Του ΚΩΣΤΑ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ
Κρίση παράνοιας έχει προκαλέσει στα αυστραλιανά μονοπώλια της ενημέρωσης η απόφαση της κυβέρνησης Γκίλαρντ να εκλογικεύσει την ενημέρωση και το ιδιοκτησιακό καθεστώς των αυστραλιανών ΜΜΕ.
Από την αρχή της εβδομάδας η τέταρτη εξουσία έχει ανεβεί στα κεραμίδια και καταγγέλλει την «ανίερη», «αντιδημοκρατική», «δικτατορική», «φασιστική» απόφαση της κυβέρνησης να επιβάλει μηχανισμούς «καταστρατήγησης» της ελευθερίας έκφρασης και «διάβρωσης» του δημοκρατικού πολιτεύματος της Αυστραλίας.
«Η κυβέρνηση Γκίλαρντ μας φιμώνει» διαμαρτύρονται οι ιδιοκτήτες των μονοπωλίων, στην καταφανή προσπάθειά τους να διεγείρουν το λαό κατά της κυβέρνησης. Τολμούν, μάλιστα, να παρομοιάζουν τον υπουργό Τηλεπικοινωνιών, Stephen Conroy, με το Στάλιν, τον Φιντέλ Κάστρο και άλλους σύγχρονους και μη δικτάτορες.
Παραμύθια. Η κυβέρνηση δεν ακυρώνει κανένα κεκτημένο δικαίωμα των ΜΜΕ μήτε νομοθετεί για τη μόνιμη εγκατάσταση εντεταλμένων υπαλλήλων του κράτους στις αίθουσες σύνταξης εφημερίδων, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών για να ελέγχουν την ύλη των εφημερίδων και το περιεχόμενο ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών προγραμμάτων.
Απλά, η κυβέρνηση προωθεί νομοσχέδια, που αν ψηφιστούν από το κοινοβούλιο θα περιορίσουν τη δυνατότητα των μέσων ενημέρωσης να παραποιούν την αλήθεια, να παραπληροφορούν, να δυσφημίζουν πολίτες, να ανατρέπουν εκλεγμένες κυβερνήσεις, να υποκλέπτουν, να θησαυρίζουν ταΐζοντας το λαό κοπριά.
Η εκλογίκευση της ενημέρωσης είναι αναγκαία για την αντικειμενική ενημέρωση του κοινού, για την προστασία των δημοκρατικών θεσμών και της ελευθερίας των εργαζομένων να καλύπτουν γεγονότα και να σχολιάζουν κατά την κρίση τους και όχι καθ’ υπαγόρευση των εργοδοτών τους.
Τα περί «αυτοελέγχου» των μέσων ενημέρωσης, που αντιπαραθέτουν τα μονοπώλια, διαψεύδονται καθημερινά από τις αθέμιτες πρακτικές τους. Αν τα μέσα ενημέρωσης αυτοελέγχονταν η ποιότητα της ενημέρωσης που προσφέρουν θα ήταν ανώτερη. Αν τα ΜΜΕ σέβονταν αρκούντως τον κώδικα δεοντολογίας δεν θα υπέκλεπταν τηλεφωνικές συνδιαλέξεις ανυποψίαστων πολιτών, δεν θα «λάδωναν» κρατικούς λειτουργούς για να εξασφαλίζουν αποκλειστικότητες, δεν θα υποκαθιστούσαν συνειδητά άλλες εξουσίες.
Δυστυχώς, η τέταρτη εξουσία έχει εκτροχιαστεί με την ανοχή της πολιτικής εξουσίας, που σήμερα καταγγέλλεται για «δικτατορική» αντιμετώπιση των μέσων ενημέρωσης. Δυστυχώς, τα καρτέλ ενημέρωσης που δημιούργησε η ανοχή της πολιτικής εξουσίας, σήμερα απειλεί να την ισοπεδώσει. Η δουλικότητα με την οποία οι πολιτικοί μας υπηρετούν τα συμφέροντα των βαρόνων της ενημέρωσης έχει δημιουργήσει κλίμα υποταγής των εκάστοτε κυβερνώντων στα προστάγματα των Murdoch, των Fairfax και άλλων ιδιοκτητών εφημερίδων, τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών.
Δεν είναι, λοιπόν, τυχαία ή συμπτωματική η λυσσαλέα αντίδραση των ιδιοκτητών των μέσων ενημέρωσης στα κυβερνητικά νομοσχέδια. Οι μεγιστάνες, συνηθισμένοι να επιβάλλουν τις θελήσεις τους, εξαγριώθηκαν από την «απειθαρχία» της κυβέρνησης Γκίλαρντ στις εντολές τους.
Μέρος της ευθύνης, βέβαια, φέρει και η κυβέρνηση Γκίλαρντ, που χειρίζεται παντελώς ανεύθυνα το ακανθώδες ζήτημα. Προφανώς, η κυβέρνηση υποτίμησε την αποφασιστικότητα των μονοπωλίων να παλέψουν για τη διατήρηση του status quo και σήμερα υποχρεώνεται να αμύνεται, αντί να επιτίθεται.
Η άσκηση λογικού ελέγχου των ΜΜΕ, στα πλαίσια του συντάγματος και με τον αναγκαίο σεβασμό στις αρχές του δημοκρατικού μας πολιτεύματος δεν ακυρώνει την ελεύθερη έκφραση μήτε τη δημοκρατία. Δεν είναι «σταλινική» η προσπάθεια μίας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης να καθιερώσει μίνιμουμ στάνταρντ ενημέρωσης και σεβασμού των δικαιωμάτων του πολίτη από τα κέντρα ενημέρωσης. Η έλλειψη ελέγχου καλλιεργεί σταλινικές νοοτροπίες, που στραγγαλίζουν την ελεύθερη έκφραση και ακρωτηριάζουν τη δημοκρατία.
ΠΗΓΗ: ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