριστού δόγματα, αλλά και οι πρεσβεύοντες τα δόγματα πάσης άλλης γνωστής ή αγνώστου θρησκείας;».
Τελικώς δεν έγινε δεκτή η διατύπωση περί «επίσημης θρησκείας» και στο Σύνταγμα της Κρητικής Πολιτείας του 1907 υιοθετήθηκε η διατύπωση του Συντάγματος του Ελληνικού Βασιλείου του 1844/1864, τροποποιημένη αναλόγως, ότι δηλαδή «η επικρατούσα θρησκεία εν Κρήτη είναι η της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού εκκλησίας».
Ο Βενιζέλος, ο οποίος έκανε πραγματικότητα την Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών και στον οποίο οφείλουμε, με εξαίρεση τα Δωδεκάνησα, τον σημερινό πολιτικό χάρτη της Ελλάδας, είναι αναμφιβόλως υπεράνω κάθε εθνικής υποψίας... Θα πρέπει λοιπόν οι λόγοι του αυτοί να προβληματίσουν ιδιαιτέρως όσους, ηθελημένα ή αθέλητα, υποθάλπουν τον φανατισμό, την ξενοφοβία και τη μισαλλοδοξία.
Ο κ. Ιωάννης Μ. Κονιδάρης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.



No comments:

Post a Comment