Saturday, May 20, 2017

ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Από τη Μητριαρχία στην Πατριαρχία* Π.ΛΕΚΑΤΣΑ


ΠΑΝΑΓΗ ΛΕΚΑΤΣΑ –
Ο άνθρωπος είναι από φυσικού του μητριαρχικός, γιατί μητριαρχικός είναι κι o πρόγονός του: το Ζώο. O πατέρας είναι ξένος για το παιδί, όσο και τ’ αρσενικό, μέσα στα ζώα, για τα μικρά του. Η διαδικασία της αναπαραγωγής είναι ολότελα άγνωστη και τα πατρικά αισθήματα πολύ υστερότερη μίμηση των μητρικών αισθημάτων. ‘Η αρχή τής πατρότητας είναι τεχνητή κ’ οικονομικοί την υπαγορεύουνε λόγοι. ’Αξιοσημείωτο είναι πώς για την πιο πατριαρχική νομοθεσία, τη ρωμαϊκή, ή σχέση τής μάνας με το παιδί είναι «φυσικό» περιστατικό, ενώ του πατέρα με το παιδί πλάσμα δικαίου. Χτυπητή, άλλωστε, είναι ή αντίθεσή του εγωισμού και τής αδιαφορίας του πατέρα με την αφοσίωση και την αυταπάρνηση τής μάνας. Και τα δυο έχουν τη βιολογική προϊστορία τους: Το θηλυκό, ανάμεσα στα ζώα, αντιμετωπίζει κάθε κίνδυνο να προστατέψει τα μικρά του, ενώ τ’ αρσενικό τα βρίσκει πρόχειρη τροφή του…
Το μητρικό ένστικτο (= ή «σωτηρία» του γόνου), βρίσκεται αναπτυγμένο στα θηλαστικά, χρονιότερο και σe μεγάλο βαθμό εντονότερο στα ανώτερα, όπου κι αναπτύσσεται o μόνος ανάμεσά τους δεσμός: τής μάνας με τα μικρά της. Εδώ έχει τη ρίζα της κ’ ή ανθρώπινη κοινωνία. ‘Ο ανθρώπινος γόνος δεν έχει την πρωιμότητα των άλλων ειδών, κ’ ή διάρκεια του μητρικού, εδώ, δεσμού, απεργάζεται εάν νέο σύνδεσμο, τη Μητρική Αγάπη ακαταμέτρητα εξελίξιμη προέκταση του ενστίκτου. Η κοπαδιακή, από την άλλη, συμβίωση, ή απαρχή τής κοινωνικότητας, απλώνει την ατομική σ’ ομαδική μητρότητα, πού αφήνει τον τύπο της στα παλαιότερα Συστήματα τής Συγγένειας, όπου οι μανάδες τής ομάδας έχουν όλες μαζί τα παιδιά και το κάθε παιδί πολλές τις μανάδες. O τύπος αυτός των Ταξινομικών Συγγενειών δεν είναι τύπος μονάχα. Το ανεξατομίκευτο ακόμη του «Εγώ» κάνει τήν ομαδική μητρότητα μια ψυχολογική και για τα παιδιά και για τις μανάδες αλήθεια. Αναφέρεται ένας Μελανήσιος πού αξίωνε πώς τον γεννήσανε τρεις μανάδες μαζί, κ’ εκείνες βεβαίωναν τον ισχυρισμό του. Πάνω στο δεσμό τής Μάνας με το Παιδί και στην ‘Ομαδική Μητρότητα σχηματίζεται ή Κοινωνία. Είναι ή ομάδα των παιδιών, ενδόγαμη πρώτα κ’ εξώγαμη ύστερα, των συγκεντρωμένων γύρω από τις γεννήτρες, θρέφτρες, και προστάτισσες, μάνες. ’Εδώθε βγαίνει ή Μητριαρχία κι όχι, καθώς πίστευαν παλαιότερα, γιατί δεν γνωρίζονταν, μέσα στην κατάσταση της Ομαδογαμίας, ο πατέρας. Είπαμε πώς ή ‘αρχή’ τής πατρότητας είναι τεχνητή και επιβάλλεται από λόγους μονάχα κοινωνικούς, χωρίς τη γνώση τής φυσιολογικής της λειτουργίας.

Ο πρωτόγονος καταμερισμός της δουλειάς στερεώνει τη μητριαρχική της γυναίκας θέση. Τα μητρικά της χρέη τήν κρατούνε στην προσωρινή ή μόνιμη εγκατάσταση, ενώ ό άντρας λείπει ξακολουθητικά, κυνηγώντας ή πολεμώντας. Όλη η άλλη, εξόν από την κυνηγητική, βιοσυντηρητική δραστηριότητα τής πρωτόγονης κοινωνίας πέφτει στη γυναίκα. Αυτή εξακολουθεί τήν Καρποσυλλογή πού συμπληρώνει το Κυνήγι. Αυτή στεριώνει και την κατοικία, όπως κάθε θηλυκό, ανάμεσα στα ζώα, τη φωλιά του. Αυτή δουλεύει και τα δέρματα, για στρωσίδια και ντύματα, αυτή είναι πού πλέκει τα καλάθια. Από την Καλαθοπλεχτική της ξεπηδούν ή Αγγειοπλαστική, ή Πλεχτική, κ’ ή Υφαντική της παραπέρα. Η διακοσμητική, ή ζωγραφική, ή χαρακτική, ή βαφική, στα δέρματα, στα υφάσματα, στα σύνεργα και στα στολίσματα, βγαίνουν από τα χέρια της γυναίκας. Η πρώτη Καλλιέργεια, ή Σκαλιστική, πού βγαίνει από την Καρποσυλλογή, κ’ ή Γεωργία, παραπέρα, πού γεννιέται από τη σκαλιστική καλλιέργεια και πού μένει στα χέρια των γυναικών ίσαμε την εφεύρεση του Αλετριού, είναι ανακάλυψη δική της. Στη γυναίκα ανήκει, έτσι, ή καταβολή των τεχνών, πού θα τις αναπτύξει υστέρα στα μεγαλειακά του πολιτισμού κατορθώματα Ο άντρας. ’Επειδή, έτσι, ή μόνη οικονομική στα παλαιότερα στάδια άξια είναι ή παραγωγικότητα, ή Γυναίκα, Ο μόνος στα στάδια αυτά παραγωγός, είναι το κέντρο τής πρωτόγονης οικονομίας.

Η Μητριαρχία ακμάζει, έτσι, στην Τοτεμική Περίοδο, όπου το Κυνήγι, δουλειά των αντρών, κ’ η Καρποσυλλογή, δουλειά των γυναικών, είναι οι κύριοι πόροι. Με το ημέρωμα όμως των αγριμιών βγαίνει από το Κυνήγι ή Κτηνοτροφία, κι από την Καρποσυλλογή, με τήν καλλιέργεια των σπόρων, ή Γεωργία. Είναι τα ξεκινήματα της Περιουσιακής Ιδιοκτησίας πού κλονίζει τήν κοινοκτημονική βάση και την ισοκρατική ισορροπία των σχέσεων τής παλαιότερης κοινωνίας. Μια κ’ ή Κτηνοτροφία βγαίνει από τη σφαίρα τού Κυνηγιού, μένει στα χέρια των Αντρών, κ’ έτσι το πέρασμα από την κυνηγητική στην κτηνοτροφική οικονομία αλλάζει ριζικά τη θέση τού άντρα. Πρώτα βρίσκονταν σ’ υπηρετική εξάρτηση από το γένος τής (κάθε) γυναίκας του, γιατί δεν είχε να προσφέρει σ’ αυτό παρά το μερδικό του από το Κυνήγι. Με τα κοπάδια του αποχτά μίαν οριστική οικονομική δύναμη, και εξαγοράζει τήν ανεξαρτησία του πληρώνοντας το γένος τής γυναίκας. Η πληρωμή (τα έδνα των Ελλήνων) δεν κάνουν ένα τύπο γάμου, τον «Αγοραστικό», όπως πίστευαν παλαιότερα, παρά σα χάνεται ή αρχική σημασία τής πληρωμής κ’ ή ανάπτυξη τού δουλεμπορίου εξομοιώνει την πληρωμή για τη γυναίκα με τ’ αγόρασμα τής σκλάβας. ‘Η αρχική λειτουργία τής πληρωμής για τη γυναίκα είναι ή ξεπληρωμή των υπηρεσιών πού χρωστούσε στο γένος της 6 άντρας.
 
