Η Ελληνική Εθνική Θρησκεία, απάντησε με ανοιχτή επιστολή στον διευθυντή του βρετανικού Μουσείου, Χάρτβιχ Φίσερ, ο οποίος σε σαββατιάτικη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Τα Νέα» ενώ παραδέχεται ότι «όταν μετακινείς πολιτιστική κληρονομιά σε ένα μουσείο, τη μετακινείς εκτός πλαισίου της», ισχυρίστηκε πως «αυτή η μετατόπιση είναι και αυτή μια δημιουργική πράξη» και υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι «το Μουσείο δεν θα επιστρέψει μόνιμα τα Γλυπτά στην Ελλάδα», ενώ αποκλείει το ενδεχόμενο «επ’ αόριστον δανεισμού» και συμπληρώνει πως «όταν δανείζουμε, δανείζουμε σε εκείνους που αναγνωρίζουν την ιδιοκτησία».
Η ανοιχτή επιστολή της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας
Αγαπητέ κύριε Hartwig Fischer,
Την παρούσα εκδίδουμε μόνον στην Ελληνική. Είναι υπέροχη γλώσσα, θέλουμε να πιστεύουμε πως ήδη την γνωρίζετε. Αν όχι, σας συστήνουμε να την μάθετε και να την απολαύσετε.
Την εκδίδουμε λοιπόν, επειδή προ ημερών, διαβάσαμε περί δηλώσεώς σας, πως το Μουσείο σας δεν θα επιστρέψει μόνιμα τα γλυπτά του Παρθενώνος στην Ελλάδα, ούτε και θα τα δανείσει «επ’ αόριστον» ή υπό χρονική προθεσμία, εάν η Ελλάδα δεν αποδεχθεί ότι αυτά ανήκουν στους Βρετανούς.
Θέλουμε να σας πληροφορήσουμε, όπως και κάθε άλλον από τους πάρα πολλούς πονηρά ενδιαφερόμενους για το ως άνω ζήτημα, ότι η όλη «συζήτηση» πέρι «επιστροφής», η οποία κατ’ ουσίαν ξεκίνησε κατά την δεκαετία του 1980, είναι κυριολεκτικά στον αέρα, καθώς περιορίζεται στον τραγικά μυωπικό χριστιανικό ορίζοντα των τελευταίων τριών αιώνων.
Οι Ευρωπαίοι και Αμερικανοί χριστιανοί αρχαιοδίφες αυτών των τριών αιώνων, με την αστεία οίηση του δήθεν «προηγμένου», ενώ στην πραγματικότητα δεν ήσαν (και παραμένουν) παρά μονόφθαλμοι που μόλις είχαν δει αχνά σχήματα μέσα από την απόλυτη τύφλα μιας ολόκληρης χιλιετίας πνευματικού σκότους, όρισαν (και εξακολουθούν να ορίζουν) εντελώς λάθος την ηθική τής σχετικά «νέας» επιστήμης της Αρχαιολογίας.
Οι ιδρυτές μάλιστα, θεώρησαν όλους τους ανά τον πλανήτη αυτόχθονες πολιτισμούς ως υποδεέστερους, και λεηλάτησαν σχεδόν όλα τα αρχαιολογικά υπολείμματα, με την πρόφαση πως σε ένα μουσείο του δήθεν «προηγμένου» χριστιανικού κόσμου θα απολάμβαναν αυτά την στέγη και τον σεβασμό που τους άξιζαν.
Μιλήσαμε για λάθος ηθική βάση, υπό την έννοια πως τα πολιτισμικά δημιουργήματα ανήκουν αποκλειστικώς στις εθνικές Παραδόσεις που τα εμπνεύστηκαν και τα παρήγαγαν και είναι απαράδεκτη και αδικαιολόγητη η οποιαδήποτε απόπειρα αποσπάσεώς τους από αυτές.
Ακόμα και στην περίπτωση που αυτές οι εθνικές Παραδόσεις είναι νεκρές και ιστορικοποιημένες, τότε είναι απαράδεκτη και αδικαιολόγητη η οποιαδήποτε απόπειρα αποσπάσεώς τους από τον τόπο που τις παρήγαγε.
Πληροφοριακά, θέλουμε να σας ενημερώσουμε πως «οι άνθρωποι ανήκουν στον τόπο και όχι ο τόπος στον άνθρωπο».
Όποιος δεν το αποδέχεται αυτό, κάνει λάθος ανάγνωση της πραγματικότητας.
Θα σας μιλήσουμε όμως και για την λάθος πρακτική βάση τής σχετικά «νέας» επιστήμης της Αρχαιολογίας.
Για να σας το κάνουμε πιο συγκεκριμένο, θα σας πούμε πως ίσως μπορούσε να ευσταθήσει η δικαιολογία πως τάχα αρπάζουμε τις αρχαιότητες από τους τόπους τους επειδή εκεί κυριαρχούν πλέον άλλες κουλτούρες επικίνδυνες για τις αρχαιότητες, όμως αυτή δεν ευσταθεί για χώρες με κουλτούρες συγγενείς προς εκείνη του, κατά περίπτωση, άρπαγα.
