Τις τελευταίες εβδοµάδες η Ελλάδα δίνει την εντύπωση µιας χώρας που ετοιµάζεται να χρεοκοπήσει εξαιτίας της πολιτικής και όχι λόγω της οικονοµικοκοινωνικής κρίσης. Σαν να ζούµεµοιρολατρικά την αγωνία µιας επερχόµενης καταστροφής, τηνοποία όλοι βλέπουν, όλοι ξέρουνότι πρέπει να αποφύγουµε, αλλά κανείς δεν αναλαµβάνει τις ευθύνες που του αναλογούν. Οι πολιτικοί αρχηγοί«συναίνεσαν» στο να ζητήσουµε διευκολύνσεις από τους δανειστές. Αυτό έλειπε να διαφωνούσαν και σε αυτό! Το καθήκον όµως των πολιτικών ηγετών δεν είναι να επιβεβαιώνουν το αυτονόητο, αλλά να διαµορφώσουν ένα άλλο κλίµα δηµόσιου λόγου που µέσα από τις διαφορές θα εστιάζει στον κεντρικό εθνικό στόχο.
Οποιο µελλοντικό σενάριο και αν εξετάσουµε, όποια όψη της κρίσης και αν τονίσουµε είτε τα ελλείµµατα, είτε το χρέος, είτε την ανταγωνιστικότητα, το τελικό ζητούµενο είναι ότι µετά περίπου τρία χρόνια η Ελλάδα θα πρέπει να παράγει πρωτογενή (τουλάχιστον) δηµοσιονοµικά πλεονάσµατα για µια παρατεταµένη περίοδο. Το έχει πετύχει στην περίοδο 1994-2001. Τώρα πρέπει να τοκάνει µε άλλους τρόπους, σε πολύ δυσκολότερες συνθήκες. Ούτε το Μνηµόνιο, ούτε µια ευνοϊκή ρύθµισητου χρέους,ούτε καν µια «σφαιρική λύση» που συνδυάζει όλα τα προηγούµενα όπως αυτές που διατυπώνουν έγκυρα ευρωπαϊκά επιστηµονικά κέντρα, µετατοπίζουν κατά πολύ το ζητούµενο, ούτε το απαντούν εξ ολοκλήρου. Ούτε τα σηµερινά ευχολόγια γιαανάπτυξη που πολλοί λανσάρουν σαν άµεση µαγική λύση. Η ανάπτυξη σε ένα χρεοκοπηµένο κράτος θα γίνει µε βάση τις ιδιωτικές επενδύσεις, τις εξαγωγές και τις εξωστρεφείς υπηρεσίες συµπεριλαµβανοµένου του τουρισµού. Ολα αυτά θέλουν χρόνο, προϋποθέτουν εξυγίανση των δηµόσιων οικονοµικών, αποτελεσµατικές πολιτικές µεταρρυθµίσεων, εκλογίκευση του δηµόσιου τοµέα, αναβάθµιση του κύρους των θεσµών, κλίµα εθνικής κινητοποίησηςκαι δίχτυκοινωνικής προστασίας για τους πολύαδύναµους και τους άνεργους.
Σκιαγραφώ τα αυτονόητα. Αυτά τα οποία θα έπρεπε να είναι ο πυρήνας της εθνικήςσυνεννόησης, έξω από τον οποίο θα άρχιζαν οι διαφοροποιήσεις των προτάσεων, αναλόγως των ιδεολογικών- προγραµµατικών χαρακτηριστικών των κοµµάτων. Και δεν µιλώ µόνο για τα λεγόµενα κόµµατα εξουσίας, αλλά και για την παραδοσιακή Αριστερά, η οποία στο παρελθόν έχει παίξει ουσιαστικό ρόλο σε περιόδους εθνικών κρίσεων.
