***
«Κι έτσι πέρασαν τα χρόνια και καταστράφηκε η Ελλάδα, δίχως καλά καλά να το καταλάβουμε»...
Αριστοφάνης (αρχαίος κωμωδιογράφος)
***
Του ΔΡΑ ΓΙΑΝΝΗ ΒΑΣΙΛΑΚΑΚΟΥ*
Σήμερα που η Ελλάδα και ο Ελληνισμός διέρχονται τη μεγαλύτερη κρίση (οικονομική, κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική) μετά τη Μεταπολίτευση (1974), και μια απ’ τις μεγαλύτερες απ’ τη σύσταση του νεοελληνικού έθνους (1821), με το μέλλον αβέβαιο και ζοφερό, δεν είναι καιρός για πανηγυρισμούς, αλλά για περισυλλογή, προβληματισμό και αυτογνωσία. Καιρός, αντί οι Έλληνες «να αποφεύγουν να ακούνε την αλήθεια και να τιμωρούν κιόλας αυτούς που έχουν την αποκοτιά να τους την πουν», όπως λέει ο Γιάννης Μαρίνος (1989) να δουν επιτέλους θαρραλέα το πρόσωπό τους στον καθρέφτη, να κάνουν την αυτοκριτική τους, να βγάλουν τα συμπεράσματά τους και να αναλάβουν τις ευθύνες τους, δηλαδή να αλλάξουν νοοτροπία, αν θέλουν να μη χαθούν ως έθνος. Διότι, το σημερινό «πρόβλημα» δεν είναι μόνο «οικονομικό» αλλά πρωτίστως «παιδείας, πολιτισμού, νοοτροπίας και κρίσης αξιών». (Μόλις πρόσφατα ο πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κάρολος Παπούλιας τόνισε: «Η κρίση που διανύουμε δεν είναι μόνο αποτέλεσμα επιζήμιων και άστοχων πολιτικών που υιοθετήθηκαν, είναι και κρίση αξιών»). Ούτε βέβαια και «σημερινό» πρόβλημα είναι, αλλά διαχρονικό. Μια ματιά στις ημερομηνίες που διατυπώθηκαν οι παρακάτω απόψεις, αρκεί για να διαπιστώσει του λόγου το αληθές. Όλα τα κατωτέρω είναι τόσο σπαρταριστά επίκαιρα, σα να γράφτηκαν μόλις χτες… Παράδειγμα: Πριν 20 τόσα χρόνια, το έγκυρο αθηναϊκό «Βήμα» έγραφε: «Η κατάσταση χρόνιας ανισορροπίας, στην οποία έχει οδηγηθεί η νεοελληνική κοινωνία, μπορεί πλέον να καταστεί το αντικείμενο ενδιαφέροντος των ψυχιάτρων, κοινωνικών ψυχολόγων, κοινωνιολόγων και κάθε λογής ερευνητών [γι’ αυτό χρειάζεται] να προσκληθούν εδώ ειδικοί ξένοι επιστήμονες και να μελετήσουν τον τρόπο λειτουργίας της κοινωνίας μας. Μιας κοινωνίας που μοιάζει να ζει με αυταπάτες, να συντηρείται με δανεικά, να εθελοτυφλεί ενώπιον της πραγματικότητας και να αδιαφορεί για το χάσμα που μας χωρίζει από την οικογένεια των κρατών όπου θέλουμε να ανήκουμε – χάσμα το οποίο, δυστυχώς, διευρύνεται ολοένα και περισσότερο» (1990). Σήμερα βέβαια έχουμε οδηγηθεί στο απροχώρητο, στο απόλυτο τέλμα, με δυσοίωνες προοπτικές. «Το μέλλον μας θα είναι πολύ δύσκολο…» προσθέτει ο κ. Κ. Παπούλιας. Η περιορισμένη, λόγω χώρου, δειγματοληπτική σταχυολόγηση των σκέψεων, απόψεων και ρήσεων των σημαντικότερων προσωπικοτήτων του Ελληνισμού (κορυφαίων πολιτικών, λογίων, ανθρώπων