Μία σύγκρουση στο διάστημα δύο αστεροϊδών πριν από 290 εκατομμύρια χρόνια έστειλε στη γη ένα εξωγήινο βράχο διαμέτρου 100 μέτρων.
Ο βράχος αυτός εξερράγη στην ατμόσφαιρα με την ισχύ 40 πυρηνικών βομβών σαν της Χιροσίμα. Η λάμψη της έκρηξης, δεκάδες φορές πιο έντονη από τη λάμψη του Ήλιου, προκάλεσε εγκαύματα σε ανθρώπους που βρίσκονταν δεκάδες χιλιόμετρα μακριά από το σημείο της πτώσης του. Μια νέα μελέτη αποκαλύπτει την προέλευση του μετεώρου που έπεσε τον Φεβρουάριο του 2013 στην πόλη Τσελιαμπίνσκ στη Ρωσία. Σύμφωνα με τους ερευνητές το μετέωρο έφτασε στη Γη μετά από τη σύγκρουση δύο αστεροειδών στο Διάστημα.
Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι το μετέωρο είχε πιθανότατα αποσπαστεί από ένα μεγάλο αστεροειδή. Ομάδα ερευνητών με επικεφαλής επιστήμονες του Πανεπιστημίου Tohoku στην Ιαπωνία μελέτησαν τα θραύσματα του διαμέτρου 20 μέτρων βράχο που έπεσε πέρυσι στη Ρωσία. Οι ερευνητές επικέντρωσαν την προσοχή τους στην παρουσία του ιαδεΐτη στο μετέωρο. Πρόκειται για ένα ορυκτό της ομάδας των πυροξένων, οικογένεια πυριτικών ορυκτών που συμμετέχουν στη σύσταση πολλών πετρωμάτων, πολλές φορές ως θεμελιώδη ορυκτολογικά συστατικά.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα, όπως αναφέρει το tovima.gr, ότι το μετέωρο ήταν πράγματι μέρος ενός αστεροειδή που αποτελούνταν από ένα κυρίως σώμα με διάμετρο περίπου 100 μέτρων και πολλά μικρότερα σώματα που το ακολουθούσαν ένα εκ των οποίων ήταν και αυτό που έπεσε στη Ρωσία.
Σύμφωνα με τους ερευνητές ο αστεροειδής αυτός συγκρούστηκε πριν από εκατοντάδες εκ. έτη με ένα μεγαλύτερο αστεροειδή. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η σύγκρουση αυτή συνέβη πριν από 290 εκ. έτη και οι δύο αστεροειδείς συγκρούστηκαν με ταχύτητα 4.800 χλμ/ώρα. Σύμφωνα με τους ερευνητές η σύγκρουση αυτή είχε ως αποτέλεσμα ο επίμαχος βράχος να βγει από την πορεία του, να χάσει την επαφή του με τον μητρικό του αστεροειδή και να περιπλανιέται στο Διάστημα μέχρι τελικά να καταλήξει στη Γη.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι αρχικές εκτιμήσεις των ειδικών ήταν ότι το μετέωρο της Ρωσίας ήταν μέρος ενός γιγάντιου αστεροειδή διαμέτρου δύο χλμ. Η νέα μελέτη δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Scientific Reports».