Την κρίση στην Ελλάδα δεν την έφεραν τα μνημόνια, αλλά ο κίνδυνος χρεοκοπίας λόγω των τεράστιων ελλειμμάτων στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, υποστήριξε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σε ομιλία του στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με θέμα:»Ο νέος ρόλος των κεντρικών τραπεζών και η σημασία του για την Ελλάδα».
Όπως είπε ο κ. Στουρνάρας «ο δημόσιος διάλογος που κυριάρχησε στη χώρα μας υπονοεί στην ουσία ότι τα μνημόνια έφεραν την κρίση. Αυτή όμως η θέση είναι εντελώς ψευδής και συγκαλύπτει την πραγματικότητα. Η κρίση έχει όνομα: μεγάλος κίνδυνος χρεοκοπίας του ελληνικού κράτους στο τέλος της δεκαετίας του 2000, λόγω κυρίως μιας αδικαιολόγητα επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής που εκτίναξε το έλλειμμα του προϋπολογισμού σε δυσθεώρητα ύψη, μέσω της μεγάλης αύξησης κρατικών δαπανών χωρίς συνακόλουθη αύξηση κρατικών εσόδων. Όσα επακολούθησαν, και τα μνημόνια, ήταν προσπάθειες να αποτραπεί η χρεοκοπία. Οι προσπάθειες αυτές είχαν ασφαλώς δυσάρεστες επιπτώσεις, οι επιπτώσεις όμως της χρεοκοπίας θα ήταν ανυπολόγιστες».
Σύμφωνα με τον ίδιο αυτό «συνέβαλε στο να μην υιοθετηθεί από την κοινή γνώμη η αναγκαιότητα ριζικών μεταρρυθμίσεων, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να είναι η μόνη από τις τέσσερις χώρες της ευρωζώνης, οι οποίες υπήχθησαν σε μνημόνια, που παραμένει ακόμη σε μνημόνιο».
Ο Γ. Στουρνάρας τόνισε ότι στην Ελλάδα, η κεντρική τράπεζα, η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) ακολούθησε τις διεθνείς τάσεις και προσαρμόστηκε σταδιακά στα νέα δεδομένα. Μάρτυς των αλλαγών οι αναθεωρήσεις του Καταστατικού της και οι νέες διατυπώσεις που κάθε φορά ορίζουν με σαφήνεια τους σκοπούς και τα μέσα της. Οι δύο σημαντικότερες αλλαγές που πρέπει να επισημανθούν είναι, πρώτον, η κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της, η οποία ήταν προϋπόθεση για τη δεύτερη σημαντική μεταβολή, την ένταξη της ΤτΕ στο Ευρωσύστημα. Είπε ακόμα ότι στην Ελλάδα ειδικότερα, η κρίση δεν ξεκίνησε από το τραπεζικό σύστημα, όπως συνέβη σε άλλες χώρες. Αντίθετα, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα υπέστη τις συνέπειες μιας μεγάλης δημοσιονομικής κρίσης, η οποία επηρέασε το σύνολο της οικονομίας και απείλησε τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Για τα capital controls ο κεντρικός τραπεζίτης τόνισε ότι «η τραπεζική αργία και η επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και στις τραπεζικές συναλλαγές συγκράτησαν τις εκροές καταθέσεων και τη φυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό. Οι στρεβλώσεις όμως που επέφεραν στις αγορές κεφαλαίων, αγαθών και υπηρεσιών έχουν έμμεσες επιπτώσεις, που δεν μπορούν ακόμη να αποτιμηθούν με ακρίβεια. Από την άλλη πλευρά, βεβαίως, οι περιορισμοί ενθάρρυναν τη χρήση ηλεκτρονικού χρήματος. Ήδη υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η διευρυμένη χρήση ηλεκτρονικού χρήματος έχει θετικές επιδράσεις στην ιδιωτική κατανάλωση αλλά και στα φορολογικά έσοδα λόγω της συρρίκνωσης της άτυπης οικονομίας.
ΠΗΓΗ: ΠΡΩΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΑΒΑΛΟΣ