Δημήτρης Ψαρράς αξιωματικής αντιπολίτευσης στην πρωτοβουλία αυτήν επισφραγίζεται από το γεγονός ότι η πρόταση συνυπογράφεται από το σύνολο της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος με πρώτο τον Κυριάκο Μητσοτάκη και στη συνέχεια τους δύο πρώην πρωθυπουργούς Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά.
Η πρόταση βασίζεται στη συνταγματική ρύθμιση που περιλήφθηκε στην αναθεώρηση του 2001, σύμφωνα με την οποία «Νόμος που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών μπορεί να ορίζει τα σχετικά με την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος από τους εκλογείς που βρίσκονται έξω από την Επικράτεια» (άρθρο 54 παρ. 4).
Η κίνηση αυτή θεωρήθηκε από τη Ν.Δ. ως απαραίτητη «ρελάνς» στο «αμερικανικό φθινόπωρο» του κ. Τσίπρα, ο οποίος με την επίσκεψή του στις ΗΠΑ και τη συνάντησή του με τον πρόεδρο Τραμπ εμφανίστηκε να διεμβολίζει τον παραδοσιακά συντηρητικό και δεξιό χώρο της λεγόμενης «ομογένειας».
Στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει την πρόταση νόμου, η Ν.Δ. αναφέρει ότι κατέθεσε στη Βουλή «σε δύο διαφορετικούς χρόνους σχέδια για τη διευκόλυνση των εκτός επικρατείας εκλογέων» και προσθέτει με νόημα ότι «στις 19.2.2009 ο τότε υπουργός Εσωτερικών και σημερινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος κατέθεσε για πρώτη φορά στη μεταπολιτευτική του τόπου κυβερνητικό σχέδιο νόμου το οποίο περιείχε πλήρεις διατάξεις για την ενεργοποίηση του εκλογικού δικαιώματος των εκτός επικρατείας εκλογέων». Η δεύτερη φορά ήταν «επτά χρόνια μετά, στις 8.4.2016, όταν η κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας (σ.σ.: ως αντιπολίτευση πλέον) κατέθεσε πρόταση νόμου με ήσσονος σημασίας αλλαγές στο αρχικό σχέδιο του 2009».
Στα επιχειρήματα που προβάλλει σήμερα η Ν.Δ. περιλαμβάνεται και ένα καινούργιο, το οποίο προέκυψε κατά τη συγκυρία της κρίσης: «Για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες η Ελλάδα, δυστυχώς, λόγω της οικονομικής κρίσης, έγινε και πάλι χώρα εξαγωγής εργατικού δυναμικού. Οι Ελληνες αυτοί πολίτες άφησαν τη χώρα αναζητώντας εργασιακή διέξοδο και με την ελπίδα μια μέρα, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, να επαναπατρισθούν. Σε αυτούς τους Ελληνες που έχουν νωπούς τους δεσμούς με τη μητέρα πατρίδα, όπως και σε όλους τους Ελληνες της διασποράς, που διατηρούν άσβεστη τη φλόγα του Ελληνισμού, δεν έχει κανείς το δικαίωμα ή το ηθικό ανάστημα να εγείρει εμπόδια στη γέφυρα με την Ελλάδα».
Αλλά με τις διατυπώσεις αυτές επιχειρείται η σύγχυση μεταξύ των πολιτών που υποχρεώθηκαν να εκπατριστούν τα τελευταία χρόνια και ενός απροσδιόριστου «ομογενειακού» πληθυσμού, στον οποίο περιλαμβάνονται πολίτες άλλων κρατών με μακρινούς οικογενειακούς δεσμούς με την Ελλάδα. Κανένας σχετικός διαχωρισμός δεν προβλέπεται από το περιεχόμενο του νομοσχεδίου.
Είναι αλήθεια ότι δεν εφευρέθηκε σήμερα από τη Ν.Δ. το ζήτημα. Αλλά δεν είναι ακριβές ότι η προσπάθεια αυτή ξεκινά το 2009. Η απόδοση ψήφου στους αποδήμους υπήρξε ήδη από τις αρχές του 2004 προεκλογική δέσμευση του τότε προέδρου της Κώστα Καραμανλή. Την ίδια υπόσχεση έδωσε τον Δεκέμβριο του 2006 ο κ. Καραμανλής, ως πρωθυπουργός πλέον, από το βήμα του συνεδρίου του Συμβουλίου Αποδήμου Ελληνισμού (ΣΑΕ). Ακολούθησαν διαβουλεύσεις με το ΣΑΕ και μάλιστα στάλθηκε στο ΣΑΕ «Προσχέδιο», το οποίο δεν έγινε δεκτό από τους αποδέκτες του, καθώς ζητούσαν και το δικαίωμα του εκλέγεσθαι.
Το τραύμα του 2009
Οταν τελικά έφτασε στη Βουλή η πρόταση της Ν.Δ., στις αρχές του 2009, σύσσωμη η αντιπολίτευση αντέδρασε. Μοναδική εξαίρεση ο ΛΑΟΣ του Γ. Καρατζαφέρη, που εκείνη την περίοδο είχε επιδοθεί σε έντονο πολιτικό φλερτ με την κυβέρνηση, σύμφωνα με τη θεωρία του αρχηγού του περί «δεξιάς πολυκατοικίας», στην οποία συνοικούσαν τα δύο κόμματα.
Η κυβέρνηση Καραμανλή είχε ανταποκριθεί στην επίθεση αγάπης του Καρατζαφέρη, ξεχνώντας όσα είχε σούρει στον ίδιο τον τότε αρχηγό της Ν.Δ. από το 2000 ο αρχηγός του ΛΑΟΣ. Η αρχική γραμμή Καραμανλή, ότι «δεν συνεργάζεται με τα άκρα», μεταβλήθηκε εκείνες τις μέρες σε στενή συνεργασία με την Ακροδεξιά, παρά το γεγονός ότι εκείνην ακριβώς την περίοδο ο Γ. Καρατζαφέρης είχε προβεί στις πιο ακραίες αντισημιτικές δηλώσεις, με το περιβόητο «ο Εβραίος μυρίζει αίμα» (εφ. «Αλφα Ενα», 4.1.2009).
Ο λόγος ήταν βέβαια ότι η κυβέρνηση διέθετε οριακή πλειοψηφία (151 έδρες) και χρειαζόταν το μαξιλαράκι του ΛΑΟΣ για να αποφύγει τις εκλογές. Η σύμπλευση των δύο κομμάτων σε ζητήματα όπως αυτό των «αποδήμων» ήταν δεδομένη και διευκόλυνε τη σύγκλιση. Αλλωστε ήδη και στα μέσα της προηγούμενης χρονιάς (Μάιος 2008) ο ΛΑΟΣ είχε συμφωνήσει με τις περισσότερες προτάσεις για συνταγματική αναθεώρηση της Ν.Δ. και ανάμεσά τους τη… συμβολική πρόταση να μετονομαστεί το Συμβούλιο Αποδήμου Ελληνισμού σε Συμβούλιο Ελληνισμού της Διασποράς.
Οταν, λοιπόν, κατέθεσε η κυβέρνηση Καραμανλή το σχέδιο νόμου, γνώριζε ότι μοναδικός υποστηρικτής του θα ήταν το κόμμα Καρατζαφέρη. Το κατέθεσε, δηλαδή, εν γνώσει του ότι αποκλείεται να συγκεντρώσει τις απαιτούμενες 200 ψήφους· μόνο και μόνο για επικοινωνιακούς λόγους και για να «εκθέσει» στους αποδήμους το ΠΑΣΟΚ.
Για το πώς αντέδρασε η αντιπολίτευση, αρκεί να αναφέρουμε ένα μικρό απόσπασμα από την αγόρευση του Ευάγγελου Βενιζέλου: «Το νομοσχέδιο που προτείνει η κυβέρνηση στη Βουλή για τη δήθεν ψήφο των αποδήμων είναι ένα συνταγματικό τερατούργημα. Προσβάλλει βάναυσα θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος της χώρας. Πρόκειται όχι απλώς για εμπαιγμό των αποδήμων Ελλήνων αλλά και για υποβάθμιση και για διασυρμό του σκληρού πυρήνα της δημοκρατίας γιατί γίνεται απόπειρα νόθευσης των βασικών κανόνων της εκλογικής διαδικασίας» (1.4.2009).
