Είναι ξεκάθαρο πια πως το Βερολίνο δεν είχε υπολογίσει τι θα σήμαινε μια Ελλάδα εκτός μνημονίων και εντός της Ευρωζώνης, έστω και με τριμηνιαία εποπτεία έως το 2022.
Το μόνο που μπορεί να κάνει μέχρι τότε είναι να υπονομεύει την Ελλάδα στις αγορές και να πιέζει να γράφονται μη καλές εκθέσεις.
Θα αποτύχει παταγωδώς γιατί η Ελλάδα θα στηριχθεί στις αγορές από αλλού.
Το Βερολίνο αντιλαμβάνεται πως δεν κρατά πια τη χώρα στο τσεπάκι του, ούτε την ψήφο της για την επιλογή νέου προέδρου της Κομισιόν, ούτε στις αποφάσεις για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης, ούτε στις επιλογές του στην εξωτερική πολιτική, ούτε στην χειραφέτηση της ΕΕ έναντι των ΗΠΑ υπό το γερμανικό imperium.
Επενδύει τώρα στους πρόθυμους, τύπου Κυριάκου Μητσοτάκη…
Τις τελευταίες ημέρες πριν την έξοδο σημειώθηκαν αλλεπάλληλες γερμανικές επικοινωνιακές επιθέσεις με στόχο την υπονόμευση της εξόδου της χώρας στις αγορές. Μετά την 20 Αυγούστου συνεχίστηκαν.
Χαρακτηριστικά, η Frankfurter Allgemeine Zeitung με ειρωνικό τίτλο «Ο νέος Οδυσσέας της Ελλάδας» προσπαθεί για πολλοστή φορά να αποδομήσει τον Έλληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα παρ΄ ότι πέτυχε την ολοκλήρωση και την έξοδο από το πρόγραμμα, χωρίς να έχει λύσει τα προβλήματα της Ελλάδας: όπως τις περιορισμένες επενδύσεις των επιχειρήσεων ή τη συνεχιζόμενη αβελτηρία της Διοίκησης».
Η άθλια κίτρινη Bild πήγε στα άκρα με τον τίτλο «Σιγά που σώθηκε»:
«Είναι όπως ένα βράδυ μετά από πολύ ούζο, ένα κεφάλι καζάνι που παραμένει πάνω από 8 χρόνια ελληνικής διάσωσης.
»Διότι η προσωρινή διάσωση αποκτήθηκε πολύ ακριβά, με δάνεια 270 δισ. ευρώ και το πιο πολύτιμο στην πολιτική, με την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων…
»Χάρη στα δικά μας χρήματα των φορολογουμένων εξασφάλισε ηρεμία μερικών χρόνων αλλά τις επιπτώσεις του ελληνικού δράματος θα τις νοιώθει για πολύ καιρό ακόμη, δηλαδή μια βαθιά δυσπιστία των πολιτών».
Αντίθετα, η Frankfurter Rundschau με τίτλο «Εκατοντάδες χιλιάδες στην Ελλάδα, επιβιώνουν με 400 ευρώ» αναρωτιέται «ποιον ή τι ακριβώς έσωσαν οι δανειστές της».
Και απαντά: «Όχι, κανείς δεν βοήθησε “τους Έλληνες πολίτες” και κανείς δεν τους έσωσε.
»Καθόλου περίεργο, αφού στον ελληνικό κρατικό προϋπολογισμό εισέρρευσε μόνο το δέκα τοις εκατό των περίπου 300 δισεκατομμύρια ευρώ των δανείων σύμφωνα με αξιόπιστους υπολογισμούς.
»Το συντριπτικό ποσοστό πήγε στις προβληματικές τράπεζες και στους δανειστές του ελληνικού κράτους.
»Η Γερμανία εισέπραξε κατά το διάστημα του “προγράμματος διάσωσης” τόκους ύψους 2,9 δισ. ευρώ από την Ελλάδα».
Ακολουθούν δύο άρθρα για το πώς εξελίχθηκε η γερμανική επίθεση, αλλά και τους πραγματικούς συσχετισμούς στην οικονομία και την κοινωνία.
Η επίθεση από την επικοινωνιακή Βέρμαχτ
Με αφορμή την ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού προγράμματος βοήθειας προς στην Ελλάδα, το Βερολίνο δια του γερμανικού Τύπου έχει εξαπολύσει μία συστηματική επικοινωνιακή επίθεση υπονόμευσης ενός θετικού οικονομικού και του πολιτικού κλίματος στην Ελλάδα, με προφανή στόχο την καθυστέρηση της εξόδου της στις αγορές και την παρεμπόδιση ενός επιτυχούς δανεισμού από αυτές.
Η στρατηγική αυτή μοιάζει να εκπορεύεται από το σύστημα Σόιμπλε και δεν αποκλείεται να προσβλέπει σε μια πολιτική αλλαγή που θα διασφαλίζει τα γερμανικά στρατηγικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της ανατολικής Μεσογείου.
Αλλεπάλληλα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου εστιάζουν στους υπαρκτούς αρνητικούς παράγοντες και σενάρια, παραβλέπουν ότι η «διάσωση» έγινε πρωτίστως για να καλυφθούν οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες που ήταν εκτεθειμένες στα ελληνικά ομόλογα, παραβλέπουν τα τερατώδη λάθη των προγραμμάτων που οδήγησαν στην ύφεση την ελληνική οικονομία, στην ανεργία και στην εκθεμελίωση μεγάλου τμήματος του παραγωγικού ιστού και την ανθρωπιστική κρίση που προκάλεσαν.
Πρόκειται για μια λυσσαλέα προσπάθεια για να μην αποκολληθεί η Ελλάδα από το γερμανικό άρμα, στόχος που φάνηκε από τη μίζερη ρύθμιση του χρέους που επέβαλε η Γερμανία.
Σφαγή δια του βάμβακος
Το σήμα της γενικής επίθεσης δόθηκε στις 11.8.2018 από το Der Spiegel, το οποίο υπό τον τίτλο «Αποστολή εξετελέσθη – Η Ελλάδα πεθαίνει» αναπτύσσει ένα υπονομευτικό ρεπορτάζ για την προοπτική της εξόδου της χώρας στις αγορές, με όλα εκείνα τα στοιχεία που το καθιστούν politically correct.
Έτσι, αφού επεσήμανε ότι η ελληνική κρίση χρέους οδήγησε το ευρώ στο χείλος του γκρεμού και δίχασε την ΕΕ και ότι οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί και το ΔΝΤ δάνεισαν 273,7 δισ. ευρώ στην Ελλάδα που πρέπει να εξοφληθούν μέχρι το 2060, με αναγκαία προϋπόθεση ότι η χώρα θα έχει σταθερή οικονομική ανάπτυξη «αλλά κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται».
Το Spiegel αμφιβάλει εάν θα καταλυθούν οι πελατειακές σχέσεις και θεωρεί ότι οι προσπάθειες για εκσυγχρονισμό του δημοσίου είναι ένα «πείραμα ανυπέρβλητων διαστάσεων».
Επισημαίνει ότι αν δεν υπάρξει ανάπτυξη οι 550.000 άνθρωποι έχουν μεταναστεύσει από την αρχή της κρίσης δύσκολα θα επιστρέψουν, την αρνητική δημογραφική εξέλιξη στην Ελλάδα, τονίζει ότι η ίδρυση νέων επιχειρήσεων είναι το ίδιο δύσκολη όσο και πριν από την κρίση, ότι υπάρχουν δυσκολίες στον τομέα των ξένων επενδύσεων, ότι οι ελληνικές αγορές δεν έχουν ανοίξει, και ότι παρά τις μεταρρυθμίσεις η ελληνική αγορά εργασίας που είναι από τις πιο απορρυθμισμένες στην ΕΕ και η ανεργία έχει ελάχιστα μειωθεί.
Κατέληγε πως «είναι αδύνατο» για τους Έλληνες να έχουν τα πλεονάσματα που πρέπει για να αποπληρώνουν ως το 2060.
Ακολούθησε αμέσως η Frankfurter Allgemeine Zeitung με το ερώτημα στον τίτλο της εάν «Τα τρία πακέτα στήριξης για την Ελλάδα ήταν η σωστή επιλογή», αφού η έξοδος της Ελλάδας από το μνημόνιο, αν και θετική, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως η σωτηρία της χώρας, παρά τα τρία προγράμματα διάσωσης.
Επισημαίνει πως κανένας από τους Έλληνες πολιτικούς πρωταγωνιστές δεν θα βρίσκεται πια στη σημερινή του θέση το 2060, οπότε μπορούν να λένε πως όλα τα δάνεια θα επιστραφούν, για να καταλήξει ότι εάν η χώρα θέλει να σταθεί μόνιμα στα πόδια της, τότε θα χρειαστούν κι άλλες ελαφρύνσεις και ότι συνεχίζει να μην υπάρχει καμία εναλλακτική ως προς την παραμονή της χώρας στη Ευρωζώνη.
Με την γνωστή του ωμότητα κατά της Ελλάδας, το Focus θα πάρει τη σκυτάλη (13.08.2018) με τον τίτλο «Ένας στους πέντε είναι άνεργος: Γι’ αυτό η Ελλάδα συνεχίζει να βρίσκεται στα όρια της χρεοκοπίας», τονίζει θα πρέπει από εδώ και πέρα να χρηματοδοτείται αυτόνομα, κάτι που «δεν είναι καθόλου σίγουρο εάν αυτό θα πετύχει μακροπρόθεσμα».
Στις 16.08.2018, η οικονομική Handelsblatt εκτιμά ότι «η Ελλάδα απέχει ακόμη πολύ από το να επιστρέψει τις κεφαλαιαγορές» και ότι «οι μεταρρυθμίσεις δεν επιτρέπεται να ατονήσουν μετά την τελευταία δανειακή δόση από την ΕΕ», αφού «η χώρα έχει ακόμη μπροστά της μια μακρά περίοδο αποκατάστασης μέχρις ότου μπορέσει να ξανασταθεί με σιγουριά στα δικά της πόδια».
Ο αρθρογράφος αμφισβητεί το αφήγημα του Επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισί περί «επιστροφής στην ομαλότητα», δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη για υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ως «κλειδί» για διαρκή ανάπτυξη και ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να περιμένει «πολιτικές εκπτώσεις στις αγορές. Αυτές δεν δείχνουν έλεος».
Στις 15 Αυγούστου το Der Spiegel με την διαδικτυακή του έκδοση επανήλθε παραδεχόμενο ότι το «τίμημα ήταν υψηλό», πως «το ελληνικό κράτος εξακολουθεί μέχρι σήμερα να είναι αναποτελεσματικό, διογκωμένο εξαιτίας του νεποτισμού που αναπτύχθηκε μέσα σε ένα επί δεκαετίες κυρίαρχο δικομματικό σύστημα», για να καταλήξει: «η πραγματική δοκιμασία για τον Αλέξη Τσίπρα θα έρθει μετά τις 20 Αυγούστου.
»Τότε θα διαφανεί, εάν η Ελλάδα είναι πραγματικά ελεύθερη και τι είναι ικανή να κάνει η κυβέρνηση με αυτή την ελευθερία»!
Δύο μέρες μετά, η πολλά ερωτηματικά φέρουσα για την υγεία της γερμανική τράπεζα Commerzbank θεωρεί ότι θα ήταν «καλύτερα να είχε βγει η Ελλάδα απ’ την Ευρωζώνη … τόσο για την Ελλάδα όσο και την Ευρώπη».
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας Γεργκ Κρέμερ δήλωσε ότι δεν έχουν γίνει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, αποδίδοντας το στην «έλλειψη πολιτικής βούλησης»… «ίσως κάποιες μεταρρυθμίσεις να γίνουν στα χαρτιά».
Και για να ολοκληρώσει την υπονόμευση λέει: «οι δανειστές, όπως ο ΕΜΣ, δεν έχει κανένα κίνητρο για μια αρνητική αξιολόγηση της κατάστασης, διότι εκείνοι δάνεισαν τα χρήματα και πρέπει να πουν ότι διέθεσαν σωστά τα χρήματα των φορολογουμένων»…
Την ίδια μέρα, 17.08.2018, η Die Presse επισημαίνει με νόημα ότι η υπερεξάρτηση της Ελλάδας στον τουρισμό κρύβει κινδύνους και πως ενδέχεται να προσγειωθεί απότομα εάν απροσδόκητες περιφερειακές εντάσεις στη Μεσόγειο.
Τόνιζε δε ότι οι Κυκλάδες, Μύκονος και Σαντορίνη, έχουν φτάσει στα όριά τους…
Οι εγχώριοι πρόθυμοι αναδεικνύουν τις δυσκολίες
Είναι από τα παραπάνω σαφές ότι με αφορμή την έξοδο από το μνημόνιο, τα γερμανικά μέσα με τους εύλογους προβληματισμούς τους, επιχειρούν να υπονομεύσουν την επικείμενη έξοδο της χώρας στις αγορές, κάτι που δεν έκαναν με τις άλλες χώρες όταν έβγαιναν από τα προγράμματά τους.
Προφανώς, και η επικοινωνιακή αυτή επίθεση εξυπηρετεί σκοπιμότητες και δεν θα σταματήσει και θα συνεχιστεί τόσο ευθέως από το Βερολίνο, όσο και από τα εγχώρια «πρόθημα» μέσα.
Η υπονομευτική στρατηγική που αναπτύσσουν συνίσταται στην επισήμανση ότι η Ελλάδα βγαίνει από το μνημόνιο στην χειρότερη δυνατή στιγμή, καθώς η κρίση σε Ιταλία και Τουρκία δεν της επιτρέπει να βγει στις αγορές, ούτε να χρησιμοποιήσει το cash buffer των 24,1 δισ. ευρώ.
Επισημαίνεται ότι αν τα 10ετή ελληνικά ομόλογα παραμείνουν στο 4,30% στη δευτερογενή αγορά, σημαίνει ότι στην πρωτογενή θα είναι στο 4,60%, που θα είναι λάθος σήμα αν δανειστούμε σε αυτό το ύψος.
Σωστή ανάλυση, αλλά η Ελλάδα δεν θα βγει στις αγορές στις 22 Αυγούστου, θα βγει πιθανότατα μετά την δημοσιοποίηση του προϋπολογισμού για το 2019.
Προφανώς και η κρίση στην Ιταλία και στην Τουρκία είναι πρόβλημα, αλλά μπορούμε να είμαστε ψύχραιμοι και υπομονετικοί.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, πως στο ελληνικό γήπεδο παίζονται μεγάλα παιγνίδια και ενδοευρωπαϊκά και ευρύτερα γεωπολιτικά.
Το Βερολίνο που δέχεται αμερικανική επίθεση στο Ιράν και στην Τουρκία, έχει βλέψεις στα δυτικά Βαλκάνια και στους ενεργειακούς πόρους της ανατολικής Μεσογείου, γι΄ αυτό και επιδιώκει η Ελλάδα να παραμένει δέσμια των χρεών της και των μεταρρυθμίσεων εκείνων που θα επιτρέψουν στα γερμανικά κεφάλαια να εξασφαλίσουν ζωτικό στην ελληνική προοπτική.
Το μόνο που μπορεί να κάνει μέχρι τότε είναι να υπονομεύει την Ελλάδα στις αγορές και να πιέζει να γράφονται μη καλές εκθέσεις.
Θα αποτύχει παταγωδώς γιατί η Ελλάδα θα στηριχθεί στις αγορές από αλλού.
Το Βερολίνο αντιλαμβάνεται πως δεν κρατά πια τη χώρα στο τσεπάκι του, ούτε την ψήφο της για την επιλογή νέου προέδρου της Κομισιόν, ούτε στις αποφάσεις για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης, ούτε στις επιλογές του στην εξωτερική πολιτική, ούτε στην χειραφέτηση της ΕΕ έναντι των ΗΠΑ υπό το γερμανικό imperium.
Επενδύει τώρα στους πρόθυμους, τύπου Κυριάκου Μητσοτάκη…
Τις τελευταίες ημέρες πριν την έξοδο σημειώθηκαν αλλεπάλληλες γερμανικές επικοινωνιακές επιθέσεις με στόχο την υπονόμευση της εξόδου της χώρας στις αγορές. Μετά την 20 Αυγούστου συνεχίστηκαν.
Χαρακτηριστικά, η Frankfurter Allgemeine Zeitung με ειρωνικό τίτλο «Ο νέος Οδυσσέας της Ελλάδας» προσπαθεί για πολλοστή φορά να αποδομήσει τον Έλληνα πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα παρ΄ ότι πέτυχε την ολοκλήρωση και την έξοδο από το πρόγραμμα, χωρίς να έχει λύσει τα προβλήματα της Ελλάδας: όπως τις περιορισμένες επενδύσεις των επιχειρήσεων ή τη συνεχιζόμενη αβελτηρία της Διοίκησης».
Η άθλια κίτρινη Bild πήγε στα άκρα με τον τίτλο «Σιγά που σώθηκε»:
«Είναι όπως ένα βράδυ μετά από πολύ ούζο, ένα κεφάλι καζάνι που παραμένει πάνω από 8 χρόνια ελληνικής διάσωσης.
»Διότι η προσωρινή διάσωση αποκτήθηκε πολύ ακριβά, με δάνεια 270 δισ. ευρώ και το πιο πολύτιμο στην πολιτική, με την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων…
»Χάρη στα δικά μας χρήματα των φορολογουμένων εξασφάλισε ηρεμία μερικών χρόνων αλλά τις επιπτώσεις του ελληνικού δράματος θα τις νοιώθει για πολύ καιρό ακόμη, δηλαδή μια βαθιά δυσπιστία των πολιτών».
Αντίθετα, η Frankfurter Rundschau με τίτλο «Εκατοντάδες χιλιάδες στην Ελλάδα, επιβιώνουν με 400 ευρώ» αναρωτιέται «ποιον ή τι ακριβώς έσωσαν οι δανειστές της».
Και απαντά: «Όχι, κανείς δεν βοήθησε “τους Έλληνες πολίτες” και κανείς δεν τους έσωσε.
»Καθόλου περίεργο, αφού στον ελληνικό κρατικό προϋπολογισμό εισέρρευσε μόνο το δέκα τοις εκατό των περίπου 300 δισεκατομμύρια ευρώ των δανείων σύμφωνα με αξιόπιστους υπολογισμούς.
»Το συντριπτικό ποσοστό πήγε στις προβληματικές τράπεζες και στους δανειστές του ελληνικού κράτους.
»Η Γερμανία εισέπραξε κατά το διάστημα του “προγράμματος διάσωσης” τόκους ύψους 2,9 δισ. ευρώ από την Ελλάδα».
Ακολουθούν δύο άρθρα για το πώς εξελίχθηκε η γερμανική επίθεση, αλλά και τους πραγματικούς συσχετισμούς στην οικονομία και την κοινωνία.
Η επίθεση από την επικοινωνιακή Βέρμαχτ
Με αφορμή την ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού προγράμματος βοήθειας προς στην Ελλάδα, το Βερολίνο δια του γερμανικού Τύπου έχει εξαπολύσει μία συστηματική επικοινωνιακή επίθεση υπονόμευσης ενός θετικού οικονομικού και του πολιτικού κλίματος στην Ελλάδα, με προφανή στόχο την καθυστέρηση της εξόδου της στις αγορές και την παρεμπόδιση ενός επιτυχούς δανεισμού από αυτές.
Η στρατηγική αυτή μοιάζει να εκπορεύεται από το σύστημα Σόιμπλε και δεν αποκλείεται να προσβλέπει σε μια πολιτική αλλαγή που θα διασφαλίζει τα γερμανικά στρατηγικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της ανατολικής Μεσογείου.
Αλλεπάλληλα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου εστιάζουν στους υπαρκτούς αρνητικούς παράγοντες και σενάρια, παραβλέπουν ότι η «διάσωση» έγινε πρωτίστως για να καλυφθούν οι γερμανικές και οι γαλλικές τράπεζες που ήταν εκτεθειμένες στα ελληνικά ομόλογα, παραβλέπουν τα τερατώδη λάθη των προγραμμάτων που οδήγησαν στην ύφεση την ελληνική οικονομία, στην ανεργία και στην εκθεμελίωση μεγάλου τμήματος του παραγωγικού ιστού και την ανθρωπιστική κρίση που προκάλεσαν.
Πρόκειται για μια λυσσαλέα προσπάθεια για να μην αποκολληθεί η Ελλάδα από το γερμανικό άρμα, στόχος που φάνηκε από τη μίζερη ρύθμιση του χρέους που επέβαλε η Γερμανία.
Σφαγή δια του βάμβακος
Το σήμα της γενικής επίθεσης δόθηκε στις 11.8.2018 από το Der Spiegel, το οποίο υπό τον τίτλο «Αποστολή εξετελέσθη – Η Ελλάδα πεθαίνει» αναπτύσσει ένα υπονομευτικό ρεπορτάζ για την προοπτική της εξόδου της χώρας στις αγορές, με όλα εκείνα τα στοιχεία που το καθιστούν politically correct.
Έτσι, αφού επεσήμανε ότι η ελληνική κρίση χρέους οδήγησε το ευρώ στο χείλος του γκρεμού και δίχασε την ΕΕ και ότι οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί και το ΔΝΤ δάνεισαν 273,7 δισ. ευρώ στην Ελλάδα που πρέπει να εξοφληθούν μέχρι το 2060, με αναγκαία προϋπόθεση ότι η χώρα θα έχει σταθερή οικονομική ανάπτυξη «αλλά κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται».
Το Spiegel αμφιβάλει εάν θα καταλυθούν οι πελατειακές σχέσεις και θεωρεί ότι οι προσπάθειες για εκσυγχρονισμό του δημοσίου είναι ένα «πείραμα ανυπέρβλητων διαστάσεων».
Επισημαίνει ότι αν δεν υπάρξει ανάπτυξη οι 550.000 άνθρωποι έχουν μεταναστεύσει από την αρχή της κρίσης δύσκολα θα επιστρέψουν, την αρνητική δημογραφική εξέλιξη στην Ελλάδα, τονίζει ότι η ίδρυση νέων επιχειρήσεων είναι το ίδιο δύσκολη όσο και πριν από την κρίση, ότι υπάρχουν δυσκολίες στον τομέα των ξένων επενδύσεων, ότι οι ελληνικές αγορές δεν έχουν ανοίξει, και ότι παρά τις μεταρρυθμίσεις η ελληνική αγορά εργασίας που είναι από τις πιο απορρυθμισμένες στην ΕΕ και η ανεργία έχει ελάχιστα μειωθεί.
Κατέληγε πως «είναι αδύνατο» για τους Έλληνες να έχουν τα πλεονάσματα που πρέπει για να αποπληρώνουν ως το 2060.
Ακολούθησε αμέσως η Frankfurter Allgemeine Zeitung με το ερώτημα στον τίτλο της εάν «Τα τρία πακέτα στήριξης για την Ελλάδα ήταν η σωστή επιλογή», αφού η έξοδος της Ελλάδας από το μνημόνιο, αν και θετική, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως η σωτηρία της χώρας, παρά τα τρία προγράμματα διάσωσης.
Επισημαίνει πως κανένας από τους Έλληνες πολιτικούς πρωταγωνιστές δεν θα βρίσκεται πια στη σημερινή του θέση το 2060, οπότε μπορούν να λένε πως όλα τα δάνεια θα επιστραφούν, για να καταλήξει ότι εάν η χώρα θέλει να σταθεί μόνιμα στα πόδια της, τότε θα χρειαστούν κι άλλες ελαφρύνσεις και ότι συνεχίζει να μην υπάρχει καμία εναλλακτική ως προς την παραμονή της χώρας στη Ευρωζώνη.
Με την γνωστή του ωμότητα κατά της Ελλάδας, το Focus θα πάρει τη σκυτάλη (13.08.2018) με τον τίτλο «Ένας στους πέντε είναι άνεργος: Γι’ αυτό η Ελλάδα συνεχίζει να βρίσκεται στα όρια της χρεοκοπίας», τονίζει θα πρέπει από εδώ και πέρα να χρηματοδοτείται αυτόνομα, κάτι που «δεν είναι καθόλου σίγουρο εάν αυτό θα πετύχει μακροπρόθεσμα».
Στις 16.08.2018, η οικονομική Handelsblatt εκτιμά ότι «η Ελλάδα απέχει ακόμη πολύ από το να επιστρέψει τις κεφαλαιαγορές» και ότι «οι μεταρρυθμίσεις δεν επιτρέπεται να ατονήσουν μετά την τελευταία δανειακή δόση από την ΕΕ», αφού «η χώρα έχει ακόμη μπροστά της μια μακρά περίοδο αποκατάστασης μέχρις ότου μπορέσει να ξανασταθεί με σιγουριά στα δικά της πόδια».
Ο αρθρογράφος αμφισβητεί το αφήγημα του Επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισί περί «επιστροφής στην ομαλότητα», δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη για υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ως «κλειδί» για διαρκή ανάπτυξη και ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να περιμένει «πολιτικές εκπτώσεις στις αγορές. Αυτές δεν δείχνουν έλεος».
Στις 15 Αυγούστου το Der Spiegel με την διαδικτυακή του έκδοση επανήλθε παραδεχόμενο ότι το «τίμημα ήταν υψηλό», πως «το ελληνικό κράτος εξακολουθεί μέχρι σήμερα να είναι αναποτελεσματικό, διογκωμένο εξαιτίας του νεποτισμού που αναπτύχθηκε μέσα σε ένα επί δεκαετίες κυρίαρχο δικομματικό σύστημα», για να καταλήξει: «η πραγματική δοκιμασία για τον Αλέξη Τσίπρα θα έρθει μετά τις 20 Αυγούστου.
»Τότε θα διαφανεί, εάν η Ελλάδα είναι πραγματικά ελεύθερη και τι είναι ικανή να κάνει η κυβέρνηση με αυτή την ελευθερία»!
Δύο μέρες μετά, η πολλά ερωτηματικά φέρουσα για την υγεία της γερμανική τράπεζα Commerzbank θεωρεί ότι θα ήταν «καλύτερα να είχε βγει η Ελλάδα απ’ την Ευρωζώνη … τόσο για την Ελλάδα όσο και την Ευρώπη».
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας Γεργκ Κρέμερ δήλωσε ότι δεν έχουν γίνει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, αποδίδοντας το στην «έλλειψη πολιτικής βούλησης»… «ίσως κάποιες μεταρρυθμίσεις να γίνουν στα χαρτιά».
Και για να ολοκληρώσει την υπονόμευση λέει: «οι δανειστές, όπως ο ΕΜΣ, δεν έχει κανένα κίνητρο για μια αρνητική αξιολόγηση της κατάστασης, διότι εκείνοι δάνεισαν τα χρήματα και πρέπει να πουν ότι διέθεσαν σωστά τα χρήματα των φορολογουμένων»…
Την ίδια μέρα, 17.08.2018, η Die Presse επισημαίνει με νόημα ότι η υπερεξάρτηση της Ελλάδας στον τουρισμό κρύβει κινδύνους και πως ενδέχεται να προσγειωθεί απότομα εάν απροσδόκητες περιφερειακές εντάσεις στη Μεσόγειο.
Τόνιζε δε ότι οι Κυκλάδες, Μύκονος και Σαντορίνη, έχουν φτάσει στα όριά τους…
Οι εγχώριοι πρόθυμοι αναδεικνύουν τις δυσκολίες
Είναι από τα παραπάνω σαφές ότι με αφορμή την έξοδο από το μνημόνιο, τα γερμανικά μέσα με τους εύλογους προβληματισμούς τους, επιχειρούν να υπονομεύσουν την επικείμενη έξοδο της χώρας στις αγορές, κάτι που δεν έκαναν με τις άλλες χώρες όταν έβγαιναν από τα προγράμματά τους.
Προφανώς, και η επικοινωνιακή αυτή επίθεση εξυπηρετεί σκοπιμότητες και δεν θα σταματήσει και θα συνεχιστεί τόσο ευθέως από το Βερολίνο, όσο και από τα εγχώρια «πρόθημα» μέσα.
