Showing posts with label Ευρωπη σε κρίση. Show all posts
Showing posts with label Ευρωπη σε κρίση. Show all posts

Tuesday, July 19, 2011

Φρανσουά Γκοντμάν: Ευρώπη για… πούλημα


Το δράμα συχνά συναντά την κωμωδία στα έργα του Σαίξπηρ. Ίσως αυτό επηρέασε τον Πρωθυπουργό της Κίνας, Γουέν Τζιαμπάο, καθώς απολάμβανε τη θεατρική παράσταση «Άμλετ» στην επαρχιακή πόλη Στράτφορντ-απόν-Έιβον της Βρετανίας κατά την πρόσφατη περιοδεία του στην Ευρώπη. Και ίσως με την αφορμή του έργου άρχισε να σκέφτεται: «Να αγοράσει κανείς ή να μην αγοράσει;»
Τον περασμένο Μάρτιο, υπουργός που στελεχώνει την κυβέρνηση Τζιαμπάο σχολίασε «Πάντα θα υπάρχουν αυτοί που θα μας κατακρίνουν, είτε προχωρούμε σε αγορές είτε όχι.» Όπως έδειξαν, ωστόσο, τα ταξίδια του Γουέν στη Βρετανία, τη Γερμανία και την Ουγγαρία, το κινεζικό κράτος πράγματι αγοράζει και οι Ευρωπαίοι ηγέτες πωλούν με μεγάλη προθυμία.

Κατά τη διάρκεια της περιοδείας του Γουέν προέκυψαν κάποιες αξιοπερίεργες εξελίξεις. Σε επίσκεψη του στη Βουδαπέστη εγκωμίασε τον ποιητή Σάντορ Πέτοφι, του οποίου η ωδή προς την ελευθερία του 19ου αιώνα αποτελεί εθνικό θησαυρό για την Ουγγαρία. Την ίδια στιγμή ο δεξιός Πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, επαινούσε την Κίνα, καθώς επρόκειτο να συμπεριλάβει τον Σάντορ Πέτοφι στην διδακτέα ύλη των λυκείων της.

Αυτό δημιουργεί τεράστια έκπληξη, καθώς σε μία από τις πιο γνωστές ομιλίες του, το Φεβρουάριου του 1957, μετά την αντισοβιετική επανάσταση στην Ουγγαρία, ο Μάο Τσε Τουνγκ «αφόρισε» τους υποστηρικτές του Πέτοφι. Εξέφρασε το θρήνο του για το γεγονός, ότι οι Ούγγροι Κομμουνιστές «στην ουσία δε σκότωσαν κανέναν αντεπαναστάτη, και αυτό ήταν που προκάλεσε το ουγγρικό επεισόδιο το 1956», ενώ υποστήριξε πλήρως τους Σοβιετικούς για την βίαιη κατάπνιξη της εξέγερσης.

Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς, γιατί ο Όρμπαν, ο οποίος το 2000 είχε υποδεχτεί στη χώρα του τον Δαλάι Λάμα, θα κατέφευγε σε τόσο ανειλικρινείς, εγκωμιαστικές δηλώσεις και μάλιστα θα μιλούσε με τέτοιο στόμφο και συγκίνηση για την «ιστορική συμμαχία» Κίνας-Ουγγαρίας. Η κυβέρνηση Τζιαμπάο διαβεβαίωσε πως οι κινεζικές τράπεζες θα χορηγήσουν ένα δισεκατομμύριο ευρώ για την προώθηση επενδύσεων ουγγρικών εταιρειών στην Κίνα, και δεσμεύτηκε να αγοράσει αδιευκρίνιστο όγκο ουγγρικών ομολόγων. Και, σε αντίθεση με το 2000, αυτή τη φορά πολλοί Θιβετιανοί μετανάστες κλήθηκαν εκτάκτως για εξονυχιστικούς ελέγχους ταυτότητας κατά την διάρκεια της επίσκεψης του Γουέν: με τον τρόπο αυτό οι ουγγρικές αρχές κατάφεραν να τους κρατήσουν μακριά από τους δρόμους της χώρας.

Το χειρότερο είναι πως ο Όρμπαν, ο οποίος κατά την επίσκεψη του Κινέζου ομολόγου του, διένυε τις τελευταίες ημέρες του ως προεδρεύων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν αναφέρθηκε σε κανένα ευρωπαϊκό ζήτημα. Αντίθετα μίλησε με θέρμη για την πιθανότητα να γίνει η Ουγγαρία εμπορικό κέντρο για τα κινεζικά προϊόντα.