Η
ΕΛΛΑ∆Α δεν είναι «αθάνατη», έχει «πεθάνει»αρκετές φορές βυθιζόµενη σεδραµατικές εθνικές κρίσεις και καταστροφές. Από την άλλη όµως, δεν ήταν ψωροκώσταινα. Ιστορικά η ελληνική κοινωνία έχει δείξει δεκτικότητες στον εκσυγχρονισµό, ικανότητες προσαρµογής και αναγεννητικό δυναµικό.Εχουµε παραδείγµατα στην ίδιατη µεταπολιτευτική Ελλάδα. Οτανυπήρξε σαφής εθνική στοχοθεσία καιαφοσιωµένη στον στόχο ηγεσία, η κοινωνία ανταποκρίθηκε. ∆ιαµορφώθηκε ένας κεντρικός κοινωνικός κορµός, διαταξικός, διαρθρωµένος σε όλη την κοινωνική ιεραρχία, στα λαϊκά, στα µεσαία και στα ανώτερα στρώµατα, πλουραλιστικός στις αξίες και στις νοοτροπίες, ο οποίος προσανατολίστηκε στην επίτευξη του στόχου.
Και στην παρούσα κρίση που µας έχει φέρει το χείλος της καταστροφής, ξεχωρίζει ένας κεντρικός πλειοψηφικός χώρος που έχει συνείδηση της έκτακτης κατάστασης. Συγκροτεί ένα πολύτιµο υπόβαθρο πουθα µπορούσε να εγγυηθεί τη δηµοκρατικότητα, τον ευρωπαϊκό χαρακτήρα, το νεωτερικό κοινωνικό ήθος της χώραςεν καιρώ κρίσης. Αυτός όµως ο κεντρικός κοινωνικός κορµός αποθαρρύνεταισήµερα, βλέπει τις αξίες του να υποχωρούν, καθώς υφίσταται τιςαποδιαρθρωτικές επιδράσειςτου πολιτικού σκηνικού και την αποκαρδιωτική εικόνα των πολιτικών ηγεσιών. Η κυβέρνηση δηλώνει σχεδόν ανοιχτά την κούραση και την αδυναµία της να προτείνει στην κοινωνία µια µεσοπρόθεσµη εθνική στρατηγική ανασυγκρότησης. Η κατάληψη της ηγεσίας της Ν.∆. από την πολιτικά αφερέγγυα ΠΟΛ.ΑΝ. έχει καταστρέψει κάθε ίχνος εθνικήςσυναίνεσης. Το ΚΚΕ για πρώτη φορά στη µεταπολίτευση φλερτάρει µε ανοµικές ατοµιστικές και µιντιακές συµπεριφορές ξένες προς την παράδοσή του. Επιπλέον, αυτός ο κεντρικός κοινωνικός κορµός βάλλεται από τα άκρα, καθώς παγιώνονται οι βίαιες καιαντιδηµοκρατικές εκδηλώσεις που ροκανίζουν τη δηµοκρατικότητα και την κοινωνική συνοχή της µεταπολιτευτικής Ελλάδας. Στο δεξιό άκρο, δίπλα στη νέα Ακροδεξιά, αναβιώνει ο εθνικιστικός χώρος των αρχών της δεκαετίαςτου ‘90 επιζητώνταςτη ρεβάνς τηςµάχης που έχασε µετά τηνεπικράτηση του ευρωπαϊκού εκσυγχρονισµού της χώρας (∆ηµήτρης Μητρόπουλος, «ΤΑ ΝΕΑ» 5/3/2011). Επιτίθεται κυρίως µέσω του ∆ιαδικτύου και ορισµένων φαλιρισµένων καναλιών που θέλουν να επιβιώσουν εκβιάζοντας το πολιτικό σύστηµα. Στο αριστερό άκρο, έχουν επικρατήσει πλέον οινεοαναρχικές ή απλώς οι χουλιγκανικές βίαιες µορφές κινητοποίησης, και έχουν επιβάλει την ηγεµονία τους στονπαραδοσιακό αριστερίστικο χώρο.
