Showing posts with label Ανθρώπινες Ιστορίες. Show all posts
Showing posts with label Ανθρώπινες Ιστορίες. Show all posts

Monday, March 23, 2015

Σαν χρονογράφημα.Χωρίς ποδιά.. ..Ήταν 6 Φεβρουαρίου 1982…Της Ελένης Μπετεινάκη



1

Ήταν 6 Φεβρουαρίου 1982…
Ήταν ένα χειμωνιάτικο πρωινό που θα μπορούσε να έμοιαζε με όλα τα προηγούμενα. Αν και ψιλόβρεχε είχε μια άλλη αίσθηση. Η απόφαση της νέας τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και του Υπουργού Παιδείας Λευτέρη Βερυβάκη, λιτή και σύντομη. Η σχολική ποδιά δεν ήταν πλέον υποχρεωτική.
6 Φεβρουαρίου 1982! Στις ειδήσεις των 9 το προηγούμενο βράδυ η αναγγελία ήταν πολύ σημαντική. Κάτι σαν να λέμε μια μικρή φράση που ξεκινούσε μια μεγάλη επανάσταση: «Από αύριο 6ην Φεβρουαρίου καταργείται η σχολική ποδιά για τις μαθήτριες στα ελληνικά σχολεία». Θυμάμαι το βλέμμα της μητέρας μου και την έκπληξη μαζί με απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της.
«Και τώρα τι θα κάνουμε, πως θα το καταντήσουνε έτσι το σκολειό!»… Εγώ πάλι δεν τόλμησα να μιλήσω, αλλά ήμουν πολύ, πολύ χαρούμενη. Επιτέλους θα έβαζα ό,τι ήθελα, θα ήμουν «ελεύθερη» να φοράω παντελόνι που τόσο μου άρεσε, θα έβαζα στο σχολείο κι εκείνα τα κυριακάτικα ρούχα που δεν μπορούσα να φορέσω όλη την υπόλοιπη εβδομάδα. Όμως τη χαρά ακολούθησε η σκέψη πως δεν είχα και πολλές επιλογές… Ποιός νοιαζόταν όμως, κάτι θα έβρισκα!
Παράξενη μέρα είχε ξημερώσει, ένα γλυκό μούδιασμα παντού, ένα αμυδρό χαμόγελο που ήθελε να γίνει πλατύ και να σκάσει ίσαμε την αυλή του σχολείου. Ξύπνησα πρώτη απ” όλους στο σπίτι, νύχτα σχεδόν και άρχισα να ψάχνω την ντουλάπα μου. Κοίταζα, ξανακοίταζα, δύσκολο ν” αποφασίσω. Η ώρα περνούσε κι είχα αρχίσει να αγχώνομαι.
Δεν ήξερα τι να βάλω στο σχολείο. Ύστερα από πολύ σκέψη κατέληξα στη στολή της παρέλασης. Ένα άσπρο πουκάμισο και μια μπλε φούστα λίγο κάτω από το γόνατο, αθλητικά παπούτσια πάντα με άσπρα σοσόνια.
Χτένισα τα μαλλιά μου, όχι κοτσίδα σήμερα και κρύφτηκα πίσω από τις γρίλιες του παραθύρου. Το σχολείο ήταν πολύ κοντά στο σπίτι μου κι έτσι θα μπορούσα να τις δω όλες. Ήθελα να δω τι θα φορούσαν οι φίλες μου… κι ας ήταν μόλις 6 η ώρα… ξημερώματα. Είχα έναν φόβο… κάτι με κρατούσε… ήταν αλήθεια άραγε, δεν θα ξανάβαζα ποτέ ποδιά, ποτέ;
Όσο περίμενα να περάσει ή ώρα σκεπτόμουν τα μούτρα των καθηγητών και του λυκειάρχη μας σαν κτυπούσε το κουδούνι και μαζευόμαστε το πρωί στην αυλή για προσευχή και τη γνωστή «κατήχηση». Σήμερα τι θα μας έλεγε, ποια θα κατσάδιαζε γιατί δε φορούσε την ποδιά της;
Κι ή ώρα περνούσε… Και τότε άρχισαν να καταφθάνουν τα πρώταπαιδιά. Όσο και να φαίνεταιπαράξενο η καρδιά μου κτυπούσε πολύ δυνατά και το στομάχι μου είχε σφιχτεί όπως εκείνες τις μέρες που γράφαμε διαγωνίσματα και δεν ήμουν σωστά προετοιμασμένη.
Και να, μια δυο μαθήτριες είχαν έρθει με την ποδιά τους. Μάλλον δε θα είχαν τηλεόραση ή δεν θα ήξεραν ακόμα τα νέα.
Φοβήθηκα για μια στιγμή, λες, σκέφτηκα μήπως δεν άκουσα καλά, μήπως την πήραν πίσω την απόφαση; Σε λίγο άρχισαν να καταφθάνουν οι «κολλητές μου»… Ευτυχώς κι αυτές τη στολή της παρέλασης φορούσαν… ούτε να “χαμε συνεννοηθεί! Ίσιωσα το κορμί και βγήκα έξω από το δωμάτιό μου. Ο πατέρας μου με κοίταξε γεμάτος απορία…
– «Παρέλαση έχετε σήμερα; Τι είναι αυτά που φόρεσες;»
– «Καταργήθηκε η ποδιά, μπαμπά, δε θυμάσαι χθες βράδυ που το “παν στην τηλεόραση;»
– «Ρεζιλίκια, τι θα κάμουνε ακόμα…!» απάντησε κι έφυγε βιαστικός για το μαγαζί.
Άρχισα να ανηφορίζω προς το σχολειό, κυριολεκτικά τρέμοντας. Στην αυλή δεν άκουγες τίποτε άλλο παρά αυτή τη συζήτηση. Και τότε εκείνο το πρωινό πάρθηκε η μεγάλη απόφαση. Την επόμενη μέρα όλες μαζί θα φορούσαμε στο σχολείο παντελόνι κι έτσι δε θα ξεχώριζε καμιά και δε θα μπορούσε κανείς να μας βάλει τις φωνές. Έτσι κι έγινε μόνο που οι «συνέπειες» της εποχής ήταν αστείες και απίστευτες.
Ο πιο αυστηρός καθηγητής δεν ήταν ο λυκειάρχης μας, ήταν εκείνος των μαθηματικών που με τη γνωστή του στάση να περπατά με τα χέρια δεμένα πίσω χαμηλά στην πλάτη του, μπήκε στην τάξη κι άρχισε να εξετάζει όλα τα κορίτσια μία-μία, όρθιες στον πίνακα, με το γνωστό ύφος και βλέμμα που σε έσκιζε στα δύο.
Τα αγόρια κοίταζαν απορημένα και αμίλητα. Δεν ακουγόταν παρά μόνο όποιος μιλούσε να πει κάτι σχετικό με την άσκηση. Φυσικά όλες είχαμε ένα θεματάκι με τα μαθηματικά και “κείνος δεν άντεξε…
– «Αλίμονο, άρχισε να φωνάζει, που να βρεθεί χρόνος για διάβασμα στο σπίτι, να φορέσετε όμως παντελόνια και να κάνετε τις ωραίες, είχατε χρόνο, σα δε ντρέπεστε…!».
Πέταξε όσο πιο μακριά μπορούσε την κιμωλία που κρατούσε κι έφτασε ίσαμε τον απέναντι τοίχο. Ο θόρυβος που έκανε τούτο δω το τόσο μικρό πραγματάκι σαν έπεφτε στο πάτωμα ήταν σαν να έγραφε η ιστορία με μεγάλα γράμματα στον τοίχο της ψυχής μας δυο λέξεις: «Ελευθερία… επιτέλους!». Ήμουν εγώ εκείνη τη στιγμή δίπλα στον πίνακα, με κατεβασμένο και λίγο λοξά γυρισμένο το κεφάλι κλείνοντας το μάτι στις υπόλοιπες… σαν μια παλιά ελληνική ταινία!
Με αφορμή αυτήν την επέτειο έψαξα στην βαλίτσα του παρελθόντος μου κάτω στην αποθήκη και βρήκα σήμερα το πρωί την τελευταία σκούρα μπλε ποδιά μου μαζί με ένα τεύχος της «Μανίνας» και μια άσπρη κορδέλα.
Η ποδιά μου, «Τσεκλένης», ήταν με πιέτες και σκούρο μπλε χρώμα… Αμέσως ήρθαν στο νου μου όλα εκείνα τα χρόνια, η αυλή, το σχολείο, οι αγωνίες, οι συμμαθητές και συμμαθήτριες, οι χαρές και οι λύπες μας.
Οι καθηγητές, μαζί κι εκείνος που μού ‘λεγε συχνά πως «να αρχίσεις να κεντάς, να φτιάχνεις από τώρα την προίκα σου, οι εκθέσεις σου είναι σαν αυτοτελή επεισόδια τρόμου, ούτε απ” έξω δε θα δεις την πόρτα του πανεπιστήμιου…».
Μα πάνω απ” όλα θυμήθηκα πως όσο κι αν πολεμήθηκε η ποδιά, όσο και αν είπαν πως καλύτερα ήταν που καταργήθηκε γιατί δήλωνε την καταπίεση, την ιδρυματοποίηση και χίλια δυο άλλα κι από την άλλη μεριά αυτοί που στάθηκαν απέναντι και φώναζαν πως αυτό δεν έπρεπε να συμβεί, εγώ ένα έχω να πω.
Η σχολική ποδιά ήταν το σύμβολο μιας εποχής αλλιώτικης που κουβαλούσε άλλες αξίες, άλλα πιστεύω κι άλλες φωνές. Σίγουρα όμως αυτό το μπλε χρώμα σκούρο ή ανοιχτό ήταν δεμένο με τα πιο όμορφα χρόνια της νιότης μας!
Έκλεισα τη βαλίτσα… και τιςαναμνήσεις μου… άλλη φορά πάλι!
της Ελένης Μπετεινάκη