Τα ίδια επανέλαβε και την επομένη ο κ. Βενιζέλος: «Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι το νομοσχέδιό της είναι αντισυνταγματικό. Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι δεν πρόκειται να αποσπάσει τη συναίνεση της αντιπολίτευσης. Δεν διαφωνεί μόνο το ΠΑΣΟΚ. Διαφωνεί και ο ΣΥΡΙΖΑ και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Και ενώ τα γνωρίζει όλα αυτά η Κυβέρνηση και προσωπικά ο Πρωθυπουργός έρχεται εδώ για να κάνει τι; Για να κάνει ένα προεκλογικό φλερτ με τους απόδημους Ελληνες;»
Εκείνος, βέβαια, που είπε τα πράγματα με τ’ όνομά τους ήταν ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ Σπύρος Χαλβατζής: «Το νομοσχέδιο και όλη η κατάσταση που διαμορφώνεται τείνει να φέρει στις κάλπες ένα εκατομμύριο ψηφοφόρους. Και αυτό αντικειμενικά θα αλλοιώσει την πραγματικότητα που υπάρχει σήμερα στην ελληνική κοινωνία, στην ελληνική Βουλή.
Ανθρωποι οι οποίοι ζουν δεκάδες χρόνια μακριά από την Ελλάδα, που δεν έχουν καμία σχέση, καμία γνώση της ελληνικής πραγματικότητας θα διαμορφώσουν το εκλογικό αποτέλεσμα. Και αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα θα είναι αναντίστοιχο με την υπάρχουσα πραγματικότητα στη χώρα μας».
Τελικά, όπως αναμενόταν, το νομοσχέδιο απορρίφτηκε, εφόσον ψηφίστηκε μόνο από Ν.Δ. και ΛΑΟΣ, δεν συγκέντρωσε δηλαδή την απαιτούμενη πλειοψηφία των 2/3 (159 υπέρ, 106 κατά, 2 παρών).
Τι συμβαίνει στις άλλες χώρες;
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, από την ισχύουσα νομοθεσία των κρατών-μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης, στις περισσότερες χώρες εφαρμόζονται διαδικασίες που επιτρέπουν στους υπηκόους τους που διαμένουν στο εξωτερικό να ψηφίζουν στις βουλευτικές εκλογές.
Αλλά οι διαδικασίες αυτές ποικίλλουν τόσο πολύ ώστε καθίσταται αδύνατη η κατάταξη των επιλογών κάθε χώρας σε σαφείς κατηγορίες. Μπορεί φυσικά να γίνει ένας διαχωρισμός μεταξύ δύο μεγάλων κατηγοριών: εκείνη των κρατών-μελών που επιτρέπουν στους πολίτες τους να ψηφίζουν από το εξωτερικό, και εκείνη που δεν το επιτρέπουν.
❒ Σε 37 κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης προβλέπεται ψήφος στο εξωτερικό: Αυστρία, Βέλγιο, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Κροατία, Δημοκρατία της Τσεχίας, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Γαλλία, Γεωργία, Γερμανία, Ουγγαρία, Ισλανδία, Ιταλία, Λετονία, Λιχτενστάιν, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μολδαβία, Μονακό, Ολλανδία, Νορβηγία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Ρωσία, Σερβία, Σλοβακία, Σλοβενία, Ισπανία, Σουηδία, Ελβετία, Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, Τουρκία, Ουκρανία και Ηνωμένο Βασίλειο. Σ’ αυτές τις χώρες προβλέπεται είτε η ψήφος σε εκλογικά κέντρα του εξωτερικού είτε η επιστολική ψήφος, ή και τα δύο.
❒ Σε 17 χώρες επιτρέπεται η ψήφος σε πρεσβείες ή προξενεία ή εκλογικά κέντρα εγκατεστημένα εκτός της χώρας: Βουλγαρία, Κροατία, Δημοκρατία της Τσεχίας, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Γεωργία, Ουγγαρία, Ισλανδία, Μολδαβία, Νορβηγία, Πολωνία, Ρουμανία, Ρωσία, Σερβία, Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας και Ουκρανία.
❒ Σε 8 χώρες (Αυστρία, Γερμανία, Ιταλία, Λιχτενστάιν, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία και Σλοβακία) επιτρέπεται ψήφος μόνο δι’ αλληλογραφίας, είτε μέσω πρεσβείας ή προξενείου είτε γράφοντας απευθείας στην αρμόδια εθνική αρχή. Η δυνατότητα ψήφου είτε σε πρεσβεία (ή προξενείο) είτε δι’ αλληλογραφίας προβλέπεται στο Βέλγιο, στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, στην Εσθονία, στη Λετονία, στη Λιθουανία, στη Σλοβενία, στην Ισπανία και στη Σουηδία. Ενας μικρός αριθμός χωρών -Βέλγιο, Γαλλία, Ολλανδία, Ελβετία και Ηνωμένο Βασίλειο- επιτρέπουν την ψήφο μέσω πληρεξουσίου. Στο Μονακό, η ψήφος μέσω πληρεξουσίου είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο οι υπήκοοι της χώρας αυτής μπορούν να ψηφίσουν στο εξωτερικό.
❒ Ορισμένα κράτη (η Ολλανδία και η Ελβετία) επιτρέπουν την ηλεκτρονική ψήφο. Αυτό το είδος ψήφου έχει ήδη προβλεφθεί από τον νόμο και εφαρμόζεται στην Εσθονία.
❒ Σε 5 κράτη-μέλη (Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Δανία, Ουγγαρία, Λιχτενστάιν και Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας) μόνο τα άτομα που διαμένουν προσωρινά εκτός της χώρας έχουν το δικαίωμα να ψηφίζουν στο εξωτερικό.
❒ Σε ορισμένες χώρες, οι απόδημοι χάνουν το δικαίωμα ψήφου μετά κάποιο χρονικό διάστημα (15 έτη στο Ηνωμένο Βασίλειο και 25 έτη στη Γερμανία).
❒ Ορισμένες χώρες όπως η Αυστρία, η Ουγγαρία, η Σλοβενία και η Ουκρανία επιτρέπουν την ψήφο στο εξωτερικό μόνο με την άδεια της χώρας υποδοχής.
❒ Σε 5 χώρες (Κροατία, Γαλλία, Ιταλία και Πορτογαλία) οι απόδημοι μπορούν να επιλέγουν τους αντιπροσώπους τους στο εθνικό Κοινοβούλιο σε περιφέρειες που έχουν συσταθεί στο εξωτερικό. Στην Πορτογαλία, καθεμιά από τις δύο περιφέρειες εκλέγει έναν βουλευτή.
Οι Γάλλοι πολίτες που διαμένουν στο εξωτερικό συμμετέχουν στην εκλογή δώδεκα μελών της Γερουσίας μέσω της Ενωσης Γάλλων Αποδήμων η οποία αριθμεί 150 μέλη. Από το 2012 έχουν τη δυνατότητα να εκλέγουν έντεκα μέλη της Εθνοσυνέλευσης. Στην Κροατία και την Ιταλία, ο αριθμός των κοινοβουλευτικών εδρών που κατανέμονται σε περιφέρειες του εξωτερικού εξαρτάται από τον αριθμό των εκπεφρασμένων ψήφων.
❒ Από τις χώρες οι οποίες δεν χορηγούν δικαίωμα ψήφου στο εξωτερικό ή επιβάλλουν σημαντικούς περιορισμούς, 8 κράτη-μέλη (Αλβανία, Ανδόρα, Αρμενία, Αζερμπαϊτζάν, Κύπρος, Μάλτα, Μαυροβούνιο και Αγιος Μαρίνος) δεν επιτρέπουν καθόλου την ψήφο. Στην Ιρλανδία εφαρμόζονται αυστηροί κανόνες, με τη δυνατότητα της επιστολικής ψήφου να χορηγείται μόνο σε μέλη της αστυνομίας και των ενόπλων δυνάμεων και σε Ιρλανδούς διπλωμάτες και τους/τις συζύγους τους.
❒ Σε 22 κράτη-μέλη τα οποία επιτρέπουν την ψήφο από το εξωτερικό, τα άτομα που επιθυμούν να κάνουν χρήση αυτής της δυνατότητας πρέπει εντός ορισμένης προθεσμίας να υποβάλουν αίτηση εγγραφής στους εκλογικούς καταλόγους, είτε στις αρχές της χώρας καταγωγής τους είτε στη διπλωματική ή προξενική αποστολή στο εξωτερικό.
Στη Δανία, τα άτομα που έχουν δικαίωμα ψήφου πρέπει να υποβάλουν αίτηση στην τελευταία κοινότητα διαμονής. Στην Ουγγαρία, οι ψηφοφόροι πρέπει να υποβάλουν αίτημα εγγραφής στη διπλωματική ή προξενική αποστολή. Στη Γερμανία και στο Λουξεμβούργο, η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται στις τοπικές αρχές. Οι Ισπανοί εκλογείς πρέπει να υποβάλουν αίτηση στο επαρχιακό παράρτημα του εκλογικού γραφείου για την εγγραφή τους στον ειδικό κατάλογο εξ αποστάσεως εκλογέων.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι εκλογείς που διαμένουν στο εξωτερικό πρέπει να επανεγγράφονται κάθε έτος στο τοπικό εκλογικό γραφείο. Σε ορισμένες χώρες, η αίτηση πρέπει να αποστέλλεται στη διπλωματική ή προξενική αποστολή, η οποία είτε συντάσσει η ίδια τον κατάλογο των εκλογέων είτε διαβιβάζει τις αιτήσεις στην αρμόδια αρχή της χώρας καταγωγής.
Είναι υποχρέωση της πολιτείας;
Πέραν της προφανούς πολιτικής διάστασης του ζητήματος, από τους επισπεύδοντες εισηγητές του νομοσχεδίου προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η θέσπιση της ψήφου των αποδήμων ισοδυναμεί με συμβατική υποχρέωση και όχι απλή δυνατότητα της πολιτείας, ενώ έχουν διατυπωθεί και απόψεις που υποστηρίζουν ότι η σχετική πρόβλεψη του Συντάγματος έχει καταστεί υποχρεωτική, μετά την παρέλευση τόσων χρόνων.
Στο σημείο αυτό διαθέτουμε μια απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) με την οποία απορρίπτονται αυτές οι αιτιάσεις.
Πρόκειται για την απόφαση που εκδόθηκε στο Στρασβούργο στις 15.3.2012 για την υπόθεση «Σιταρόπουλος και Γιακουμόπουλος κατά Ελλάδας» (Προσφυγή 42202/2007). Οι προσφεύγοντες ήταν κάτοικοι Στρασβούργου και υπάλληλοι του Συμβουλίου της Ευρώπης. Με την προσφυγή τους υποστήριξαν ότι το ελληνικό κράτος παραβίασε την Ευρωπαϊκή Συνθήκη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), επειδή δεν τους επέτρεψε να ασκήσουν το εκλογικό τους δικαίωμα στον τόπο κατοικίας τους (τη Γαλλία) κατά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007.
Η προσφυγή εξετάστηκε από το αρμόδιο τμήμα του ΕΔΔΑ, το οποίο αποφάνθηκε στις 8.7.2010 ότι υπήρξε πράγματι παραβίαση του άρθρου 3 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1 της ΕΣΔΑ, το οποίο αναφέρεται στο «Δικαίωμα για ελεύθερες εκλογές» και προβλέπει ότι τα μέλη «αναλαμβάνουν την υποχρέωση να διενεργούν κατά εύλογα διαστήματα ελεύθερες εκλογές με μυστική ψηφοφορία, υπό συνθήκες που εξασφαλίζουν την ελεύθερη έκφραση της λαϊκής θέλησης ως προς την εκλογή του νομοθετικού σώματος».
Η υπόθεση οδηγήθηκε στο Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης του Δικαστηρίου, το οποίο στις 15.3.2012 ανέτρεψε την αρχική απόφαση, κρίνοντας ότι δεν υπήρξε καμιά παραβίαση του εν λόγω άρθρου. Το σκεπτικό με το οποίο οδηγήθηκε σ’ αυτή την κρίση το Δικαστήριο έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον:
❒ Κατ’ αρχάς διατυπώνεται η διαπίστωση ότι τα κράτη-μέλη αντιμετωπίζουν το ζήτημα των βουλευτικών εκλογών με εντελώς διαφορετικό τρόπο το καθένα: «Υπάρχουν πολυάριθμοι τρόποι οργάνωσης και λειτουργίας των εκλογικών συστημάτων και πλήθος διαφορών, μεταξύ άλλων, στην ιστορική εξέλιξη, στην πολιτιστική ποικιλομορφία και στην πολιτική σκέψη εντός της Ευρώπης, διαφορές τις οποίες έκαστο Συμβαλλόμενο Κράτος οφείλει να ενσωματώσει στη δική του άποψη για τη δημοκρατία».