Ο
ΛΑ ΑΥΤΑ θα µπορούσαννα ηχήσουν σαν µπλουζ της καταρρέουσας δηµοκρατίας της Βαϊµάρης, αλλά ευτυχώς είµαστε σε άλλους καιρούς. Μοιάζουµε περισσότερο µε τους «µοιραίους κι άβουλος» του Βάρναλη. Αναµένουµε το «θάµα» από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Το πιθανότερο είναι ότι αργά ή γρήγορα το «θάµα» θα γίνει και οι Ευρωπαίοι θα επιδιώξουν µια σφαιρικότερη απάντηση στην «ελληνική κρίση». Οποια όµως και αν είναι αυτή, θα συνεπάγεται ένα αυστηρό µακροπρόθεσµο πλαίσιο δηµοσιονοµικής και οικονοµικής πολιτικής.
Θα απαιτεί εξάλλου ∆ηµόσια ∆ιοίκηση εκατό φορές αποτελεσµατικότερη από την υπάρχουσα. Αυτό θα είναι το πλαίσιο και το στοίχηµα.
Μπορεί αυτή η χώρα να ανασυνταχθεί; Μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι βρισκόµαστε ακόµα στην αρχή µιας πολυετούς προσπάθειας και όχι στο τέλος; Η κοινωνία και η ιστορία λένε ότι η Ελλάδα µπορεί. Αρκεί να µπορέσουν η πολιτική και οι πολιτικοί της. Αν συνεχίσει η αποσυνθετική επίδραση της πολιτικής, τότε η κοινωνία θα κατακερµατιστεί οχυρωνόµενη πίσω από τις πανίσχυρες στην Ελλάδα «µερικές» ταυτότητες της οικογένειας, της τοπικής κοινωνίας, της συντεχνίας και του αµυντικού ανάδελφου έθνους. Η διαµόρφωση µιας πλειοψηφικής πολιτικής βούλησης για τη συντεταγµένη διέξοδο από την κρίση θα γίνει απλή ουτοπία. Το σήµα της ανασύνταξης θα πρέπει να το δώσει το κυβερνών κόµµα και ο Πρωθυπουργός. Μόνο η δική τους ανασύνταξη µπορεί να υποχρεώσει σε ανάλογες µεταστροφές τις αντιπολιτεύσεις. Υπάρχει ασφαλώς «πρόβληµα συντονισµού» που οφείλεται στον τρόπο λειτουργίας του Πρωθυπουργού, αλλά αυτή είναι η οργανωτική έκφραση του βαθύτερου προβλήµατος έλλειψης εθνικής στρατηγικής που θα ενοποιούσε πολιτικά τον κυβερνητικό χώρο. Προϋπόθεση παραγωγής πειστικής εθνικής στρατηγικής είναι να πάψει ο κυβερνητικός σχηµατισµός να είναι ένα σύνολο «ολιγαρχών». Να διαµορφωθεί ένα ισχυρό πολιτικό κέντρο. Να αξιοποιηθούν όλες οι ικανές δυνάµεις του κόµµατος, της πολιτικής και της κοινωνίας. Να συγκροτηθούν επιτελικές εστίες παραγωγής στρατηγικής και προγράµµατος. Να βγει θαρραλέα το κυβερνών κόµµα να υποστηρίξει την πολιτική του στην κοινωνία. Να καθιερώσει την περιοδική συνάντηση µε τα άλλα κόµµατα σε υψηλό επίπεδο, έστω και αν αυτή περιορίζεται στην ανταλλαγή απόψεων.
Ας έχουµε συνείδηση. Το πολιτικό - κοµµατικό σύστηµα βαδίζει επί ξυρού ακµής. Και η σηµερινή Ελλάδα µπορεί να γίνει έρµαιο του πρώτου χαρισµατικού λαϊκιστή αγνώστων λοιπών στοιχείων.
Στην παρούσα κρίση που µας έχει φέρει στο χείλος της καταστροφής, ξεχωρίζει ένας κεντρικός πλειοψηφικός χώρος που έχει συνείδηση της έκτακτης κατάστασης
Ο Γιάννης Βούλγαρης είναι καθηγητής στο Τµήµα Πολιτικής Επιστήµης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστηµίου