EFHMERIS

Monday, May 19, 2014

19 ΜΑΙΟΥ ημερα Εθνικης μνημης. Γενοκτονια Των Ελληνων του Ποντου και της Ανατολίας

Kovridis Giwrikas
ΚΟΒΡΙΔΗΣ ΓΙΩΡΙΚΑΣ


Διάσπαρτες αφηγήσεις, όσα κρατάει ο νους, όσα μπορεί και θέλει να συγκρατήσει. Νωπές είναι οι αναμνήσεις, αδιάψευστα τα στοιχεία και οι καταθέσεις των προσφύγων, εκείνων που μόλις είχαν γλιτώσει από του Χάρου τα δόντια. Σημερα όλοι ανα τον κοσμο Ελληνες στηρίζουν το αίτημα που τόσο έχει βραδύνει: να αναγνωριστεί η γενοκτονία του Μικρασιατικού Ελληνισμού και να καταδικαστεί η Τουρκία έτσι όπως καταδικάστηκε στην ιστορική συνείδηση της ανθρωπότητας και η ναζιστική Γερμανία... Περα ομως απο την ψυχρη και αντικειμενικη κριτικη πανω στα γεγονοτα, την επισημανση ευθυνων και λαθων, εχουμε καθηκον,στα πλαισια αυτου του γιορτασμου Μνημης με την συμπληρωση 90 χρονων απο τοτε, να φερουμε στην μνημη ολους τους προγονους, που τους σκεπαζει η γη του ποντου και που σταθηκαν επι αιωνες πιστοι στις παραδοσεις.Να τους δωσουμε ιερη υποσχεση, οτι και εξω απο το χωρο της Ελλαδας, εμεις οι απογονοι τους θα συνεχισουμε την παραδοση εκεινων. Με την υποσχεση οτι, Καθε χρόνο, 19 του Μαΐου θα Στρέφουμε Ευλαβικά τη μνημη μας προς αυτους. Η αγαπη μας θα κραταει παντα θερμά τη δικη τους ΜΝΗΜΗ. 
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΒΡΙΔΗΣ ,Υπεύθυνος του Ποντιακού προγράμματος στο ΡΑΔΙΟ ΕΛΛΑΣ-3ΧΥ,ΜΕΛΒΟΥΡΝΗΣ


Photo

Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΣΤΟ ΜΠΕΙΑΛΑΝ. 
 ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΑΒΒΑ ΚΑΤΑΡΤΖΗ 
 "Τα χαράματα, στις 16 Φεβρουαρίου 1922, ημέρα Τετάρτη, μια εφιαλτική είδηση, ότι οι τσέτες του Τοπάλ Οσμάν έρχονται στο χωριό, έκανε τους κατοίκους τρομάξουν και ν' αναστατωθούν. Οι άντρες, όσοι βρίσκονταν τη νύχτα στο χωριό, βιάστηκαν να φύγουν στο δάσος... Αλλοι άντρες που είχαν κρυψώνες σε σπίτια σε σπίτια και σε σταύλους, τρύπωσαν σ' αυτές και καμουφλαρίστηκαν έτσι που να μην τους υποπτευθεί κανείς. Τα γυναικόπαιδα και οι γέροι κλείστηκαν στα σπίτια και περίμεναν με καρδιοχτύπι να δούν τι θα γίνει... Δεν πέρασαν παρά λίγα λεπτά κι' οι τσέτες , περισσότεροι από 150 έμπαιναν στο χωριό κραυγάζοντας και πυροβολώντας. Τους ακολουθούσαν τούρκοι χωρικοί από τα γειτονικά χωριά. Αυτούς τους είχαν μυήσει στο εγκληματικό σχέδιο τους και τους κάλεσαν για πλιάτσικο. Μόλις μπήκαν οι συμμορίτες στο χωριό, η ατμόσφαιρα ηλεκτρίστηκε και ο ορίζοντας πήρε τη μορφή θύελλας που ξέσπασε άγρια. Με κραυγές και βρισιές, βροντώντας με τους υποκοπάνους τις πόρτες και τα παράθυρα, καλούσαν όλους να βγουν έξω από τα σπίτια και να μαζευτούν στην πλατεία- αλλοιώς απειλούσαν, θα δώσουν φωτιά στα σπίτια και θα τους κάψουν. Όταν πια όλα τα γυναικόπαιδα κ' οι γέροι μαζεύτηκαν στην πλατεία, οι τσέτες έβαλαν μπρός την δεύτερη φάση της σατανικής τους επιχείρησης. Διάταξαν να περάσουν όλοι στα δίπατα σπίτια, που βρίσκονταν στην πλατεία και τα είχαν διαλέξει για να ολοκληρώσουν τον εγκληματικό τους σκοπό. Η απροθυμία, που έδειξε το τραγικό αυτό κοπάδι των μελλοθανάτων να υπακούσει στην διαταγή, γιατί ήταν πια ολοφάνερο ότι όλους τους περίμενε ο θάνατος, εξαγρίωσε τους συμμορίτες που βιάζονταν να τελειώσουν γρήγορα την μακάβρια επιχείρηση. Και τότε, σαν λυσσασμένα θεριά, ρίχτηκαν στις γυναίκες, τα μωρά και τους γέρους, και με γροθιές, με κοντακιές και κλωτσιές έχωσαν και στρίμωξαν στα δύο σπίτια τα αθώα και άκακα αυτά πλάσματα, που ο αριθμός τους πλησίαζε τις τρεις εκατοντάδες. Κι' όταν, έτσι, ήταν σίγουροι πως δεν έμεινε έξω κανένας, σφάλισαν τις πόρτες, ενώ ο άγριος αλαλαγμός από τα παράθυρα, οι σπαραξικάρδιες κραυγές, το απελπισμένο κλάμα κι' οι βοερές ικεσίες για έλεος και βοήθεια, σχημάτιζαν μια άγριας τραγικότητας μουσική συναυλία, που ξέσκιζε τον ουρανό κι' αντιβούϊζε στα γύρω βουνά και δάση... Και τώρα δεν έμενε παρά η τρίτη και τελική φάση της πατριωτικής... επιχείρησης των θλιβερών ηρώων-συμμοριτών του Τοπάλ Οσμάν. Δεν χρειάστηκαν παρά μια αγκαλιά ξερά χόρτα και μερικά σπασμένα πέταυρα (χαρτόματα) ν' ανάψει η φωτιά. Και σε λίγο τα δύο σπίτια, έγιναν πυροτέχνημα και ζώστηκαν, από μέσα κι' απ' έξω, από πύρινες γλώσσες και μαυροκόκκινο καπνό. Το τί ακολούθησε την ώρα εκείνη δεν περιγράφεται. Οι μητέρες τρελαμένες, έσφιγγαν, αλαλάζοντας και τσιρίζοντας με όλη τη δύναμη της ψυχής τους, στην αγκαλιά τα μωρά τους, που έκλαιγαν και κράυγαζαν "μάνα, μανίτσα!". Οι κοπέλες και οι άλλες γυναίκες με τους γέρους γονείς, τα παιδιά και τους αρρώστους, κραύγαζαν και αρπάζονταν μεταξύ τους σαν να ήθελαν να πάρουν και να δώσουν κουράγιο και βοήθεια, καθώς έπαιρναν φωτιά τα μαλλιά και τα ρούχα τους κι' άρχισαν να γλύφουν το κορμί οι φλόγες. Κραυγές, που ξέσκιζαν το λαρύγγι και τ' αυτιά, φωνές μανιακές και κλάματα βροντερά, άγρια ουρλιαχτά ανθρώπων, που έχασαν από τρόμο και πόνο τα μυαλά τους, χτυπήματα στα στήθη, στον πυρακτωμένο αέρα και στους τοίχους - χαλασμός κόσμου, ένα ζωντανό κομμάτι από την κόλαση στη γη! Αυτή την εφιαλτική εικόνα παρίσταναν, τα πρώτα λεπτά, τα δύο σπίτια που τα είχαν αγκαλιάσει οι φλόγες. Μερικές γυναίκες και κοπέλες στον πόνο, την φρίκη και την απελπισία τους, δοκίμασαν να ριχτούν από τα παράθυρα, προτιμώντας να σκοτωθούν πέφτοντας κάτω ή με σφαίρες από όπλο, παρά να υποστούν τον φριχτό θάνατο στην φωτιά. Οι τσέτες που απολάμβαναν με κέφι και χαχανητά το μακάβριο θέαμα, έκαναν το χατήρι τους - πυροβόλησαν και τις σκότωσαν. Δεν κράτησε πολλά λεπτά, αυτή η σπαραξικάρδια οχλοβοή, από τους αλαλαγμούς, τις άγριες κραυγές, τα τσουχτερά ξεφωνητά και το ξέφρενο κλάμα. Στην αρχή ο τόνος της οχλοβοής ανέβηκε ψηλά, ως που μπορούν να φτάνουν κραυγές, ξεφωνητά και ξελαρυγγίσματα από τρεις περίπου εκατοντάδες ανθρώπινα στόματα. Γρήγορα όμως ο τόνος άρχισε να πέφτει, ως που μονομιάς κόπηκαν κι' έσβησαν οι φωνές και το κλάμα. Κι' ακούγονταν μόνο τα ξύλα, που έτριζαν από τη φωτιά και οι καμένοι τοίχοι και τα δοκάρια, που έπεφταν με πάταγο πάνω στα κορμιά, που κείτονταν τώρα σωροί κάρβουνα και στάχτη κάτω στο δάπεδο, στα δύο στοιχειωμένα σπίτια το Μπεϊαλάν".