των γραμμάτων, της τέχνης και του πολιτισμού) από την αρχαιότητα έως σήμερα, δεν είναι καθόλου κολακευτική για τους Έλληνες. Ένας λόγος παραπάνω όμως να τους προσέξουμε ιδιαίτερα και να προβληματιστούμε πολύ. Διότι, όπως χαρακτηριστικά λέει ο δημοσιογράφος/συγγραφέας Παναγιώτης Παπαδούκας «Το 1821 οι Έλληνες κήρυξαν τον ιερό αγώνα για ν’ απελευθερωθούν από τους Τούρκους. Τώρα πρέπει ν’ αρχίσουν έναν άλλο, για να απελευθερωθούν από τον εαυτό τους»! Το ίδιο πρεσβεύουν και άλλοι, όπως λ.χ. ο συγγραφέας Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος (Μέγα Βραβεία Λογοτεχνίας) που ισχυρίζεται: «Ο ύπουλος και ακήρυχτος πόλεμος των Νεοελλήνων κατά της Ελλάδος είναι ο πλέον καταστρεπτικός πόλεμος στη μακροχρόνια ιστορία της χώρας» (1990). Για να ολοκληρώσει ο παλαιότερος λόγιος, Περικλής Γιαννόπουλος, τονίζοντας: «Οι κλέφται ελευθέρωσαν την Ελλάδα και αμέσως έπειτα την εσκότωσαν»! Γιατί όμως; Τι φταίει που φτάνουμε σε τόσα αδιέξοδα; Μπορούμε ν’ αλλάξουμε; Κι αν όχι, μπορεί να επιζήσει μελλοντικά ο Ελληνισμός; ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Αριστοφάνης (αρχαίος κωμωδιογράφος): «Κι έτσι πέρασαν τα χρόνια και καταστράφηκε η Ελλάδα, δίχως καλά καλά να το καταλάβουμε». Ευριπίδης (αρχαίος δραματουργός): «Ω, Έλληνες, εσείς οι βάρβαροι» (Εκάβη, «Τρωαδίτισσες»). Αλλού: «Έλληνες βάρβαροι, πολυμήχανοι κακούργοι» (Ανδρομάχη, «Τρωαδίτισσες»). Και αλλού: «Κάποιος Θεός σας έχει τρελάνει όλους – και σας και την Ελλάδα» (Αγαμέμνονας προς Μενέλαο, «Ιφιγένεια εν Αυλίδι»). Δημόκριτος (αρχαίος φιλόσοφος): «Οι Έλληνες σαν τους τρελούς, μαθαίνουν βλάπτοντες». Θουκυδίδης (αρχαίος ιστορικός): «Οι Έλληνες δια της ληστείας το πλείστον του βίου εντεύθεν εποιούντο, ουκ έχοντός πω αισχύνην τούτου του έργου, φέροντος δε τι και δόξης μάλλον». ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό “Λαρούς”: [Ορισμός του «Έλληνα»]: «Έλλην, κάτοικος της περιοχής που ονομάζεται Ελλάδα, άνθρωπος επιρρεπής στην κλοπή, τον δόλον και την απάτη, που αρέσκεται, ωστόσο, να τα συνοψίζει όλα αυτά σ’ εκείνο που εκεί ονομάζεται “δαιμόνιο της φυλής”» (1900). Σπυρίδων Τρικούπης (πρωθυπουργός, λόγιος): «[…] κι όποιος φαντάζεται να κάμη κάτι καλό εις την Ελλάδα παρά να μπαλώνη, είναι γελασμένος…» (1824). Διονύσιος Σολωμός (εθνικός ποιητής): «Και για το σήμερα τι να ειπώ; Η διαφθορά είναι τόσο γενική κι’ έχει τόσο βαθειές τις ρίζες, που σε κάνει να σαστίζης. Μόνο όταν οι αφορμές της διαφθοράς εξολοθρευτούν πέρα ως πέρα, θα μπορέσουμε να έχουμε ηθική αναγέννηση. Τότε το μέλλον μας θα είναι μεγάλο, όταν θριαμβεύσωσι η δικαιοσύνη, όταν