Saturday, November 16, 2013

-Οι Γερμανοί με ορφάνεψαν και οι χωριανοί με πίκραναν ". λεει Κρητικός Γλυφάδας

Γιάννης ο Κρητικός. Γερμανοί και Χωριανοί. .

Published on Nov 16, 2013
Οι Γερμανοί με σκότωσαν τον πατέρα αλλά και οι χωριανοί στήν Κρήτη με πίκραναν πολύ.
THETTALOS1









Wednesday, September 25, 2013

Η ιστορία δύο ιερόδουλων από την Κομοτηνή …της Φεϊμέ και της Ναζμιέ.Ο εγκλεισμός στο «σπίτι της αμαρτίας»


Στα Συλλεκτικα του ΦΒ και κάτω απο την παλιά αυτη φωτογραφία διαβάζουμε και μεταφέρουμε μια συγκλονιστική ιστορία του περ. αιώνα 


Άδεια ιεροδουλου του 1936 απο τον φιλο μου τον Zisimos Georgiopoulos
o φιλος Ζησος μας εβαλε και ψαξαμε και βρηκαμε την πονεμενη ιστορια της ΦΕΙΜΕ
Η ιστορία δύο ιερόδουλων από την Κομοτηνή … της Φεϊμέ και της Ναζμιέ,Ο εγκλεισμός στο «σπίτι της αμαρτίας»


Όταν γεννήθηκε, στις αρχές του περασμένου αιώνα, σε ένα χωριό της Κομοτηνής, την ονόμασαν Φεϊμέ κι αργότερα, όταν την έκλεισαν σε οίκο ανοχής της Θεσσαλονίκης, την είπαν Ευφημία. Τίποτα δου εν έχει απομείνει πια από αυτήν.

Μόνο η φωτογραφία της σε ένα ροζ βιβλιαράκι -σε μια άδεια ιερόδουλου του 1936- που σε κοιτάει κατάματα σα να λέει: «από την κόλασή μου σού φωνάζω, εικόνα σου είμαι κοινωνία και σου μοιάζω».
Η φωτογραφία αυτή βρέθηκε τυχαία σε μία ομάδα ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης με θέμα τις παλιές φωτογραφίες της Θεσσαλονίκης. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι κάποιος θα αναγνώριζε αυτή την όμορφη γυναίκα που περισσότερο θύμιζε κόρη καλής οικογενείας ή ακόμη και δασκάλα, παρά πόρνη.
Κι από αυτή τη φωτογραφία άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι μιας συγκινητικής ιστορίας που ξεκινά από ένα χωριό της Θράκης και μας οδηγεί στο «αμαρτωλά σπίτια» της παλιάς Θεσσαλονίκης. Η άδεια ιερόδουλου είχε πέσει στα χέρια κάποιου παλαιοπώλη στο Μπιτ Παζάρ, στην οδό Τοσίτσα, όπου και ήταν το σπίτι της. Εκεί τη βρήκε πριν από περίπου 10 χρόνια ένας συλλέκτης που ζει στους Νέους Επιβάτες. Η φωτογραφία δημοσιεύτηκε πριν από μερικά χρόνια στο περιοδικό «Ένεκεν» κι από εκεί την πήρε κάποιος και την ανάρτησε στο διαδίκτυο.

Ο εγκλεισμός στο «σπίτι της αμαρτίας»
Η Φεϊμέ γεννήθηκε γύρω στο 1905 σε ένα χωριό της Κομοτηνής, που τότε λεγόταν Γκιουμουλτζίνα. Λίγα χρόνια αργότερα γεννήθηκε και η αδελφή της, η Ναζμιέ. Τα δυο κορίτσια ορφάνεψαν σε πολύ μικρή ηλικία και αναζήτησαν καταφύγιο στο σπίτι του θείου τους, στο γειτονικό χωριό.
Ο «στοργικός θείος» σύντομα άρχισε να «πουλάει» τη Φεϊμέ σε άντρες, αναφέρουν κάποιοι ηλικιωμένοι συγχωριανοί τους, οι οποίοι θυμούνται την ιστορία των δυο κοριτσιών. Σύντομα τους «βγήκε το όνομα» στο συντηρητικό περιβάλλον του χωριού και τα δυο κορίτσια πήγαν στην Κομοτηνή, πέταξαν τον φερετζέ και φόρεσαν ευρωπαϊκά ρούχα.
Δεν άργησε να τις συλλάβει το Ηθών και να τις χαρακτηρίσει ιερόδουλες. Κάπως έτσι οι δύο αδελφές βρέθηκαν κλεισμένες σε οίκο ανοχής της Θεσσαλονίκης. Τώρα πια δεν τις έλεγαν Φεϊμέ και Ναζμιέ, αλλά Ευφημία και Ερασμία.

Τι απέγινε η Φεϊμέ;
«Ήταν γύρω στα μέσα της δεκαετίας του ‘50 όταν γνωρίσαμε τη Φεϊμέ. Μέναμε στη Θεσσαλονίκη, στο Φόρο, μαζί με την αδελφή μου και τον άντρα της. Η μάνα μου, που φορούσε φερετζέ, καθόταν μία μέρα μπροστά στο σπίτι. Μία μεσήλικη κυρία με αρχοντική εμφάνιση που περνούσε εκείνη τη στιγμή από το δρόμο είδε τη μάνα μου και της μίλησε τουρκικά. Ήταν η Φεϊμέ.
Έτσι έγινε η γνωριμία και δημιουργήθηκε μια οικογενειακή φιλία. Η οικογένειά μου ήξερε τι δουλειά έκανε η Φεϊμέ , όμως εγώ ήμουν παιδί τότε και δεν μου είχαν πει τίποτα. Αργότερα, όταν μεγάλωσα, έμαθα. Οι δυο αδελφές είχαν υποφέρει πολύ στη ζωή τους. Έλεγαν ότι στην Κατοχή δούλευαν σε ένα “σπίτι” στο λιμάνι και ότι λόχος ολόκληρος “περνούσε” από πάνω τους.
Πάντως, όταν τις γνωρίσαμε, θα πρέπει να είχαν σταματήσει αυτή τη δουλειά και να έτρωγαν από τα έτοιμα. Όταν πηγαίναμε επίσκεψη σπίτι τους, στην οδό Τοσίτσα, για να ζεσταθούμε γιατί το δικό μας σπίτι ήταν κρύο, μου έδιναν ένα δεκάρικο για χαρτζιλίκι, αλλά όταν γυρίζαμε σπίτι μού το έπαιρνε η μάνα μου για να αγοράσει τρόφιμα να μας ταΐσει», λέει η 70χρονη, συνταξιούχος έμπορος, Μ.Κ., η οποία ζει σήμερα στην Κομοτηνή.
«Η αδελφή της Φεϊμέ, η Ναζμιέ, ήταν πολύ όμορφη. Στο σπίτι τους, που μύριζε τριαντάφυλλο, βερνικωμένο ξύλο και καπνό από τσιγάρα “Άρωμα”, είχαν μία φωτογραφία της Ναζμιέ από διαγωνισμό ομορφιάς. Στη πολυκατοικία που έμεναν δεν έδωσαν ποτέ σε κανέναν δικαίωμα να τις σχολιάσει.
Όμως ζούσαν με το φόβο μήπως ο αστυνομικός γείτονας μάθει για το παρελθόν τους. Δεν ήθελαν να ξαναζήσουν αυτά που πέρασαν και ντρέπονταν για την κατάσταση τους. Όταν πήγαιναν στο χωριό τους, φορούσαν φερετζέ. Στο σπίτι τους μερικές φορές φορούσαν σαλβάρια, αλλά όταν έβγαιναν έξω ήταν πολύ κομψές, με τις γούνες πάντα», θυμάται η Μ.Κ.
Στη δεκαετία του ‘70 οι δύο αδελφές ήταν πια πολύ φτωχές. Είχαν ξεπουλήσει όλα τους τα κοσμήματα και η Ναζμιέ πήγαινε και καθάριζε σπίτια για να ζήσουν κι αργότερα, όταν δεν μπορούσε πια να κάνει την καθαρίστρια, πήγαινε στα σπίτια κι έκανε ενέσεις. Πέθαναν κι οι δύο από καρκίνο, γύρω στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 η Φεϊμέ, και στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 η Ναζμιέ.
«Λίγο πριν πεθάνει, η Ναζμιέ τηλεφώνησε στην αδελφή μου και ζήτησε να πάει να τη δει, γιατί ήταν ολομόναχη και δεν είχε κανέναν δικό της. Η αδελφή μου δεν πήγε, φοβήθηκε “μην κολλήσει καρκίνο” κι έτσι πέθανε ολομόναχη. Μετά δεν ξέρω τι έγινε. Το σπίτι τους στην Τοσίτσα μάλλον το κληρονόμησε κάποιος συγγενής τους από το χωριό που μετά θα το πούλησε. Φαίνεται, τότε, πέταξαν τα πράγματά τους κι έτσι θα βρέθηκε η άδεια ιερόδουλου στα παλιατζίδικα», προσθέτει η Μ.Κ.

pisostapalia

Saturday, May 25, 2013

Αγκαλιά στο θάνατο... Μια συγκλονιστική φωτογραφία από τα ερείπια του εργοστασίου στο Μπαγκλαντές

Αγκαλιά στο θάνατο...

