Αναλαμβάνοντας πλήρως τις ευθύνες που του αναλογούν ο Πέτρος Κωστόπουλος αποκαλύπτει σε συνέντευξή του στο «Πρώτο Θέμα», πώς η ΙΜΑΚΟ έφτασε στο τέλος και ο ίδιος έπαθε κλινική κατάθλιψη μέσα σε μια μέρα, δηλώνοντας μάλιστα με πίκρα πως γιορτάζει ένα χρόνο αντικαταθλιπτικών.
Φινάλε; «Ξέρεις κάτι, κάπου μου αρέσει που ζούμε το τέλος μιας εποχής. Είναι μάλλον η ώρα να ξαναβαφτιστούμε σε άλλη νοοτροπία. Να ξεκολλήσουμε από τον πάτο. Ό,τι μάθαμε μετά τη μεταπολίτευση πρέπει να ενταφιαστεί. Είναι άρρωστα όλα, και πολιτικά και lifestyle. Έτσι χάνουμε το μέλλον κάθε μέρα που περνάει. Και δεν θέλω τα παιδιά μας να το ζήσουν αυτό».
«Καταρχήν, φταίω εγώ. Γιατί, όταν κανείς φτιάχνει επιχείρηση, πρέπει να τη δομεί με τρόπο που να αντέχει σε σκληρές συνθήκες. Αυτό δεν έγινε στην ΙΜΑΚΟ, γιατί υπήρχε η εφορία των 90s. Παρασύρθηκα σε δαπάνες που δεν έπρεπε να έχουν γίνει».
Παρότι αποδέχεσαι τις ευθύνες σου, εκφράζεις πίκρα. Επειδή σου την πέσανε αναίτια, επειδή έχεις αδικηθεί, επειδή δεν σε αντιμετώπισαν με αξιοπρέπεια και σεβασμό;
«Βγάζω πίκρα για έναν και απλό λόγο. Εξαιτίας μου -και επέτρεψέ μου μια φορά σ’ αυτή τη συνέντευξη να μιλήσω λίγο καβαλημένα- χτίστηκε μια τεράστια βιομηχανία που δεν υπήρχε πριν. Χιλιάδες άνθρωποι εμφανίστηκαν από το πουθενά, γραφιάδες, χαρτάδες, φωτογράφοι, τυπογράφοι, γραφίστες, στυλίστες, ντισκ-τζόκεϊ και πάει λέγοντας, καθώς χιλιάδες θέσεις εργασίας χτίστηκαν γύρω από την επιτυχία του «ΚΛΙΚ», του «ΜΕΝ», του «DIVA» και του ΚΛΙΚ FΜ. Πριν υπήρχαν περιοδικά μόνο με λόγια και σκίτσα. Κοιτάξτε τη «ΓΥΝΑΙΚΑ» του 1986, που ήταν το πιο μοντέρνο περιοδικό τότε, και θα καταλάβετε. Ήρθα σαν UFO από Παρίσι και Βρυξέλλες το ’86, συνάντησα ένα άλλο UFO, αλλά εξαιρετικά δημιουργικό εκδότη, τον Άρη Τερζόπουλο, και αρχίσαμε να παράγουμε περιοδικά τα οποία, τώρα που το ξανασκέφτομαι, ήταν μάλλον για άλλη χώρα. Ή, τέλος πάντων, για την Ελλάδα που εκείνη τη στιγμή έπρεπε να βγει από τις μπουάτ, τα κόμματα, τη μιζέρια και τις ταβέρνες χωρίς εξαερισμό. Από την παραγωγική προσπάθεια εκείνης της εποχής δεν τροφοδοτήθηκαν μόνο τα άλλα περιοδικά. Από αυτήν τροφοδοτήθηκαν οι εφημερίδες που έκαναν έντυπα που έμοιαζαν ή αντέγραφαν τα δικά μας, ενώ τότε η τηλεόραση άρχισε να στήνει εκπομπές «περιοδικού» χαρακτήρα. Γι’ αυτό πιστεύω ότι δεν αξίζει μια άγρια αντιμετώπιση από όλες τις μεριές σε κάποιον που επί 25 χρόνια έφτιαξε και έδωσε δουλειές, ενώ ήταν πάντα άψογος μέχρι την ώρα που έσκασε η κρίση. Υπολογίζω ότι γύρω από αυτή τη βιομηχανία έβγαλαν λεφτά πάνω από 10.000 άνθρωποι διαφόρων επαγγελμάτων και ειδικοτήτων. Σήμερα επιχειρηματικά μού χρωστάνε όσα χρωστάω, αλλά δεν έστειλα κανέναν σ’ αυτούς που μου οφείλουν να τους ξηλώσει το μαγαζί ή το σπίτι…».
-«Ξεκινήσαμε το 1987 να παράγουμε περιοδικά για να ξεφύγουμε από τη μιζέρια και την κατάντια της Μεταπολίτευσης. Μετά, το 1995 καταλήξαμε σαν λαός σε νούμερα επιδειξιομανίας. Σαν άτομο, μπήκα κι εγώ σε αυτή τη γυφτιά. Ήθελα να έχω γρήγορο αυτοκίνητο, τζιπ, ωραίο σπίτι, ξεχνώντας από πού ερχόμουν. Όμως το θεωρώ και δικαίωμα μου. Δεν τα έφαγα από κανέναν. Στη Μύκονο, μετά το 1995 άρχισαν να πλακώνουν όλοι. Νεοκοσμικοί, νεόπλουτοι, όλα τα νούμερα της χώρας, οι βίζιτες, οι της προσκολλήσεως, και οι καραγκιόζηδες των πλουσίων. Σύμβολο ολονών τους ήταν το πόσο υψηλό λογαριασμό θα πλήρωναν στα εστιατόρια, κι εκεί μάσησα και είμαι απαράδεκτος γι’ αυτό. Γιατί με τα χρόνια η ατμόσφαιρα έγινε εμετική, κι εγώ μέρος του θιάσου».
-«Πέρυσι τέτοιες μέρες κατάλαβα ότι η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη. Θυμάμαι όταν μου το ανακοίνωσε ο οικονομικός μου διευθυντής, έπαθα ψυχολογικό breakdown. Σε όλη μου τη ζωή δεν ήξερα τι είναι η κατάθλιψη, παρότι είχα χίλιους φίλους γιατρούς. Νόμιζα ότι ήταν μία μεγάλη στενοχώρια που, μετά από λίγο καιρό, σου περνάει. Έπαθα κλινική κατάθλιψη μέσα σε μία μέρα. Με έπιασε τρόμος, φόβος για κάθε τηλέφωνο που χτύπαγε, δε μπορούσα να σηκωθώ απ’ το κρεβάτι και κρυβόμουν κάτω απ’ τα σκεπάσματα. Δεν μπορούσα να ανέβω σκάλες γιατί ο εγκέφαλός μου δεν επικοινωνούσε με τα πόδια μου. Ξάπλωνα με τις ώρες στο πάτωμα τραβώντας βαθιές ανάσες και έβλεπα το γκρεμό μπροστά μου κάθε δευτερόλεπτο».
-«Η Τζένη έπαθε πλάκα, βλέποντας τον άντρα της μετά από 18 χρόνια γάμου να είναι σαν σκιαγμένο κουνέλι. Αυτές τις μέρες μπορώ να γιορτάσω τα γενέθλια ενός χρόνου αντικαταθλιπτικών. Λέω να οργανώσω πάρτι με Ζάναξ!»
Δημοσιεύτηκε: Κυριακή, 26 Φεβρουαρίου 2012 18:46 στον ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟ Θεσσαλονίκης