Η Καρολίν Σενότ, ιδιοκτήτρια του χώρου όπου στεγαζόταν ο οίκος ανοχής Aux Βelles Poules, αποφάσισε να του δώσει νέα πνοή μετατρέποντάς τον σε πολιτιστικό κέντρο.
Τα έντονα πράσινα, τα γαλάζια και τα καφέ στο κεραμικό αέτωμα μπλέκονται το ένα με το άλλο, αλλά πάνω από όλα μπλέκονται με τη σάρκα η οποία απεικονίζεται στα ρόδινα, στα κρεμ και στα λευκά. Σάρκα που άλλοτε καλύπτονταν και άλλοτε όχι. Αυτή η ομάδα από γυμνές γυναίκες που χρονολογείται από την αρχή της δεκαετίας του 1920, μαρτυρά το άλλοτε απαστράπτον σύμπαν του παριζιάνικου οίκου ανοχής. Είναι ειρωνικές, αποφασισμένες, ανήσυχες και κοιτούν μέσα από τα μισόκλειστα μάτια τους, ανυπόταχτες.
Το αέτωμα στο Aux Belles Poules (οι όμορφες κότες), όπως ονομαζόταν ο οίκος ανοχής στο 32 της οδού Μπλοντέλ, αποτελεί ένα μοναδικό μνημείο, προστατευμένο από την αδιαφορία, με ξύλινα δοκάρια, που ήταν ένα κινεζικό κατάστημα, ένα κατάστημα πώλησης ρούχων. Τελικά, το 1997 το κτίριο εντάχθηκε στη λίστα των διατηρητέων μνημείων. Σήμερα, για πρώτη φορά στα 70 χρόνια, οι ζωγραφισμένες γυναίκες του Aux Βelles Poules κάνουν την επιστροφή τους.
Η Καρολίν Σενότ, η οποία κληρονόμησε την ιδιοκτησία, επιστρέφει το κτίριο πάλι στη ζωή αλλά όχι στην πρωταρχική του μορφή. Πρόκειται να χρησιμοποιήσει τον οίκο ανοχής ως ένα πολιτιστικό κέντρο όπου θα γίνονται διαλέξεις, δεξιώσεις και πάρτι και θα προσελκύει τους πελάτες του με τις γυναίκες στο αέτωμα, ανοίγοντας ταυτόχρονα και ένα παράθυρο στο παρελθόν.
«Δεν πρόκειται να ζητήσουμε συγγνώμη για την εκμετάλλευση των γυναικών» είπε. «Αυτό είναι το ιστορικό παρελθόν για το οποίο μάχομαι».
Από τους διακόσιους οίκους ανοχής των Παρισίων, που λειτουργούν με άδεια και ελέγχους, κάποιοι πολυτελείς και κάποιοι όχι –που ήκμαζαν μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930, το Aux Belles Poules είναι ό,τι απόμεινε από μια εποχή κατά την οποία μια ευδαιμονούσα σεξουαλική επιχείρηση είχε ενσωματωθεί στην παρισινή ζωή.
Στα υπόγεια του κτιρίου υπήρχαν ψεύτικα δωμάτια βασανιστηρίων εξοπλισμένα με καμουτσίκια και αλυσίδες. Υπήρχε ακόμα μία ειδική μονάδα της αστυνομίας που ήλεγχε ότι ο οίκος ανοχής ήταν καθαρός και διέθετε προφυλακτικά και οινόπνευμα για τρίψιμο.
Ο πατέρας της Σενότ διατηρούσε μια επιχείρηση δικτύων κομπιούτερ στο ισόγειο του κτιρίου, εκεί όπου παλιότερα οι ζωντανοί πίνακες των γυναικών διασκέδαζαν την πελατεία. Μια όμορφη σκάλα αρ ντεκό οδηγούσε στα πάνω δωμάτια, εκεί όπου πήγαιναν οι πελάτες.
Η οικογένεια γνώριζε το «πονηρό» παρελθόν του κτιρίου, κυρίως επειδή οι απόγονοι του Aux Belles Poules εξακολούθησαν την εργασία τους στην οδό Μπλοντέλ στο κεντρικό Παρίσι, κοντά στο Πορτ Σεντ Ντενί.
Μια ημέρα το 2014 αποκαλύφθηκε το περίτεχνο αέτωμα του σπιτιού. Την αποκάλυψη χαιρέτισαν και οι κυρίες της οδού Μπλοντέλ.
Οι αντιπαραθέσεις ανάμεσα στους αξιωματούχους που είχαν επιφορτιστεί με την ιστορική διατήρηση, στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και οι διαμαρτυρίες που ακολούθησαν την επίσημη κατοχύρωση του Aux Βelles Poules δείχνουν την αμηχανία που γεννά το θαμμένο του παρελθόν, χρόνια μετά, αφού οι οίκοι ανοχής έκλεισαν για πάντα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
ADAM NOSSITER / THE NEW YORK TIMES/Καθημερινή
No comments:
Post a Comment