Η υπονομευτική στρατηγική που αναπτύσσουν συνίσταται στην επισήμανση ότι η Ελλάδα βγαίνει από το μνημόνιο στην χειρότερη δυνατή στιγμή, καθώς η κρίση σε Ιταλία και Τουρκία δεν της επιτρέπει να βγει στις αγορές, ούτε να χρησιμοποιήσει το cash buffer των 24,1 δισ. ευρώ.
Επισημαίνεται ότι αν τα 10ετή ελληνικά ομόλογα παραμείνουν στο 4,30% στη δευτερογενή αγορά, σημαίνει ότι στην πρωτογενή θα είναι στο 4,60%, που θα είναι λάθος σήμα αν δανειστούμε σε αυτό το ύψος.
Σωστή ανάλυση, αλλά η Ελλάδα δεν θα βγει στις αγορές στις 22 Αυγούστου, θα βγει πιθανότατα μετά την δημοσιοποίηση του προϋπολογισμού για το 2019.
Προφανώς και η κρίση στην Ιταλία και στην Τουρκία είναι πρόβλημα, αλλά μπορούμε να είμαστε ψύχραιμοι και υπομονετικοί.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, πως στο ελληνικό γήπεδο παίζονται μεγάλα παιγνίδια και ενδοευρωπαϊκά και ευρύτερα γεωπολιτικά.
Το Βερολίνο που δέχεται αμερικανική επίθεση στο Ιράν και στην Τουρκία, έχει βλέψεις στα δυτικά Βαλκάνια και στους ενεργειακούς πόρους της ανατολικής Μεσογείου, γι΄ αυτό και επιδιώκει η Ελλάδα να παραμένει δέσμια των χρεών της και των μεταρρυθμίσεων εκείνων που θα επιτρέψουν στα γερμανικά κεφάλαια να εξασφαλίσουν ζωτικό στην ελληνική προοπτική.
Το game της εξόδου στις αγορές, πρόκληση για υψηλή πολιτική
Υπεύθυνη οικονομική πολιτική μετά το μνημόνιο, καθώς οι αγορές θα παρακολουθούν «κάθε κίνηση της χώρας με καχυποψία», συνέστησε ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), Φραγκίσκος Κουτεντάκης κατά την παρουσίαση της τριμηνιαίας έκθεσής του.
Πρόσθεσε εμφατικά πως «δεν υπάρχει θέμα βιασύνης και τα επόμενα βήματα πρέπει να είναι προσεκτικά και καλοσχεδιασμένα», αφού «έχεις την πολυτέλεια να περιμένεις»…
Πρόσφατα είχαμε επισημάνει τη σημασία του momentum για τις αγορές και αυτό ήταν αρχικά μετά το eurogroup της 4ης αξιολόγησης και αμέσως μετά την 21η Αυγούστου, δηλαδή την έξοδο από το πρόγραμμα. Υπό κανονικές συνθήκες, τέλος Αυγούστου αρχές Σεπτεμβρίου η χώρα θα έπρεπε να βγει στις αγορές για να εκμεταλλευτεί το momentum. Όμως, αυτό δεν μπορεί να γίνει για τρεις λόγους:
Πρώτον, γιατί οι αγορές είναι σε αστάθεια λόγω Τουρκίας και όχι μόνο.
Δεύτερον, γιατί κάηκε η Αττική με τεράστιες ψυχολογικές συνέπειες στον ελληνικό λαό, ο οποίος δεν θα αντέξει κοινωνικά και πολιτικά μια μη καλή έξοδο στις αγορές.
Τρίτον, η κυβέρνηση έχει ένα κεντρικό πολιτικό ζήτημα που δεν μπορεί να γίνει πράξη, την περικοπή των συντάξεων και τη μείωση του αφορολόγητου. Δεν είναι μόνο ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πιάσει πάνω από 15% στις εκλογές αν εφαρμόσει τα δύο μέτρα, αλλά θα υπάρξουν εκθετικές αρνητικές συνέπειες στα ταμεία του δημοσίου και στα «κόκκινα» των τραπεζών με ότι αυτό συνεπάγεται.
Ο Φρ. Κουτεντάκης σχετικά με το φλέγον αυτό θέμα είπε ότι η περικοπή των συντάξεων δεν είναι απαραίτητη δεδομένου ότι στη βάση της συμφωνίας προβλέπεται η ισόποση εφαρμογή αντίμετρων η οποία θα εξουδετέρωνε τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των περικοπών στις συντάξεις, αλλά επεσήμανε ότι «την εφαρμογή της περικοπής την αντιμετωπίζουμε ως ένα μέτρο το οποίο έχει ψηφιστεί και θα εφαρμοστεί κανονικά».
Δεδομένης λοιπόν της βουλιμίας του Βερολίνου για συμμετοχή στο ενεργειακό παιγνίδι της ανατολικής Μεσογείου, των εμμονών του ΔΝΤ και της ρευστότητας των αγορών που άγονται και φέρονται από την καθημερινή διεθνή ειδησεογραφία, η κυβέρνηση αν θέλει να παραμείνει στο πολιτικό παιγνίδι ως μεγάλος παίκτης πρέπει να κερδίσει τις αγορές πείθοντάς τες πως η μη περικοπή των συντάξεων όχι μόνο δεν είναι αθέτηση του προγράμματος, αλλά προϋπόθεση για πολιτική σταθερότητα που είναι πρωτεύουσα για τις επενδύσεις.
Συνεπώς, μια επιτυχής έξοδος στις αγορές σε συνδυασμό με τη ματαίωση της περικοπής των συντάξεων ες αεί και όχι μόνο για ένα χρόνο, απαιτεί μια δέσμη πολιτικών, διπλωματικών και δημοκρατικών δράσεων που θα συνιστούν ένα είδος υψηλής πολιτικής.
Οι συντεταγμένες μιας τέτοιας πολιτικής για να κερδηθεί το game των αγορών θα μπορούσαν να είναι:
1. Ένα στιβαρό πολιτικο-οικονομικό αμπαλάζ των μέτρων για την αντιμετώπιση της τραγωδίας στο Μάτι και των φυσικών καταστροφών γενικά.
Τα μέτρα για τους πληγέντες, η ανάθεση της προεδρίας της ανεξάρτητης επιτροπής για τη διερεύνηση των αιτιών των φονικών πυρκαγιών στον καθηγητή Οικολογίας των Πυρκαγιών στο Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ και επικεφαλής του Παγκόσμιου Κέντρου Παρακολούθησης Πυρκαγιών των Ηνωμένων Εθνών, Γιόχαν Γκέοργκ Γκόλνταμερ, η μετά από 35 χρόνια εφαρμογή του Νόμου Τρίτση για τα αυθαίρετα, οι κατεδαφίσεις, η ίδρυση αυτοτελούς Εθνικής Υπηρεσίας Διαχείρισης Εκτάκτων Αναγκών, που θα ενσωματώσει όλες τις υπηρεσίες, τα ερευνητικά ινστιτούτα και τις εθελοντικές ομάδες που εμπίπτουν στη διαχείριση των καταστάσεων εκτάκτων αναγκών, αποτελούν τεκμήρια ορθολογικής αντίδρασης και πολιτικής αποφασιστικότητας -χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το πολιτικό κόστος-.
Αυτό στις Βρυξέλλες και στις αγορές μπορεί να εκταμιευτεί ως σημαντική πολιτική αξία.
2. Είναι σαφές πως εκτός από τα μεγέθη που τεκμηριώνουν τη μη αναγκαιότητα της περικοπής των συντάξεων και τα δημοσιονομικά ισοδύναμα, η κυβέρνηση πρέπει να πείσει τις αγορές για το μεταρρυθμιστικό της σφρίγος, ανακοινώνοντας μερικές δομικές αλλαγές στη γραφειοκρατία, ίσως μερικά εντυπωσιακά μέτρα από την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, και μερικές άλλες αλλαγές στις αγορές που θα πείθουν πως δεν υπάρχει στρατηγική κατάργησης των μνημονιακών μεταρρυθμίσεων, ούτε μεταρρυθμιστική κόπωση.
Θα μπορούσε το δημοσιονομικό ισοδύναμο να σχετιστεί με μία λειτουργική μείωση του δημοσίου. Η σαγήνευση των αγορών απαιτεί επιτηδειότητα.
Εννοείται πως η ματαίωση της περικοπής πρέπει να στηριχθεί πολιτικά και επικοινωνιακά από το eurogroup και την Κομισιόν.
3. Σε ό,τι αφορά το Βερολίνο και τις απαράδεκτες και κυνικές αντιρρήσεις του, πρέπει εγκαίρως να γίνει κατανοητό ότι εάν ωθήσει τις καταστάσεις σε πνιγμό, η ελληνική αντίδραση θα είναι αποφασιστική, τόσο σε γερμανικό επίπεδο, όσο και σε ευρωπαϊκό.
Τα αρχεία της Βέρμαχτ που έχουν περιέλθει σε ελληνική ιδιοκτησία, η απαίτηση σε νατοϊκό επίπεδο να υπογραφτεί συνθήκη ειρήνης μεταξύ Γερμανίας και Ελλάδας και ίσως η εγγραφή στον προϋπολογισμό των απαιτήσεων για το κατοχικό δάνειο μπορούν να είναι κάποια πρώτα βήματα…
Οι αγορές από την πλευρά τους οφείλουν να κατανοήσουν υπό ποιες συνθήκες διασφαλίζεται η πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα που αναδεικνύεται στρατηγικής γεωπολιτικής και γεωοικονομικής σημασίας για τα δυτικά και τα ευρωπαϊκά συμφέροντα.
Η Ελλάδα πρέπει να «πουληθεί» στις αγορές ως το blue chip μακράς πνοής.