❒ Σημαντικότερες είναι οι παρατηρήσεις για τον πυρήνα του προβλήματος: «Οσον αφορά τους περιορισμούς στο εκλογικό δικαίωμα των αποδήμων βάσει του κριτηρίου κατοικίας, οι θεσμοί της Σύμβασης (σ.σ.: εννοείται η ΕΣΔΑ) έχουν δεχθεί κατά το παρελθόν ότι αυτοί μπορεί να αιτιολογούνται από διάφορους παράγοντες:
πρώτον, το τεκμήριο ότι οι υπήκοοι που δεν κατοικούν εντός της επικράτειας δεν επηρεάζονται τόσο άμεσα ή διαρκώς από τα καθημερινά προβλήματα της χώρας και έχουν μικρότερη γνώση γι’ αυτά.
Δεύτερον, το γεγονός ότι οι υπήκοοι που δεν κατοικούν εντός της επικράτειας έχουν λιγότερη επιρροή στην επιλογή των υποψηφίων ή στη διαμόρφωση των εκλογικών προγραμμάτων τους.
Τρίτον, η στενή σύνδεση μεταξύ του δικαιώματος ψήφου στις βουλευτικές εκλογές και του να επηρεάζεται κάποιος άμεσα από τις πράξεις των πολιτικών οργάνων που έχουν εκλεγεί με αυτόν τον τρόπο και,
τέταρτον, η θεμιτή έγνοια που μπορεί να έχει ο νομοθέτης για περιορισμό της επιρροής των πολιτών που διαμένουν στο εξωτερικό επί ζητημάτων τα οποία, αν και θεμελιώδη, επηρεάζουν κατά κύριο λόγο τα άτομα που κατοικούν στη χώρα».
❒ Διατυπώνεται μάλιστα η άποψη ότι το κράτος-μέλος μπορεί να στερεί το δικαίωμα ψήφου σε πολίτες οι οποίοι βρίσκονται για μεγάλο χρονικό διάστημα στο εξωτερικό: «Το Δικαστήριο έκρινε ότι η εκπλήρωση της προϋπόθεσης κατοικίας ή διάρκειας της κατοικίας για την άσκηση του δικαιώματος ψήφου στις εκλογές δεν αποτελεί, κατ’ αρχάς, αυθαίρετο περιορισμό του δικαιώματος ψήφου και ως εκ τούτου δεν είναι ασύμβατη προς το άρθρο 3 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1».
Οι θέσεις αυτές του Δικαστηρίου έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη σημερινή συγκυρία στην Ελλάδα και ειδικά η σαφής διάκριση μεταξύ «προσωρινών» εκπατρισμένων και «μονίμων» αποδήμων.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη Δημοκρατία μέσω του Δικαίου (Επιτροπή της Βενετίας, συμβουλευτικό όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης) έχει συντάξει διαδοχικές εκθέσεις για το ζήτημα. Η Εκθεση 580 του 2010 αναφέρεται ρητά σε «πολίτες οι οποίοι έχουν διατηρήσει δεσμούς με τη χώρα καταγωγής τους», και «για άτομα που βρίσκονται προσωρινώς εκτός της επικράτειας». Μάλιστα η Εκθεση διαπιστώνει ότι «το ποσοστό των πολιτών που διαμένουν εκτός της επικράτειας μπορεί να ποικίλλει σημαντικά από χώρα σε χώρα. Οταν οι πολίτες αυτοί είναι πολυάριθμοι, ενδέχεται να έχουν αποφασιστικό αντίκτυπο στα αποτελέσματα των εκλογών, γεγονός το οποίο μπορεί να αιτιολογήσει την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων».
Στα ίδια συμπεράσματα καταλήγει και πιο πρόσφατη Εκθεση (748/2013), στην οποία αναφέρεται ότι ο Κώδικας Καλών Πρακτικών της Επιτροπής Βενετίας δεν παίρνει θέση στο ζήτημα, θεωρώντας ότι είναι εξίσου θεμιτό να προβλέπεται ή όχι τρόπος εκλογής στο εξωτερικό, αλλά διαχωρίζει σαφώς τις περιπτώσεις των πολιτών που βρίσκονται προσωρινά εκτός της επικράτειας από εκείνων που ζουν επί πολλά χρόνια στο εξωτερικό.
Ολα αυτά, βέβαια, είναι ψιλά γράμματα, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι η πρόσφατη πρόταση της Νέας Δημοκρατίας είναι εξίσου προσχηματική και έχει ανάλογα μικροκομματικά κίνητρα με εκείνη που είχε γίνει το 2009.