τα γράμματα καλλιεργηθούν όχι για μάταιη επίδειξι παρά για το όφελος του λαού…» (1842). Αδαμάντιος Κοραής (φιλόλογος, λόγιος του διαφωτισμού): «Πρέπει όμως να ομολογήσωμεν την αλήθειαν, ό,τι έλαβον [οι Ευρωπαίοι] από τους προγόνους μας, το εκατονταπλασίασαν και το εχιλιοπλασίασαν με την επιμέλειάν των […]. Επειδή λοιπόν, από δυστυχίαν, είμεθα την σήμερον αναγκασμένοι ημείς οι απόγονοι των θαυμαστών Ελλήνων να ζητώμεν και να λαμβάνωμεν από τούτους την προγονικήν ημών κλοηρονομίαν, ανάγκη είναι, φίλοι και αδελφοί, να μιμηθώμεν και τον τρόπον, με τον οποίον αυτοί επολλαπλασίασαν το τάλαντον». Γιάννης Μακρυγιάννης (ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης): «Σιχάθηκα το Ρωμαίικον ότ’ είμαστε ανθρωποφάγοι […]. Τότε σιχάθηκα όλως διόλου το Ρωμαίικο, ότι μάθαμε όλοι την ληστείαν γενικώς» (1907). Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης): «Η αρχηγία ενός στρατεύματος ελληνικού ήτον μία τυραννία, διότι έκαμνε και τον αρχηγό, και τον κριτή, και τον φροντιστή, και να του φεύγουν κάθε ημέρα και πάλιν να έρχονται• να βαστάη ένα στρατόπεδο με ψέμματα, με κολακείες, με παραμύθια […]. Κάθε Έλληνας είχε τα καπρίτσια του, το θεό του…» Εμμανουήλ Ροΐδης (συγγραφέας): «Η κατάρα της Ελλάδας είναι οι Έλληνες» […] Κάθε τόπος έχει την πληγή του, και η Ελλάς τους Έλληνες». Αλλού: «Οι Έλληνες είναι το μόνο έθνος εν τη Ιστορία όπερ ανήγαγε την κλοπήν εις αξίωμα Εθνικής Αρετής» (1883). Και αλλού: «Οσάκις εις τον ημέτερον Πρωθυπουργόν γίνονται παρατηρήσεις περί του ποιού των υπ’ αυτού διοριζομένων, ότι είναι αμαθείς, βλάκες, υπόδικοι επί κλοπή ή κατάδικοι επί πλαστογραφία, εις τας ενστάσεις ταύτας η αγαθότης αυτού ευρίσκει στερεότυπον και όντως λακωνικήν απάντησιν: “Δεν πειράζει”» (1876). Κωστής Παλαμάς (ποιητής-συγγραφέας): «Ραγιάδες έχεις, μάνα γη, σκυφτούς για το χαράτσι […] Των Ευρωπαίων περίγελα και των αρχαίων παλιάτσοι […]. Λύκοι, ω, κοπάδια, οι μπιστικοί και ψωριασμένοι οι σκύλοι / Και χαροκόποι αδιάντροποι και πόρνη Ρωμιοσύνη» («Ρωμιοσύνη»). Και αλλού: «[Στο «ρωμέικο» κυριαρχούν:] Κομματάρχηδες και κοτζαμπάσηδες, και της γραμματικής οι μανδαρίνοι και της πολιτικής οι φασουλήδες, ταρτούφοι, ραμπαγάδες, ταρταρίνοι…» (1910). Πηνελόπη Δέλτα (συγγραφέας): «Αλλά ποια η αιτία του μίσους και της περιφρονήσεως που μας έχουν, όχι μόνο αυτοί [οι Γάλλοι], αλλά όλοι οι ξένοι που μας γνωρίζουν […]; Μήπως η ευτέλειά μας, η χαμέρπειά μας να φταίγει; Μήπως η έλλειψη στερεότητος στο χαρακτήρα μας, που μας κάνει αλληλοδιαδόχως ήρωες όταν μας διοικεί ο Βενιζέλος και φυγάδες όταν μας κυβερνά ένας Γούναρης;» (1923). Νίκος Καζαντζάκης (συγγραφέας): «Δεν πρέπει πια να γινόμαστε γελοίοι καμαρώνοντας για τους αρχαίους σα να είναι χτήμα μας• μήτε να τρέμουμε μπροστά τους σα να είμαστε ραγιάδες. Οι πρόγονοι ξέφυγαν πια από την κατοχή μιας ορισμένης γης και ράτσας […] έσμιξαν με καινούργιες ράτσες, δημιούργησαν νέο πολιτισμό, αγάπησαν κι αγαπούν όσους τους αγαπούν και τους νιώθουν. Μονάχα γι’ αυτούς είναι βαθιά, πραγματικά πρόγονοι…» Και αλλού: «Πρέπει, με κάθε τρόπο, να βρω μέσο να ζήσω μακρυά από την Ελλάδα […] έτυχε προχτές να δω μιαν ελληνική εφημερίδα κι έφριξα – Θεέ μου, πόσο είμαστε στην άβυσσο της αθλιότητας και της μικρολογίας…» (1927). Άγγελος Σικελιανός (ποιητής): «Οι μικροπολιτικές ελληνικές διαμάχες ήτανε ανέκαθεν η φυλλοξήρα που επρόσβαλλε και εμάραινε την άμπελο της κοινοτικής και της καθόλου κοινωνικής καλλιέργειας της ελληνικής ενέργειας και ζωής» (1929). Αλλού: «Η ουσιαστική αυτονομία μας ως λαού και ως έθνους έχει καταβροχθισθεί ή ενεχυριαστεί ολόκληρη από το όργιο μιας ασύδοτης αντιπνευματικής και αντικοινωνικής πολιτικής» (1930). Αλλού: «Δεν είμαστε λοιπόν καθαυτό δούλοι σήμερα, αλλά είμαστε άθελά μας, σ’ όλη τη γραμμή, ως σήμερα, προστατευόμενοι της Δύσης, της νοοτροπίας της, της πολιτικής της κ.λπ. Και αυτό είναι περισσότερο επικίνδυνο κι απ’ τη δουλεία, για ένα μόλις χτες λευτερωμένο λαό» (1931). Κ.Π. Καβάφης (ποιητής): «Άστοχα πράγματα και κινδυνώδη. / Οι έπαινοι για των Ελλήνων τα ιδεώδη». Ελευθέριος Βενιζέλος (πρωθυπουργός, συγγραφέας): «Οι μορφωμένοι μας, κατά μέγα μέρος, δεν έχουν χαρακτήρα. Εις την Ελλάδα χρειάζεται ηθική διαπαιδαγώγησις» (1931-1932). Κωνσταντίνος Καραμανλής (πρωθυπουργός, πρόεδρος Δημοκρατίας): «Πρέπει να αισθάνεσαι οδύνη που είσαι Έλληνας» (1989). Αλλού: «Πολλά απ’ αυτά που συμβαίνουν σ’ αυτή τη χώρα δεν εξηγούνται με τη λογική! Η Ελλάδα έχει μεταμορφωθεί σ’ ένα απέραντο φρενοκομείο!». Αλλού: «Οι Έλληνες φαντάζονται ότι η Ελλάς είναι το επίκεντρον του διεθνούς ενδιαφέροντος – ο ομφαλός της γης – πράγμα που μας οδηγεί στην ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να υπαγορεύσωμεν την πολιτικήν μας στους ξένους, φίλους και εχθρούς, μικρούς και μεγάλους» (1976). Αλλού: «Έχομεν, επίσης, την κακήν συνήθεια, να καταστρέφωμε με τα ίδια μας τα χέρια, όσα με κόπους και θυσίες δημιουργήσαμε […]. Αλλού: «Υπεύθυνοι δι’ όλες αυτές τις συμφορές του έθνους μας είμαστε εμείς και μόνον εμείς οι Έλληνες, οι οποίοι προσπαθούμε να φορτώσουμε στους ξένους τις ευθύνες μας διότι δεν έχουμε το θάρρος να τις αναλάβουμε. […] Αυτό είναι ελληνικόν φαινόμενον: Να φορτώνουμε πάντοτε στους ξένους τις ιδικές μας ευθύνες, τα ιδικά μας σφάλματα» (1976). Κώστας Σημίτης (πρωθυπουργός): «Αν δεν αλλάξουμε, σε είκοσι χρόνια θα γίνουμε οι λούστροι των Ευρωπαίων». Περικλής Γιαννόπουλος (διανοητής, συγγραφέας): «[…] ο ελληνισμός μέσα του έχει τα στοιχεία της ΑΥΤΟΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ. Και ο Έλλην μέσα του έχει το μικρόβιον της ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ». Κορνήλιος Καστοριάδης (φιλόσοφος): «Μοναδικό κάζο η Ελλάδα στην παγκόσμια σκηνή» (1991). Κώστας Αξελός (φιλόσοφος): «Αυτό που αποφασιστικά λείπει από την Ελλάδα είναι η σκέψη. Η σκέψη μόνη της δεν αρκεί, αλλά είναι αναπόφευκτη για να μπορεί να υπάρξει πράξη. Και στην Ελλάδα δεν βλέπω καν να εκδηλώνεται η ανάγκη της σκέψης. Τα φαινόμενα δείχνουν σαν να μην τη χρειάζεται» (1989). Και αλλού: «Η πολιτική διαλύει κυριολεκτικά την Ελλάδα και την κάνει να σαπίζει [κι αυτό] δεν οδηγεί παρά στη σημερινή σήψη, στο σημερινό – που δεν είναι μόνο σημερινό – τέλμα και αδιέξοδο» (1992). Ιάννης Ξενάκης (μουσικοσυνθέτης, αρχιτέκτονας, φιλόσοφος): «Μα δεν υπάρχει ελληνική πραγματικότητα. Ελπίζω να είναι εν τω γίγνεσθαι. [Η Ελλάδα είναι] ένα είδος νησιού στο χάρτη. Κρέμεται στην άκρη της Ευρώπης και τρώει μια κλοτσιά από την Ιταλία. Πρέπει πια να χάσουμε τη νοοτροπία του νησιού. Ν’ ανοιχτούμε στην Ευρώπη» (1993). Αλλού: «Ήδη η Ελλάδα είναι μισή αποικία πνευματικά χωρίς να το ξέρει…» (1990). Αλλού: «Δεν υπάρχει κουλτούρα στην Ελλάδα… Λείπουν οι πνευματικοί άνθρωποι. Η χώρα βρίσκεται σε στάδιο πνευματικής υπανάπτυξης. Δυστυχώς το μόνο που μπορούν να εκτιμήσουν οι Έλληνες είναι το χρήμα» (1988). Και αλλού: «Η Ελλάδα μοιάζει με έρημο… Μια απέραντη έρημος… όπου δεν μπορεί ν’ ανθίσει τίποτα… Μια έρημος με τρανή ιστορία, ωραία νησιά, εκπληκτικά τοπία… Αλλά η ζωή στην Ελλάδα δεν αντέχεται… θέλει πολύ κόπο για να γίνει η Ελλάδα ξανά Ελλάδα» (1994). Μάνος Χατζιδάκις (μουσικοσυνθέτης, διανοητής): «Όλες σχεδόν οι πολιτιστικές κατακτήσεις, οι ηθικές αξίες, καθετί που έκαναν υπερήφανο τον άνθρωπο, έχουν κυλήσει στον βούρκο, ποδοπατούνται προκλητικά και αναίσχυντα στη χώρα μας […] Εγώ δεν έχω καμιά ελπίδα (για τη χώρα μας), παρά αν γίνει ένα θαύμα. Εγώ δεν πιστεύω ότι έχουμε σήμερα τη δύναμη να επιβιώσουμε σαν εθνική οντότητα. […] Τίποτα [δεν μπορεί να γίνει]. Η πλήρης εξαφάνισή μας. Και θα γίνει. Είμαι βέβαιος» (1989). Αλλού: «Οι Έλληνες είναι ολίγον τι πολιτισμένοι και κάπως περισσότερο βάρβαροι…» (1989). Αλλού: «Θλιβερός τόπος θλιβερών προσώπων» (1987). Τέλος: «Η σημερινή ελληνική αντίληψη περί πολιτισμού καθρεφτίζεται στο […] γυάλινο, το φανταχτερό, το ψεύτικο…» (1990). Μίκης Θεοδωράκης (μουσικοσυνθέτης): «Εγώ την πραγματική Ελλάδα τη γνώρισα από μακριά […]. Εδώ πολλά πράγματα μ’ ενοχλούν. Έξω μπορεί να γίνονται τα ίδια, αλλά εκεί είμαι ξένος, δεν με αφορούν. Εδώ, από την καλημέρα που θα μου πει κανείς, ίσαμε τ’ άλλα, τα πιο σημαντικά, πολλά με πληγώνουν. Καταλαβαίνεις; Το Σεφέρη η Ελλάδα τον πλήγωνε έξω από την Ελλάδα. Εμένα η Ελλάδα με πληγώνει μέσα στην Ελλάδα» (1993). Τέλος: «Τούτη η χώρα δεν πρέπει να λέγεται Ελλάδα. Με τόσα σκυλάδικα, κανονικά θα ’ρεπε να λέγεται “Σκυλάδα”». Κώστας Βάρναλης (ποιητής): «Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, / προσμένουμε ίσως κάποιο θάμα». Αλλού: Φταίει το ζαβό το ριζικό μας! / Φταίει ο θεός που μας μισεί! / Φταίει το κεφάλι το κακό μας!...» Γιώργος Σεφέρης (νομπελίστας ποιητής): «Ελλάς θα πει αλίμονο» (σημ.: Λογοπαίγνιο βασισμένο στην ομόηχη γαλλική λέξη hellas, επιφώνημα που σημαίνει αλίμονο). Και αλλού: «ΕΛΛΑΣ πυρ / ΕΛΛΗΝΩΝ πυρ / ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ πυρ / τρεις λέξεις νεκρές. / Γιατί τις σκοτώσατε;». Οδυσσέας Eλύτης (νομπελίστας ποιητής): «Στη συμπεριφορά τους, στην εκτίμησή τους της πραγματικότητας, οι ξένοι μού είχαν φανεί ευστοχώτεροι πάντοτε, πιο άψογοι από τους δικούς μας […]. Αυτό που με απασχολεί περισσότερο είναι το τι θα γίνει η Ελλάδα. Σαν φορέας ενός ειδικού πολιτισμού και μιας ένδοξης γλώσσας. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, μόνο καταστροφές έχουνε δει τα μάτια μου. Και θαυμαστές αντιδράσεις, που όλες τους πήγαν χαμένες από τα ίδια μας τα χέρια…». Αλλού: «Γεύση πικραμύγδαλου / στην Ελλάδα που μας απέμεινε». Δημήτρης Χατζής (συγγραφέας): «“Δεν γίνεται, μωρέ παιδιά, τίποτα στο ρωμέικο, κοροϊδεύουμε ο ένας τον άλλον…”» Και αλλού: «“Οι ιστορίες τους [των Eλλήνων] – σαχλαμάρα και φλυαρία. Οι θεωρίες, τα κόμματά τους, οι πολιτικές τους ιδέες […] – παρλαπίπες. Τι ’μαστε, λοιπόν, εμείς; Μπάσταρδοι, λέω”»!» («Το διπλό βιβλίο», 1977).Βασίλης Βασιλικός (συγγραφέας): «Μα, είναι κατάρα το να έχεις γεννηθεί Έλληνας, δεν το ’χετε καταλάβει ακόμα αυτό; […] Εγώ ντρέπομαι που ζω εδώ [στην Ελλάδα]…» (Συνέντευξη στον Γ.Β., 1977). Ηλίας Πετρόπουλος (συγγραφέας, λαογράφος): «Οι Νεοέλληνες χαρακτηρίζονται κατ’ αρχήν από μία χυδαιότητα. […] Οι Έλληνες είναι η χειρότερη περίπτωση λαού. Είναι ο βλαξ λαός που νομίζει ότι είναι φοβερά έξυπνος. Όλα τα προβλήματα τα αντιμετωπίζουν με τη μαγική φράση: “Είναι Ανθέλλην”! Όποιος τολμήσει να κρίνει τους Έλληνες αυτόματα γίνεται ανθέλλην […] πάσχουν από μια σχιζοφρένεια οι Έλληνες. Αυτή