 Ο λόγος που κάνει τον άντρα να γυρεύει την ανεξαρτησία του από το γένος τής γυναίκας του, είναι ή θέλησή του να σιγουρέψει την αναγνώριση των παιδιών του σα δικών του παιδιών (κι όχι τής μάνας τους) και το δικαίωμα ν’ αφήσει σ’ αυτά την περιουσία του, πού αλλιώς περνά στο μητρικό του γένος. ‘Όταν ό Morgan ρώτησε ένα βορειοαμερικανό για τον κανόνα τής κληρονομικής στη φυλή του διαδοχής, «Αν πέθαινα», ήταν ή απόκριση, «τ’ αδέρφια μου και τ’ αδέρφια τής μάνας μου θα ληστεύαν το βιός μου από τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου. ’Έχουμε τώρα τήν ελπίδα πώς τα παιδιά μας θα κληρονομήσουν την περιουσία μας, μα δεν είναι σίγουρο ωστόσο. ‘Ο παλιός νόμος δίνει τήν περιουσία μου στους πιο στενούς μου συγγενείς, δεν είναι όμως τα παιδιά μου, μα τα αδέρφια μου κ’ οι αδερφάδες μου κ’ οι θείοι μου από το μέρος τής μάνα». Η αξίωση συμπερπατά με τη διαμόρφωση τής ατομικής οικογένειας και τής περιουσιακής ιδιοκτησίας, όπου ο πατέρας χρειάζεται συνεργάτες του τα παιδιά του. Έτσι, καθώς ή πρώτη περιουσία είναι τα ζωντανά, κάθε ποιμενική κοινωνία είναι, χωρίς εξαίρεση, πατριαρχική, και σέ μεγάλο βαθμό πολύγαμη κιόλας. Οι ποιμενικοί λαοί είναι κατά κανόνα και νομαδικοί, κ’ οι νομάδες δεν αγοράζουνε μονάχα μα κι αρπάζουν γυναίκες. Όσο περισσότερα, πάλι, τα παιδιά, τόσο και πιο βολετό ’ναι το κυβέρνημα των κοπαδιών πού, σαν περιουσία απεριόριστα διαιρετή, μπορεί να κληρονομιούνται κι απ’ όλα. Το πέρασμα, έτσι, από τήν Κυνηγητική στην Κτηνοτροφική οικονομία καταλύει, με γοργό το ρυθμό, τη Μητριαρχία. Είναι ή περίσταση των Σημιτών και των Ινδοευρωπαίων. Ένας κλώνος των δεύτερων είναι και τα ελληνικά φύλα πού μπαίνουν μέσα στους λαούς τού μητριαρχικού Αιγαίου.
 
Αντίθετα, ή Γεωργία είναι ή παραγωγική περιοχή των Γυναικών, βγαίνοντας από την Καρποσυλλογή, πού ’ναι δουλειά γυναικεία. Με το Αλέτρι πού γυρίζει τη Σκαλιστική στη Γεωργική καλλιέργεια, περνά κι αυτή στην παραγωγική δραστηριότητα των αντρών, μα ή γυναικεία της αρχή κρατεί μονιμότερους με τη γυναίκα συνδέσμους. Όπου, έτσι, ή γεωργική οικονομία διαδέχεται άμεσα των Κυνηγητική, εκεί ή κοινωνία ανακρατεΐ, και σε πολύ προχωρημένη οικονομική εξέλιξη, τη μητριαρχική στοιχείωσή της. ‘Η άμεση τούτη μετάβαση τονώνει τη θέση τής Μητριαρχικής Γυναίκας, πού ‘ναι ιδιοκτήτρια και κληρονόμα τής καλλιεργήσιμης γης και συνδεμένη σταθερά με τη γονιμική μαγεία και θρησκεία. Είναι ή περίσταση των ιθαγενών τής βόρειας Αμερικής, της Μικρονησίας, τής ’Ινδονησίας και της Αφρικής, καθώς και των αρχαίων μεσογειακών λαών, και μάλιστα της Μικρασίας, τής Αιγύπτου, και του Αιγαίου.

Περνώντας άμεσα από την κυνηγητική και καρποσυλλεκτική οικονομία στη γεωργική, όλοι αυτοί οι λαοί ανακράτησαν, ακέρια ή κομματιαστή, τη μητριαρχική οργάνωσή τους. Είναι φορές πού ο περιουσιακός εδώ πλούτος των γυναικών οδήγησε σ’ αληθινή γυναικοκρατία. Το αποτέλεσμα της τελευταίας αυτής ανοργανικής εξέλιξης είναι ένα πραγματικό, απ’ τη μεριά των γυναικών, αντίστοιχο της πατριαρχικής ανδροκρατίας.

Στο στάδιο όμως τούτο ή Μητριαρχία δεν είναι οργανική κατάσταση μα επιβίωση, στέκοντας στην παράδοση κι όχι στις νέες συνθήκες. Τα σπιτικά ζώα κ’ ή καλλιέργεια τής γης λευτερώνουν τον άντρα από την ανάγκη του Κυνηγιού και τον εγκατασταίνουν στην κοινότητά του. Ζεύοντας τα μεγάλα ζώα του στο ’Αλέτρι, τη δική του εφεύρεση, παίρνει από τη γυναίκα τη (σκαλιστική) καλλιέργεια και γίνεται ό κεντρικός παράγοντας τής γεωργικής οικονομίας. Η μια μετά την άλλη οι βιοτεχνικές δουλειές των γυναικών γίνονται τώρα δουλειές του. ‘Η δημιουργική φαντασία του παρουσιάζει σ’ όλες κάποια εφεύρεση (αλέτρι, αγγειοπλαστικος τροχός κά.) που, αναστατώνοντας την τεχνική τους, πολλαπλασιάζει την απόδοσή τους. ’Έτσι, σαν παύει ή γυναίκα νάνε καλλιεργήτριά και παραγωγός, ή ιδιοκτησία της πάνω στη γη, πού την κρατεί με τη μητριαρχική διαδοχή, απομένει ένα πλάσμα. ‘Όσο πάλι κατεβαίνει ή παραγωγική αξία της, τόσο κ’ ή κοινωνική της σημασία κατεβαίνει. Η οικονομική υπεροχή των αντρών αντιμάχεται την παραδοσιακή κοινωνική υπεροχή των γυναικών, και την αδυναμώνει προοδευτικά, περικόβοντας με σφετερισμούς τις μαγικές κ’ ιερατικές λειτουργίες τους και περιορίζοντας τήν ελευθερία, την κοινωνική δραστηριότητα, και προβολή τους. Χάνοντας κάθε παραγωγική άξια της, η γυναίκα επιτηδεύεται πια την ηδονιστική της άξια. Ό ψυχολογικός άξονας μετατοπίζεται από τη Μάνα στην ’Ερωμένη.

Και στη μια και στην άλλη περίσταση, στην κτηνοτροφική και στη γεωργική οικονομία, ή γοργή στην πρώτη κ’ ή αργή στη δεύτερη μεταστοιχείωση καταλύει τη μητριαρχική οργάνωση τής κοινωνίας. Η κατάλυση προχωρά πάνω σε τρεις ριζικές αλλαγές: Η μητρική γενεαλόγηση κ’ ή θηλυγονική διαδοχή γυρίζουν σέ πατρική γενεαλόγηση κι άρρενογονική διαδοχή* ο ομαδικός γάμος μεταγυρίζει σ’ ατομικό* κι ο μητροτοπικός σε πατροτοπικό, τέλος, γάμο. Οι αλλαγές αυτές, ρίχνοντας τη γυναίκα στην οικονομική κυριαρχία του αρσενικού, κατελούν τήν παλιά των φύλων ισότητα και καθιερώνουν τον πρώτο εκμεταλλευτικό διαφορισμό στο σώμα τής κοινωνικής ομάδας. Η αφεντική θέση του άντρα στην οικογένεια και τα χρέη πού φορτώνει τής γυναίκας του για την αποκλειστική κατοχή της ερωτικής της ζωής, της στερούνε τη δυνατότητα τής κοινωνικής προβολής, της σβήνουνε το λάμπος της αρχαίας υπεροχής και, κατασταίνοντάς την όργανο συμβατικής τεκνογονίας ή ηδονής, τη γυμνώνουνε στο τέλος, όπως θα διαλαλήσει η αισχυλική «Ορέστεια», κι από την ίδια τη μητρότητά της.
 
  • Κεφάλαιο έκτο από το βιβλίο του Παναγή Λεκατσά «Η ΜΗΤΡΙΑΡΧΙΑ» Εκδόσεις Καστανιώτη – έκδοση του 1977.  Το κείμενο μεταφέρθηκε από το πολυτονικό και έγινε προσπάθεια να διατηρηθεί η γλώσσα του συγγραφέα. Μεταγενέστερη έκδοση από τον ίδιο εκδοτικό οίκο το 1994 φέρεται εξαντλημένη.

No comments:

Post a Comment

wibiya widget