Δεν υπάρχει δηλαδή καμμία απολύτως δικαιολογία για να βρίσκονται σήμερα αρχαιότητες από Κύπρο, Ιωνία, Ελλάδα, Βαλκανική χερσόνησο και Ιταλία, σε μουσεία της Βόρειας Ευρώπης, ακόμα και εάν αυτές έχουν απαχθεί σε παλαιότερες εποχές, ακόμα και επί Οθωμανοκρατίας (επ’ ευκαιρία, οι Οθωμανοί δεν έβλαπταν τις αρχαιότητες).
Στην τελική άλλωστε, η Βόρεια Ευρώπη, τουλάχιστον η νοτίως του Αδριανείου Τείχους και του Ρήνου, μπορεί να έχει και να απολαμβάνει τις δικές της τοπικές «ελληνορωμαϊκές» αρχαιότητες.
Μέχρι και πολύ μετά την εποχή των Αντωνίνων, αγαπητέ κ. Fischer, το Λονδίνο αφιέρωνε κανονικά, είτε σε ευθεία λατρεία είτε σε θεοκρασία, στους Θεούς των Ελλήνων και των Ρωμαίων, πολλές φορές μάλιστα στην Ελληνική.
Ξέρετε αγαπητέ κ. Fischer, αλλά και οι λοιποί όλοι σε αυτή την αστεία «συζήτηση», ποιός είναι πραγματικά ο «νόμιμος ιδιοκτήτης» όσων εξ αυτών των απηχθεισών αρχαιοτήτων έχουν θρησκευτική σημασία;
Είναι οι Θεοί για τους οποίους δημιουργήθηκαν και στους οποίους αφιερώθηκαν.
Επί του προκειμένου, τα «γλυπτά» του Παρθενώνος ανήκουν στην Θεά Αθηνά, διαχρονική προστάτιδα της πόλεως των Αθηνών από την προϊστορία έως και σήμερα.
Είναι η Θεά, την οποία τιμούμε ακόμα και σήμερα εμείς οι Έλληνες Εθνικοί, εμείς που πρεσβεύουμε την Ελληνική Εθνική Θρησκεία, την θρησκεία των προγόνων μας.
Μία θρησκεία, η οποία επέζησε μέχρι τον αιώνα μας, επιβιώσασα στην παρανομία ακόμα και στους αιώνες της πιο σκληρής και άγριας χριστιανικής καταδίωξης.
Κάντε έναν κόπο κ. Fischer, αλλά και οι λοιποί όλοι σε αυτή την αστεία «συζήτηση», και διαβάστε το άρθρο 11 της διακήρυξης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των αυτοχθόνων λαών: «έχουν το δικαίωμα να διατηρούν και να ξαναζωντανεύουν τις πολιτισμικές παραδόσεις και τα έθιμά τους.
»Αυτό περιλαμβάνει το δικαίωμα να διατηρούν, να προστατεύουν και να αναπτύσσουν τις παλιές, τις σημερινές και τις μελλοντικές εκφάνσεις των πολιτισμών τους, όπως οι αρχαιολογικοί και ιστορικοί χώροι, τα έργα τέχνης, τα διακοσμητικά στοιχεία, οι τελετές, η τεχνολογία, οι εικαστικές και παραστατικές τέχνες και η λογοτεχνία».
Μέσα στον απόλυτο παραλογισμό της χριστιανικής Αρχαιολογίας, από την μία εσείς κ. Fischer κρατάτε αιχμάλωτα στο κατά τα λοιπά αξιολογότατο και υπερενδιαφέρον Μουσείο σας, την Ιερή Διακόσμηση του Ναού μας, ενώ την ίδια στιγμή, το Ελληνικό Κράτος, διατηρεί αυτόν τον ίδιο τον Ναό ερείπιο και τον εκθέτει ως ερείπιο, κρίνοντας ότι τάχα αποτελεί αυτός εκτός από νόμιμη κρατική ιδιοκτησία (την οποία εμείς αναγνωρίζουμε), και πνευματική επίσης ιδιοκτησία του.
Και αυτό, παρά το γεγονός πως αυτό το ίδιο Κράτος θρησκεύεται έντονα και απροκάλυπτα στην ορθόδοξη εκδοχή του Χριστιανισμού και έως τώρα έχει κάνει σχεδόν τα πάντα για να εμποδίσει την πλήρη παλινόρθωση της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας.
Της θρησκείας δηλαδή που ανήγειρε αυτόν τον Ναό, τον καθιέρωσε και τον λειτούργησε επί αιώνες, μέχρι το βίαιο κλείσιμό του από τους χριστιανούς και την παράδοσή του προς χρήση από την φερτή θρησκεία τους.
Αγαπητέ κ. Fischer,
Η λατρεία της Θεάς Αθηνάς στον Παρθενώνα, καθώς επίσης και όλων των άλλων εθνικών Θεών μας στους αμέτρητους Ναούς τους, αποτελεί πολύ απλά μια πολιτισμική παράδοση την οποία εμείς οι Έλληνες, κατά την προαναφερθείσα διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών, «δικαιούμαστε να διατηρήσουμε και να ξαναζωντανεύσουμε», και βεβαίως, αυτονόητα, όποτε αποκτήσουμε την δυνατότητα, θα το πράξουμε.
Αυτά για την ώρα. Όποτε χρειαστεί, θα επανέλθουμε.