Η φωτογράφος Shahidul Alam, τράβηξε μια συγκλονιστική φωτογραφία μέσα στα ερείπια του εννεαόροφου κτηρίου που κατέρρευσε και παρέσυρε στο θάνατο πάνω από 900 ανθρώπους, σύμφωνα με τον τελευταίο απολογισμό. Ένα ζευγάρι που έμεινε αγκαλιασμένο μέχρι την τελευταία στιγμή.   "Με ρώτησαν πολλοί για την φωτογραφία αυτή. Προσπάθησα να μάθω γι' αυτούς αλλά δεν τα κατάφερα. Δεν ξέρω ούτε ποιοι είναι, ούτε τι σχέση είχαν…Ξαφνικά, ανακάλυψα το ζευγάρι αυτό, αγκαλιασμένο στα ερείπια. Το αίμα από τα μάτια του άνδρα έτρεχε σαν δάκρυ… Κάθε φορά που κοιτάζω αυτή την φωτογραφία, αισθάνομαι άβολα. Με έχει στοιχειώσει. Είναι σαν να μου λένε. "Δεν είμαστε ακόμα δυο πτώματα. Δεν είμαστε φτηνά εργατικά χέρια και φτηνές ζωές. Είμαστε άνθρωποι σαν κι εσάς. Η ζωή μας είναι πολύτιμη, όπως και τα όνειρά μας…Η αγριότητα και η εκμετάλλευση θα συνεχιστούν. Γι' αυτό και θέλω η φωτογραφία αυτή να κάνει τον γύρο του κόσμου", δήλωσε η ίδια η φωτογράφος στο περιοδικό ΤΙΜΕ το οποίο δημοσιεύει τη φωτογραφία. 

Πηγή: www.lifo.gr

Monday, September 3, 2012

Desperately seeking Asimoula..Ασημούλα πού είσαι;


Desperately seeking Asimoula
The Elhan family when they first
migrated to Australia in 1971.
Μια ενδιαφέρουσα ,ανθρώπινη  ιστορία που δημοσιεύεται στο Νέο Κόσμο της Μελβούρνης

In 1971, a Greek lady by the name of Asimoula changed the life of a Turkish immigrant through her generosity and unconditional kindness
4 Sep 2012 
Turkish immigrant Elbide Elhan arrived in Australia in 1971 with her four young children looking for a new life. In a new country, she couldn’t speak the language, didn’t know where to go for work and was in desperate need for help.
Unbeknownst to Elbide, a chance meeting between her husband and a Greek lady by the name of Asimoula on a Northcote train would change her life forever. And it was Asimoula’s generosity, kind heart and unconditional help that would be remembered forever. And now, the 76-year-old Elbide wants to say thanks - one last time.
Elbide’s daughter Kerry Cokelek contacted Neos Kosmos to find this lady for her mother. She said it’s very important that her mother says thanks to this lady, and her sister-in-law Toula, and is asking members of the Greek community to help find this lady, who gave the family so much through her unselfish and charitable heart.
“These ladies were true friends and they were there when mum really needed someone the most,” explains Kerry and says other than the Turkish people they met when they migrated, the two sister-in-laws were the “first ones to help” the family.
In 1971, Kerry’s father Bekir Elhan boarded the Northcote train and struck up a conversation with Asimoula. Thankfully for Bekir, Asimoula spoke Turkish. In the conversation about the struggles of migration, Bekir mentioned that his wife needed work. Asimoula’s mind went straight to her sister-in-law Toula who was then working at the Yarra Falls Knitting Mill and got Elbide a job there. This was the first of the abundance of help this lady would bring to the young family.
Elbide worked alongside Toula at Yarra Falls from 1972 to 1975. But it wasn’t just the job - Asimoula helped the family with clothes, furniture and even worked as a translator for most of the time as she could speak both Turkish and English as well as Greek. Unfortunately, Elbide lost contact with the ladies after she left her job at Yarra Falls, and now as she faces her last days, wants to say thanks to these women who helped her and her family when she needed it the most.
“Every Greek person she sees she asks ‘do you know Asimoula and Toula?’,” says her daughter Kerry.
Two months ago, Elbide went back to Turkey but sadly, she got sick and her daughter fears she’s seriously ill. Kerry says it would mean the world to her mother is she could speak to Asimoula and Toula just one last time as “it would make her so happy”.
If anyone knows the two sister-in-laws Asimoula and Toula - who are married to brothers - Kerry Cokelek would like to hear from you. She is unsure of their surname but knows that Toula worked at Yarra Falls knitting mill from 1971, and that Asimoula lived in the Northcote area, closest to Dennis Station. If you know them, or know someone that does, if you could contact Kerry on : 0412 036 190.

Monday, August 6, 2012

Ιστορίες με νόημα και ανθρωπιά.. Ο διπλανός της..


Οι άνθρωποι γύρω μας....


Το ακόλουθο γεγονός συνέβη κατά τη διάρκεια ενός υπεραντλαντικού αεροπορικού ταξιδίου :
Μία κυρία έτυχε να καθήσει δίπλα σε ένα μελαψό κύριο. Η κυρία, φανερά εκνευρισμένη, ζήτησε από την αεροσυνοδό να της βρει άλλη θέση, επειδή δεν ήθελε να κάθεται δίπλα σε κάποιον μη «ευχάριστο» τύπο!
Η αεροσυνοδός της είπε ό,τι η πτήση ήταν γεμάτη, αλλά θα ερευνούσε εάν υπήρχε χώρος ελεύθερος, ακόμη και στην πρώτη θέση, ώστε να καλύψει το αίτημα της.
Oι υπόλοιποι επιβάτες βλέποντας τη σκηνή, απογοητεύτηκαν πάρα πολύ τόσο από την κυρία και την

αντικοινωνική της στάση, αλλά και με το γεγονός ότι μια τέτοια παράλογη απαίτηση θα την οδηγούσε ακόμη και στην πρώτη θέση.

Ο δυστυχής επιβάτης φανερά ενοχλημένος και συγχρόνως λυπημένος, για την ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε, προτίμησε να σιωπήσει.

Το κλίμα μέσα στο αεροπλάνο ήταν πολύ ψυχρό και η ατμόσφαιρα πολύ ηλεκτρισμένη, αλλά η συγκεκριμένη κυρία έδειχνε ευτυχισμένη και χαρούμενη που θα μετακόμιζε στην πρώτη θέση, μακρυά από «εκείνο» το άτομο

Λίγα λεπτά αργότερα η αεροσυνοδός επέστρεψε και είπε στη κυρία: "Συγγνώμη κυρία, η πτήση είναι γεμάτη και δεν υπάρχει κενή θέση … Ευτυχώς όμως βρήκα μία ελεύθερη στην πρώτη θέση! "Moυ πήρε αρκετή ώρα, διότι έπρεπε να πάρω πρώτα την άδεια του captain για να γίνει αυτή η αλλαγή. Συγκεκριμένα μου είπε ό,τι «με κανένα τρόπο δεν μπορούμε να πιέσουμε κάποιον να καθήσει δίπλα σε ένα τόσο μη ευχάριστο άτομο» και ενέκρινε αμέσως την αλλαγή!"

Οι υπόλοιποι επιβάτες δεν μπορούσαν να πιστέψουν ο,τι άκουγαν εκείνη τη στιγμή ... και η κυρία, με φανερή ικανοποίηση στο πρόσωπο, ετοιμάστηκε να σηκωθεί από τη θέση της ...

Τότε η αεροσυνοδός γύρισε δίπλα στο μελαψό κύριο και του είπε : "Κύριε, αν θέλετε ακολουθήστε με στην πρώτη θέση!!! Εκ μέρους της αεροπορικής μας εταιρίας, ο captain ζητά συγνώμη για το γεγονός πού έτυχε σε σας, να καθήσετε δίπλα σε ένα τόσο μη ευχάριστο άτομο"

Ολοι οι επιβάτες χειροκρότησαν και έδωσαν συγχαρητήρια στο πλήρωμα γιατί χειρίστηκαν την υπόθεση τόσο αποτελεσματικά.

Εκείνη τη χρονιά ο captain και το πλήρωμα βραβεύτηκαν για την αντίδραση τους σε εκείνη την πτήση.

Ας γίνει βίωμά μας ότι,

«Οι άνθρωποι μπορεί να ξεχάσουν ό,τι τους έχεις πει.

Μπορεί να ξεχάσουν ό,τι έχεις κάνει σε εκείνους,

Αλλά δεν ξεχνούν ποτέ το πώς τους έκανες να αισθανθούν


Το πήραμε απο το Μπλογκ 
http://ektiesthisi.blogspot.com.au/2012/08/blog-post_6.html#more

wibiya widget