Στο Λονδίνο, ωστόσο, ψυχρότερη υποδοχή περίμενε τον Κινέζο Πρωθυπουργό, οποίος εξαπέλυσε λεκτική επίθεση κατά της Βρετανίας επειδή επικρίνει την Κίνα αναφορικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Χαρακτηριστικά απεκάλεσε τις αποδοκιμασίες «στοχοποίηση» και απαίτησε «σεβασμό» προς τον κινεζικό λαό.

Ο αριθμός των συμφωνιών που υπογράφηκαν ήταν μικρός και σχετίζονταν με εισαγωγές κινεζικών πουλερικών και χοιρινών κρεάτων, μια διμερή συμφωνία για την προστασία των πάντα αλλά και τη χρηματοδότηση βρετανικών επενδύσεων στον τομέα της ενέργειας στην Κίνα. Ο Βρετανός Πρωθυπουργός από την πλευρά του, Ντέιβιντ Κάμερον, αναφέρθηκε σε σχετικές δηλώσεις του, στην ανάγκη για «αμοιβαία πρόσβαση στις ευρωπαϊκές και κινεζικές αγορές».

Παρά τις εμφανείς διαφοροποιήσεις, υπάρχει ένα κοινό στοιχείο στις επισκέψεις του Γουέν σε Ουγγαρία και Βρετανία. Και στις δύο περιπτώσεις η κινεζική κυβέρνηση προσέφερε χρηματοδότηση για ουγγρικές και βρετανικές εταιρικές επενδύσεις στην Κίνα. Αυτές οι προτάσεις από μέρους της Κίνας αποτελούν ένα καινούριο κομμάτι του παζλ.

Μόλις πρόσφατα η Κίνα έπαψε να λαμβάνει «αναπτυξιακά» δάνεια από την Ευρώπη. Ενδεικτικά παραδείγματα είναι, μεταξύ άλλων, ο πολυτελής Τερματικός Σταθμός 3 του αεροδρομίου του Πεκίνου και πιο πρόσφατα, οι επενδύσεις στον κλάδο ανανεώσιμων ενεργειών της Κίνας, τα οποία χρηματοδοτήθηκαν από ευρωπαϊκά δάνεια δισεκατομμυρίων ευρώ που έλαβε η χώρα.

Φαίνεται πως η Κίνα, έχοντας «αναβαθμιστεί» από την προηγούμενη κατάσταση της ως υποανάπτυκτο κράτος, έχει κατανοήσει τη ζωτική ανάγκη για αυτό που οι Ευρωπαίοι αποκαλούν αμοιβαιότητα. Το καλοκαίρι που διανύουμε, η Ευρώπη βρίσκεται σε στάδιο αναθεώρησης της συνεργασίας της με τις μεγάλες αναπτυσσόμενες οικονομίες και κυρίως με την Κίνα. Ίσως μάλιστα αναζητήσει όρους συνεργασίας που αρμόζουν περισσότερο σε μία ανερχόμενη δύναμη παρά σε μία αναπτυσσόμενη χώρα.

Επιπλέον, παρά τη δυσαρέσκεια που εξέφρασε ο Γουέν στη Βρετανία σε σχέση με τις αποδοκιμασίες περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά της Κίνας, το βρετανικό μήνυμα ίσως επιτέλους να βρίσκει πρόσφορο έδαφος στην κινεζική ηγεσία. Πριν την έναρξη της ευρωπαϊκής περιοδείας του Κινέζου πρωθυπουργού, απελευθερώθηκαν δύο κρατούμενοι αντικαθεστωτικοί, οι Άι Γουέιγουει και Χου Τζιά.

Η σημασία αυτής της ενέργειας δε θα πρέπει βέβαια να υπερεκτιμηθεί: στον Χου υπολείπονταν μόλις έξι μήνες από μία παράλογη καταδίκη διάρκειας τριάμισι χρόνων και ο Άι εξακολουθεί να διώκεται για υποτιθέμενη «φοροδιαφυγή».

Από την άλλη, η κίνηση αυτή δε θα πρέπει ούτε να υποτιμηθεί, αφού η Κίνα έδειξε να υπαναχωρεί σε αυτές τις δύο πολύκροτες υποθέσεις. Μέχρι πρότινος, ο κανόνας ήταν πως όσο μεγαλύτερη συμβολική αξία βάραινε μία υπόθεση, τόσο πιο αδιάλλακτη και απόλυτη ήταν η αντίδραση των κινεζικών αρχών. Η Κίνα όμως ξέρει πλέον ότι έχει πρόβλημα με την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και έχει κατανοήσει πως αυτό μπορεί να της σταθεί εμπόδιο όσο περισσότερο διευρύνεται η οικονομική της παρουσία.

Στο τελικό σταθμό της περιοδείας του, την Γερμανία, ο Τζιαμπάο ασχολήθηκε αποκλειστικά με τις «μπίζνες». Στην αεροπορική επίδειξη του Παρισιού, οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι της Κίνας αρνήθηκαν πεισματικά να υπογράψουν συμβόλαιο για τα Airbus ως αντίδραση για την επιβολή «φόρου άνθρακα» στις αερομεταφορές, που σχεδιάζει η Ευρώπη. Ωστόσο, τέσσερις μόλις μέρες μετά, η Κίνα υπέγραψε στο Βερολίνο συμφωνία για την αγορά 88 αεροσκαφών Airbus (αν και Κινέζοι εκπρόσωποι τοποθετούν τον αριθμό στα 62).

Η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ σε δηλώσεις της, μίλησε για την ευρωπαϊκή πολιτική αποφεύγοντας ουσιαστικές αναφορές, στηριζόμενη στο γεγονός πως επρόκειτο για διμερή συνάντηση. Ωστόσο, οι Γερμανοί μίλησαν ουσιαστικά και με αποφασιστικότητα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως άλλωστε και οι Κινέζοι για την «αναβάθμιση» τους σε οικονομία της αγοράς.

Η επίσκεψη του Γουέν μαρτυρά πολλά για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Ευρώπη. Κατά πρώτον η περιφέρεια της Ευρώπης έχει χάσει το ηθικό της και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι έτοιμη να υπογράψει συμφωνίες ακόμη και με τον διάβολο, με οποιουσδήποτε όρους, αφού επιζητά αδίστακτα το κέρδος.

Ταυτόχρονα οι πρώην μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης πασχίζουν να συναγωνιστούν την ταχύτατα ανερχόμενη στις διεθνείς αγορές Κίνα, το οποίο θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με ισχυρότερη ενοποίηση των ευρωπαϊκών κρατών, βήμα που δεν φαίνονται ιδιαίτερα πρόθυμες να κάνουν. Η αλήθεια είναι πως η Γερμανία, η κεντρική δημοκρατία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι σήμερα ευρωπαϊκή, μόνο στο βαθμό που αυτό εξυπηρετεί τα εθνικά της οικονομικά συμφέροντα

Εντωμεταξύ, η Κίνα είναι σε θέση να υιοθετήσει μία πιο μοντέρνα εκδοχή της στρατηγικής του Μάο, δηλαδή «να περικυκλώσει τις πόλεις από την επαρχία». Οι ηγέτες της έχουν επιδοθεί σε κυνήγι επιχειρηματικών ευκαιριών, σε μία ευρωπαϊκή περιφέρεια που μαστίζεται από την οικονομική κρίση, επικαλούμενοι μόνο αφηρημένα την υποστήριξη τους στην Ευρώπη ως ενιαίο σύνολο.


*Ο Φρανσουά Γκοντμάν είναι συνεργάτης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τις Διεθνείς Σχέσεις και ιδρυτής του Κέντρου Πολιτικών Επιστημών για Ασιατικά Ζητήματα στο Παρίσι. Έχει εργαστεί επίσης ως σύμβουλος στο Υπουργείο Εξωτερικών της Γαλλίας, με εξειδίκευση σε κινεζικά και ασιατικά θέματα
 
To BHMA

Ευρωπη-Οι αγορές εναντίον της πολιτικής


Του =========================

Πριν από ένα χρόνο η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού «μηχανισμού διάσωσης» ήταν κάτι εντελώς καινούριο και συνεπώς ήταν δικαιολογημένοι οι δισταγμοί μπροστά σε ένα πρωτόγνωρο εγχείρημα, με αποτέλεσμα βεβαίως να κυριαρχήσουν οι χρηματοπιστωτικές αγορές.
Σήμερα όμως, ένα χρόνο και περισσότερο μετά τη δημιουργία του μηχανισμού και μάλιστα μπροστά στην επέκταση της κρίσης του χρέους στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία και την απειλή ακόμα μεγαλύτερης επέκτασης και σε άλλες χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία, κάθε αργοπορία στην επίτευξη μιας συνολικής συμφωνίας είναι αδικαιολόγητη και επικίνδυνη.
Οι ευρωπαϊκές οικονομίες κινούνται μέσα σ' ένα χρηματοοικονομικό σύστημα, όπου κυριαρχούν ιδιώτες «επενδυτές» τράπεζες, ασφαλιστικοί οργανισμοί και χρηματοπιστωτικές εταιρείες (δηλ. οι αγορές) και, συνεπώς, η αναζήτηση του μέγιστου και άμεσου κέρδους οδηγεί συχνά σε κερδοσκοπικές πρακτικές.
Δεν είναι συνεπώς παράλογο αυτές οι αγορές να επιβάλλουν στις υπερχρεωμένες χώρες, λόγω του κινδύνου μη αποπληρωμής των χρεών τους, υψηλά επιτόκια που μπορεί να τις οδηγούν στη χρεοκοπία, παρά τις πολιτικές αυστηρής λιτότητας που υποχρεώνονται να εφαρμόζουν. Είναι αυτονόητο ότι οι αγορές καθοδηγούνται στις «τοποθετήσεις» τους, δηλ. στον τρόπο που δανείζουν και στα επιτόκια που απαιτούν, από τους οίκους αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας των χωρών που δανείζουν.
Το πλέγμα σχέσεων μεταξύ των χρηματοπιστωτικών αγορών και των οίκων αξιολόγησης είναι αποτέλεσμα της ανάπτυξης του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος σε παγκόσμια κλίμακα, χωρίς κανένα περιορισμό από τη διεθνή κοινότητα. Επιπλέον, το σύστημα αυτό ευνοήθηκε από τη νομισματική ορθοδοξία που απαγορεύει στις κεντρικές τράπεζες να δανείζουν τις χώρες τους. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα συχνά βρίσκεται σε αντιπαράθεση με τις πολιτικές επιλογές ακόμη και των ισχυρότερων κρατών, όπως συμβαίνει σήμερα με τη Γερμανία και τη Γαλλία, οι οποίες όσο διστάζουν να πάρουν γρήγορες αποφάσεις για τη διαχείριση του χρέους στην ευρωζώνη, τόσο υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα των αποφάσεών τους.
Η Γερμανία στην προσπάθειά της να ελαχιστοποιήσει το κόστος από την ελάφρυνση του βάρους του χρέους της Ελλάδας για τους φορολογούμενους της, αφήνει στην άκρη αποτελεσματικότερες λύσεις όπως η έκδοση ευρωομολόγων, ή η επαναγορά από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης ελληνικών υποτιμημένων ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά. Υποστηρίζει με επιμονή ότι οι ιδιώτες επενδυτές πρέπει να επωμισθούν μέρος του βάρους εξυπηρέτησης του χρέους της χώρας μας συμμετέχοντας στο νέο δάνειο που πρόκειται να χορηγηθεί.
Σ 'αυτή την τοποθέτηση της Γερμανίας αντιδρούν οι οίκοι αξιολόγησης, απειλώντας ότι οποιαδήποτε συμφωνία ακόμη και «εθελοντική» των ιδιωτών επενδυτών για μη άμεση και στο ακέραιο εξόφληση των ελληνικών ομολόγων στη λήξη τους, θα θεωρηθεί επιλεκτική χρεοκοπία. Ομως σ' αυτή την περίπτωση η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απειλεί ότι δεν θα δέχεται ελληνικά ομόλογα ως εγγύηση για παροχή ρευστότητας στις ελληνικές τράπεζες.
Το αδιέξοδο μοιάζει αξεπέραστο, εκτός εάν η Γερμανία αλλάξει άποψη ή οι οίκοι αξιολόγησης υποχωρήσουν ή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα άρει τις αντιρρήσεις της ή ακόμη επιλεγεί τελικά η επαναγορά μέρους υποτιμημένων ομολόγων από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό παρά τις γερμανικές αντιρρήσεις. Πόσο πιθανή μοιάζει και πόσο χρόνο θα χρειασθεί μια τέτοια εξέλιξη, που θα ανοίξει το δρόμο για μια συνολική λύση για την Ελλάδα αλλά και τις άλλες υπερχρεωμένες χώρες; Από την έκβαση αυτής της «μάχης» θα κριθεί τελικά η υπεροχή της πολιτικής έναντι των αγορών ή το αντίθετο.


wibiya widget