η σχιζοφρένεια τους οδηγεί σε τρομακτικά αδιέξοδα» (1998). Κώστας Ταχτσής (συγγραφέας): «Είμαστε εξωστρεφείς, πανηδονιστές και για ιστορικούς λόγους απολίτιστοι και φοβερά ανασφαλείς». Αλλού: «Ας μη μιλάμε γι’ αυτογνωσία στην Ελλάδα. Η αυτογνωσία χρειάζεται αυτοκριτική, η αυτοκριτική χρειάζεται δύναμη και σεμνότητα, ελευθερία και παιδεία. Αλλ’ οι κοινωνικοπολιτικές μας δομές, αντί να αποθαρρύνουν, εκτρέφουν όλα μας τα ελαττώματα, όλα μας τα πλέγματα…» Αλλού: «Αμοραλισμός, απομυθοποίηση και εκχυδαϊσμός των πάντων, κυνική ψευδολογία, ηδονοθηρία και κιτρινισμός είναι μερικά απ’ τα χαρακτηριστικά που δεν έλειπαν ποτέ απ’ την Ελλάδα, μα τώρα έχουν πάρει διαστάσεις επιδημίας μεσαιωνικής χολέρας» (1988). Αντώνης Σαμαράκης (συγγραφέας): «Η Ελλάδα του 2000 θα πρέπει να πάψει να τρώει τα παιδιά της. Ας αλλάξει, επιτέλους, μενού» (1993). Και αλλού: «Πού πάμε πολιτιστικά; Αν βγάλουμε τη μάσκα και τη χρυσόσκονη από την απατηλή πρόσοψη, αν δούμε κατάματα την πραγματικότητα, πολύ φοβάμαι ότι συμβαίνει αυτό που λέει ο τελευταίος στίχος στο ποίημα του “Γιάννη Σκαρίμπα “Το πλοίο” […] “Μα βέβαια, βυθιζόμαστε, Κυρία!...”. Νίκος Δήμου (συγγραφέας, στοχαστής): «Ο Έλληνας προσπαθεί, σε κάθε τομέα, να είναι εκτός πραγματικότητας. Και μετά είναι δυστυχής, διότι είναι εκτός πραγματικότητας. (Και μετά είναι ευτυχής… διότι είναι δυστυχής). […] Βασικά ο Έλληνας αγνοεί την πραγματικότητα. Ζει δυο φορές πάνω από τα οικονομικά του μέσα. Υπόσχεται τα τριπλά από όσα μπορεί να κάνει. Γνωρίζει τα τετραπλάσια από όσα πραγματικά έμαθε. Αισθάνεται (και συναισθάνεται) τα πενταπλάσια από όσα πραγματικά νιώθει» (1975). Γιάννης Μαρίνος (δημοσιογράφος): «Είμαστε λαός καραγκιόζηδων, γιατί έχουμε διδαχθεί από παιδιά το ήθος του Καραγκιόζη, το οποίο είναι ό,τι “αισχρόν εστί και λέγειν”. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του λαϊκού αυτού “τύπου”; Τεμπελιά κατ’ επάγγελμα, ραδιουργία σε καθημερινή βάση για την εξασφάλιση του επιούσιου χωρίς κόπο, εξαπάτηση ακόμα και των πιο στενών του φίλων (του Χατζηαβάτη), εκπαίδευση των παιδιών του στην απάτη, εκμετάλλευση της γυναίκας του κ.λπ. […]. Με αυτό το μοντέλο γαλουχήθηκαν γενιές παιδιών και συνεχίζουμε να θεωρούμε την τέχνη του Θεάτρου Σκιών παιδαγωγική. Το θέατρο σκιών είναι παραδοσιακό και πρέπει να διατηρηθεί, όμως δεν είναι δυνατόν να θεωρούμε ως πρότυπο ηθικής και ευφυΐας τον ήρωά του» (1993). Θόδωρος Αγγελόπουλος (σκηνοθέτης): «Μου είναι αδύνατο να δω την Ελλάδα όπως τη βλέπουν άλλοι: Μια Ελλάδα του ήλιου κλπ. Εγώ βλέπω […] μια Ελλάδα σχεδόν θλιβερή» (1984). Μάριος Πλωρίτης (συγγραφέας, λόγιος): «Σήμερα η «ελληνικότητα» […] δεν είναι συνήθως παρά άνοια και ηλίθια μέτρα και βρωμερότητα πολλών μορφών και ειδών. Και κάτωθεν, ραγιαδισμός, βέβαια…» (1988). Αλλού: «Ο πολιτικός λόγος έχει γίνει, στην Ελλάδα, η τέχνη της απάτης». Και αλλού: «Η ομίχλη, το νέφος, το χάος, δε βρίσκονται μόνο στους ουρανούς μας, στις συγκοινωνίες, στους αρμούς του κράτους• βρίσκονται και μέσα στο νου των Ελλήνων [όμως, όπως παρατηρεί ο ανώνυμος Κρητικός στιχουργός] “την τύχη του κάθε λαός την κάνει μοναχός του, κι όσα του κάνει η τρέλα του, δεν του τα κάνει ο οχτρός του”» (1989). Νίκος Γκάτσος (ποιητής): «[…] κι ανθρώποι μονάχα στην κόλαση ετούτη θα γίνουν λαμπάδα / πώς τα ’κανες έτσι τα μαύρα παιδιά σου Ελλάδα Ελλάδα!». Νίκος Καρούζος (ποιητής): «Κόλαση, λοιπόν, είν’ η Πατρίδα μας». Διονύσης Σαββόπουλος (τραγουδοποιός-ποιητής): «Τα χρόνια περνάνε, αλλά εμείς δεν πάμε καθόλου καλά. Σαν υπνοβάτες βουλιάζουμε, σαν ζόμπι κυκλοφορούμε. [...] το ιστορικό γένος των Ελλήνων, το κοσμικό άστρο που φώτισε τον πλανήτη, παραπαίει πλέον […] ο καθένας με το ατομικό του συμφέρον χωρίς φιλότιμο, χωρίς Θεό. Τι Έλληνες είμαστε επιτέλους;» (1990). Και αλλού: «Δεν υπάρχει ελπίς / στην Ελλάδα ζεις…» («Το κούρεμα»). Και η γνώμη δύο ξένων: Λόρδος Βύρων (Άγγλος ποιητής, φιλέλλην αγωνιστής): Κατά τον πανεπιστημιακό Ανδρέα Παναγόπουλο, «Ο ίδιος ο Βύρων δεν ήταν που, ενώ ζούσε και πέθαινε για την Ελλάδα, μας αποκαλούσε “Plausible rascals” (απατηλούς μασκαράδες);» (1993). Η. Κέλυ (Αμερικανός δικαστής): «Προ του δικαστηρίου της αδεκάστου ιστορίας ο Έλλην απεκαλύφθη ανέκαθεν κατώτερος των περιστάσεων […] Έκτισε τον Παρθενώνα και μεθυσθείς εκ της αίγλης του τον άφησε βραδύτερον να γίνη στόχος των οβίδων. Ανέδειξε τον Σωκράτην δια να τον δηλητηριάση. Εθαύμασε τον Θεμιστοκλέα δια να τον εξορίση. Υπηρέτησε τον Αριστοτέλη δια να τον καταδιώξη. Έκτισε το Βυζάντιο δια να το εκτουρκίση. Έφερε το ’21 δια να το διακυβεύση. […] Παράδοξον πλάσμα, ατίθασον, περίεργον, ημίκακον, ασταθές, αβεβαίων διαθέσεων, εγωπαθές και σοφόμωρον, ο Έλλην. Οικτίρατέ τον, θαυμάσατέ τον αν θέλετε. Ταξινομίστε τον αν μπορήτε» (1924). *Ο Γιάννης Βασιλακάκος είναι πανεπιστημιακός, διδάκτωρ Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Μελβούρνης και συγγραφέας. Τα τελευταία του βιβλία είναι: η ελληνική μετάφραση της αυτοβιογραφίας του Πάτρικ Γουάιτ «Ψεγάδια στον καθρέφτη» (εκδ. “Τυπωθήτω”, Αθήνα 2008), η βιογραφία «Κώστας Ταχτσής: η αθέατη πλευρά της σελήνης» (εκδ. “Ηλέκτρα”, Aθήνα 2009) και το θεατρικό «Προσοχή: Εύθραυστον!» (εκδ. “Αιολικά Γράμματα”, Αθήνα 2010).