Άραγε τρελάθηκαν όλοι στην Ευρώπη και για μια ακόμη φορά επιθυμούν και επιδιώκουν το κακό της Ελλάδας; Στην οικονομική πλευρά της ιδιομορφίας μας, οι Ευρωπαίοι αρνούνται ότι έχουμε το δικαίωμα να διατηρούμε το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος σε σχέση με το ΑΕΠ και παράλληλα να δημιουργούμε ελλείμματα, ενώ θα επιβιώνουμε χάρη σε νέα δάνεια, που θα μας παρέχουν οι δανειστές μας εσαεί και χωρίς κανένα όρο ή προϋπόθεση. Γιατί αυτό δε σημαίνει η άρνηση ή η ανικανότητά μας να προωθήσουμε μεταρρυθμίσεις, που θα κάνουν πάγιο χαρακτηριστικό την αποδέσμευση ενός πρωτογενούς πλεονάσματος στον ελληνικό προϋπολογισμό; Αυτό δε σημαίνει, επίσης, η άρνησή μας ή η ανικανότητά μας να προχωρήσουμε τάχιστα σε ιδιωτικοποιήσεις, που θα σημάνουν το τέλος της εποχής τους «κράτους μπακάλη» και θα δημιουργήσουν ευκαιρίες για επενδύσεις, ανάπτυξη και νέες απασχολήσεις;
Ας έρθουμε τώρα στον τομέα της ελεύθερης διακίνησης των προσώπων. Η Συνθήκη του Σένγκεν δημιουργούσε για πρώτη φορά στη σύγχρονη Ευρώπη ένα τεράστιο χώρο όπου οι πολίτες θα μπορούσαν ελεύθερα να μετακινούνται, να εργάζονται και να εγκαθίστανται. Η Συνθήκη δημιουργούσε τις προϋποθέσεις για την εμφάνιση ενός ιστορικού πρωταγωνιστή, του Ευρωπαίου που θα ήταν στην ουσία υπερεθνικός. Στο μεταξύ, η ελεύθερη διακίνηση των κεφαλαίων και ένα πλήθος από οικονομικές δραστηριότητες, που απαιτούν συχνές προσωπικές επαφές, θα ανθούσαν.
Η απόλυτη, όμως, ελευθερία κίνησης στο εσωτερικό του Σένγκεν, προϋπόθετε τη διαχείριση ενός σύγχρονου προβλήματος, που παίρνει συνεχώς μεγαλύτερες διαστάσεις και θα είναι ασφαλώς, αν όχι το κύριο, ένα από τα κύρια προβλήματα του μέλλοντος. Στις χώρες που δεν έχουν ενσωματωθεί, εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι ή δε βρίσκουν δουλειά ή εισπράττουν εξωφρενικά χαμηλή αμοιβή σε σχέση με τις υπηρεσίες που προσφέρουν και με τις ελάχιστες αμοιβές που έχουν καθιερωθεί στον αναπτυγμένο κόσμο για τους μισθωτούς. Για παράδειγμα στην Ελλάδα, που έχει ένα απ’ τα χαμηλότερα επίπεδα αμοιβής στην Ενωμένη Ευρώπη, δεκάδες χιλιάδες Πακιστανοί και Ινδοί, που συνήθως έχουν κάνει μέσες ή ανώτερες σπουδές, μιλούν αγγλικά και έχουν κάποια εξειδικευμένη επαγγελματική προπαίδεια, είναι πρόθυμοι να εργαστούν στη μαύρη αγορά για 12 ή 14 ώρες με αμοιβή, στέγη τροφή και ένα ποσοστό μονάχα του ελληνικού κατώτατου μισθού.
Το σύστημα που ανέπτυξε η Ευρώπη μετά από παλινδρομήσεις και πολιτικές και ηθικές περιπέτειες, που ήταν από τις πιο δυσάρεστες στην ιστορία της δημιουργίας της έγκειται σε μέτρα τα οποία καλύπτονται και κωδικοποιούνται κάτω από τρεις άξονες: Διαχωρισμός, Επαναπροώθηση, Εγκλεισμός.
Κατ’ αρχήν να προσδιορίσουμε ότι ζήτημα δεν τίθεται για μια χώρα που ασκεί επί του εδάφους της τα κυριαρχικά της δικαιώματα από αυτούς που έμειναν εκτός του εδάφους της. Ζήτημα τίθεται μόνο όταν κάποιος επιτύχει να εισέλθει παρανόμως στο έδαφος ή στα χωρικά ύδατα της χώρας. Και το μεν έδαφος φυλάσσεται, όπως αποδεικνύει και το παράδειγμα του Έβρου αρκετά αποτελεσματικά με κλασικές μεθόδους και σύγχρονους φράχτες. Τα χωρικά ύδατα, όμως, είναι μια άλλη ιστορία. Γιατί, εάν παρεμποδίσεις τον εισερχόμενο, εκεί έχεις ως αποτέλεσμα το θεαματικό πνιγμό, με ότι αποτελέσματα δημιουργούν τέτοιου είδους θάνατοι, ιδιαίτερα όταν αφορούν γυναίκες και παιδιά και για τη συνείδηση των πολιτών αυτής της χώρας και γενικότερα για την καλή φήμη στο εξωτερικό. Επειδή, λοιπόν, η απώθηση στα θαλάσσια σύνορα είναι ηθικά επώδυνη και αισθητικά απαράδεκτη, η διάσωση, δηλαδή η υποδοχή όλο και περισσότερων μεταναστών από εκείνη την πλευρά είναι δεδομένο του προβλήματος. Ιδιαίτερα όταν σε ελάχιστη απόσταση υπάρχει γείτονας, όπως είναι το Τουρκικό κράτος, που με αναισχυντία, υστεροβουλία και ιδιοτέλεια προωθεί αυτήν τη διαδικασία, ανέχεται και καμιά φορά ενισχύει τους δουλεμπόρους και τους διεκπεραιωτές.
Επί όσων, λοιπόν, κατάφεραν να διεκπεραιωθούν, πρέπει να εφαρμοστεί μια πολιτική διαχωρισμού. Γιατί αντίθετα με ότι ισχυρίστηκε στην πρώτη πολύκροτη δήλωσή της η υπουργός μετανάστευσης Τασούλα Χριστοδουλοπούλου, που επέμενε ότι «δεν υπάρχουν πρόσφυγες και μετανάστες, είναι όλοι πρόσφυγες». «Πρόσφυγες» είναι ελάχιστοι από τους «μετανάστες». Ο πρόσφυγας έχει προσδιοριστεί ρητά από τη συνθήκη της Γενεύης του 1905, που έχει υπογράψει και η Ελλάδα και έκτοτε εφαρμόζεται παγκοσμίως. Για να έχεις αυτήν την ιδιότητα, πρέπει η παραμονή στη χώρα σου να γίνει αδύνατη από κινδύνους που απειλούν τη ζωή σου, την αρτιμέλεια και την υγεία σου, την ελευθερία σου και τη δυνατότητά σου να εκφράζεσαι ελεύθερα, καθώς και άλλους ανάλογους κινδύνους για τα μέλη της οικογενείας σου. Το κράτος, που αποδέχεται να σου προσδώσει την ιδιότητα του πρόσφυγα, υποχρεούται να προβεί σε ορισμένες εξαιρετικές, απέναντί σου, συμπεριφορές και να σου παράσχει δικαίωμα μακροχρόνιας διαμονής, ταξιδιωτικά έγγραφα, αν δεν έχεις, δυνατότητα εργασίας και τέλος ανθρωπιστική βοήθεια για όσο διάστημα την έχεις ανάγκη.
Οι μετανάστες που εισέρχονται παρανόμως στο έδαφος ενός κράτους δεν έχουν απολύτως κανένα δικαίωμα. Η συμπεριφορά των αρχών του κράτους υποδοχής υπαγορεύεται μόνο από τις αρχές ανθρωπισμού και πολιτισμού, που είναι ευρύτερα αποδεκτές από το συγκεκριμένο λαό. Έτσι, λοιπόν, οι μετανάστες, επειδή θα έρχονται συνεχώς περισσότεροι – στην Τουρκία ελλοχεύουν, κατά τους Τούρκους, 2,5 εκατομμύρια αλλά ακόμη και αν είναι 1,5 εκατομμύριο, το πρόβλημα είναι τρομαχτικό – επειδή τα όρια αποδοχής τους στην αγορά εργασίας της ΕΕ είναι προσδιορισμένα και τέλος επειδή, όπως είπαμε, δεν έχουν κανένα δικαίωμα αλλά αντίθετα έχουν παραβιάσει τους ελληνικούς νόμους μπαίνοντας παράνομα στο έδαφός μας, οφείλουν να υποστούν τις συνέπειες της εδώ παρουσίας τους. Αυτές πρέπει να είναι αποτρεπτικές νέου μελλοντικού εγχειρήματος του ιδίου αλλά και ευρύτερα για όσους διαλέγουν την Ελλάδα ως πύλη εισόδου προς την ΕΕ. Ισχυρή πολιτική αποτροπής αποτελεί μόνο η αναγκαστική επαναπροώθηση στη χώρα αρχικής προέλευσης.
Για την πολιτική της επαναπροώθησης είναι απαραίτητη κατ’ αρχήν η συναίνεση του παράνομου μετανάστη. Για να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός είναι απαραίτητος ο εγκλεισμός. Ηθική υποχρέωση ως άτομα δεν έχουμε απέναντί τους. Το χρέος προς τον τρίτο κόσμο αφορά πολύ περισσότερο αποικιακές μητροπόλεις του παρελθόντος και λαούς που ασκούν συστηματικά το έργο της εκμετάλλευσης του πληθυσμού αυτών των χωρών. Νομική υποχρέωση, επίσης, όπως περιγράψαμε, δεν έχουμε. Αντιθέτως δε, θα είχαμε τη δυνατότητα να τιμωρήσουμε παραδειγματικά όλους όσους παραβιάζουν τα σύνορά μας σε μια πολύ ευαίσθητη περιοχή μάλιστα. Άρα, αυτό που μόνο μπορεί να μας συγκρατήσει στην άσκηση μια αποτελεσματικής αποτρεπτικής πολιτικής είναι η αδυναμία να επιβάλλουμε τις απόψεις μας παγκοσμίως και γι’ αυτό νομίζουμε ότι οι ιδέες αυτές ως προτάσεις πολιτικής αναγκαστικά θα πρέπει να προωθηθούν μέσω της ΕΕ, αφού καταστούν κτήμα της.
Δυστυχώς, η σημερινή κυβέρνηση πάσχει από προχωρημένη ιδεοληψία. Δεν είναι σε θέση να ψελλίσει καν αυτές τις έννοιες που δεν έχουν τίποτα το μεμπτό. Αντίθετα μια καθαρή πολιτική, που θα στηριζόταν πάνω στους τρεις άξονες που προαναφέραμε, θα λιγόστευε τα δεινά που υφίστανται αυτή τη στιγμή οι άνθρωποι αυτοί, αν καταφέρουν να ξεφύγουν από εμάς, για να αντιμετωπίσουν το φοβερό τείχος των μετακομμουνιστικών ημιφασιστικών κυβερνήσεων της κεντρικής Ευρώπης.
No comments:
Post a Comment