Photo

 ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΦΙΛΑΝΔΡΟΥ. 
 ΒΟΥΛΕΥΤΟΥ. 8 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1921 

 "Αι γραίαι και οι γέροντες διεσκορπίζοντο τότε εις τας ερήμους, όπου γυμνοί, άστεγοι και νήστεις σωρηδόν απέθνησκον. Αλλά και οσάκις την μακράν πεζοπορίαν διεδέχετο η διά του σιδηροδρόμου μεταβίβασις των ειλώτων, εξετυλίσσοντο σκηναί φρικτοτέρας τραγωδίας. Εσταμάτα το τραίνον μέσα εις την έρημον, διά να ριφθώσιν απροστάτευτα τα δυστυχή εκείνα πλάσματα εις την διάκρισιν των αγρίων θηρίων και των ανθρωπόμορφων θηρίων. Δυστυχής μητέρα, εστoιβαγμένη μετ' άλλων γυναικών εντός σκευοφόρου βαγονίου, βλέπουσα κινδυνεύον το τέκνο της από ασφυξίαν, ετόλμησε να ζητήσει βοήθεια. Παρευθύς Τούρκος χωροφύλαξ αρπάσας από την αγκάλην της μητρός το τέκνον της το εξεσφενδόνισεν εκ του παραθύρου εις το κενόν, ενώ το τραίνο εξηκολούθει τρέχον εις την απέραντην έρημον! Άλλαι μητέρες ευρέθησαν παγωμέναι εις τα χιονισμένα όρη με τα δυστυχή μικρά των κρεμασμένα από ξηρούς μαστούς


ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΠΟΙΜΕΝΙΔΗ 

 "Έβλεπα από το παράθυρο που μετέφεραν τους Ρωμιούς από το διοικητήριο προς το σχολείο. Τότε ακούστηκε μια πιστολιά και στη συνέχεια και άλλες. Φαίνεται ότι ήταν το σύνθημα και άρχισαν να ρίχνουν στο ψαχνό. Δεν άντεξα και πήγα μέχρι το κρεβάτι μου. Έκλεισα τα αυτιά μου , για να μην ακούω. Έπειτα αποκοιμήθηκα λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Την επόμενη πήγα στο παράθυρο και είδα νεκρούς που τους μετέφεραν με τα καρα. Ήταν ένα πρωινό τον Ιούνη του 1920 στο Καβάκ της Σαμψούντας και πήγαινα τότε τρίτη δημοτικού". Σαλτσίδου Βαρβάρα από Κόλοου Έρπαα, έτος γεν.1902, αφήγηση Μάρτιος 1966 . Προς τα τέλη του 1917 νομίζω, σε κάποιο κρυψώνα στο βουνό Κοτζά Ντάγ οι Τούρκοι ανακάλυψαν πολλές ομάδες κρυπτόμενων γυναικοπαίδων, άλλες τις εβίασαν, άλλες τις πήγαν εξορία όπου και χάθηκαν και άλλες τις πήγαν σαν δούλες και τις πούλησαν. Μία ομάδα γυναικών είμασταν κρυμμένες μέσα σε ένα ρέμα στο ποταμό Λύκο, έτσι το λέγανε ή Γεσίλ Ιρμάκ ή Ίρη δεν θυμάμαι, και εκεί κρυφτήκαμε κάτω από ένα καταρράκτη που είχε πίσω σπηλιά. Είδαμε τους Τούρκους να έρχονται προς την μεριά μας ακολουθώντας το ποτάμι και σε ύποπτα μέρη, πυροβολώντας για να δουν αν κάποιος βρίσκεται κρυμμένος σε θάμνους ή μέσα στις καλαμιές.Καταλάβαμε ότι το ίδιο θα γίνει και με μας αν μας ανακάλυπταν, εκεί όμως που βρισκόμασταν δεν μπορούσαν να φαντασθούν ότι πίσω από τον καταρράκτη θα υπήρχαν άνθρωποι. Αλλά είχαμε μαζί μας και μικρά παιδιά και σκεφθήκαμε, καλά όλα αυτά αν όμως κάποιο παιδί κλάψει και προδώσει την θέση μας τι θα γίνειΕίμασταν περισσότερες από 100 γυναίκες και είχαμε 8-10 παιδιά, ηλικίας 2 έως 7 χρονών και αποφασίσαμε να τα πνίξουμε μη τυχόν και κλάψει κάποιο ή μιλήσει και όταν οι Τούρκοι θα ήταν κοντά μας θα ανακάλυπταν την κρυψώνα μας και θα μας συλλάμβαναν.Τότε η κάθε μία από εμάς πήρε το παιδί της άλλης και το έπνιξε, σφίγγοντας το λαιμό του και αφήνοντας το νερό του καταρράκτη να μπει μέσα στο στόμα του. Κάποιο κοριτσάκι 6-7 χρονών όταν είδε το τι γινότανε, μας παρακάλεσε να μην της βγάλουμε από το λαιμό κάτι χαϊμαλιά που είχε και μας είπε στα τούρκικα «πενί ποορκενέ τσιτσιλεριμί τσικάρτμαγιν», δηλαδή όταν με πνίγεται να μη βγάλετε από το λαιμό μου τα χαϊμαλιά. 

 ΣΣ:Όλες είναι ζωντανές μαρτυρίες απο το ΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΚΩΣΤΑ ΦΩΤΙΑΔΗ

Photo: Greek National Day representing Opposition Leader Daniel Andrews

Το μνημείο των Ελλήνων Μελβούρνης υπερ των ηρωικά πεσόντων αγωνιστών..

No comments:

Post a Comment