Μια από τις μεγαλύτερες πλάνες στον ελληνισμό σήμερα είναι ότι οι τρείς πατέρες της ανατολικής ορθόδοξης εκκλησίας (Μέγας Βασίλειος, Ιωάννης Χρυσόστομος και Γρηγόριος Ναζιανζηνός ή Θεολόγος), ήταν προστάτες των γραμμάτων και της παιδείας. Η πλάνη συνεχίζει με τον αφελέστατο ισχυρισμό της εκκλησίας ότι μπόρεσαν να συνδυάσουν το αρχαίο ελληνικό πνεύμα με τον νεότερο χριστιανισμό, καθιστώντας τον, δήθεν, μέσα από τις διδασκαλίες τους, ως μια φυσική εξέλιξη του ελληνισμού.
Το παρόν άρθρο, χρησιμοποιώντας ως πηγές κείμενα των ιεραρχών, εστιάζει στην προδοτική στάση τους απέναντι στον ελληνισμό, η οποία ποικίλει από κηρύγματα μίσους, μέχρι εξοπλισμό ομάδων φανατικών για καταστροφές, φόνους και λεηλασίες. Στόχος είναι η αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, ώστε ο υπνώττων Έλληνας επιτέλους να αφυπνισθεί και αποτινάξει τα πνευματικά δεσμά που τον κρατούν υπανάπτυκτο αιώνες τώρα. Στόχος είναι επίσης ο σοβαρός προβληματισμός για αποσύνδεση της Γιορτής των Γραμμάτων στα δημόσια σχολεία της Κύπρου, από τους τρεις μισέλληνες ιεράρχες.
Κατά των Ελλήνων
Καταρχάς, η καταγωγή των τριών ιεραρχών δεν ήταν ελληνική. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος είχε εβραϊκή καταγωγή, ενώ οι Βασίλειος και Γρηγόριος ήταν Καππαδόκες. Μάλιστα υπήρχε και διαμάχη μεταξύ τους και οι πιστοί είχαν χωριστεί σε οπαδούς του καθενός. Τελικά η λύση δόθηκε με την από κοινού ημέρα εορτής τους. Παρόλο που οι οπαδοί τους είχαν χωριστεί σε αντιμαχόμενα στρατόπεδα, τα κηρύγματα των τριών ιεραρχών απηχούσαν τον φανατισμό του χριστιανισμού της εποχής, ο οποίος έβλεπε εχθρούς που έπρεπε να εξαλείψει, ώστε να θεριέψει και θεμελιωθεί. Για τον λόγο αυτό οι άγιοι προστάτες της ελληνικής παιδείας στρέφονται με μένος κατά Ελλήνων.
Στην πολύτομη έκδοση με τίτλο: Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας (Πατερικαί Εκδόσεις Γρηγόριος Παλαμάς, 1980), ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σε κείμενά του χαρακτηρίζει ονομαστικά τους Έλληνες ως εξής:
«Μωρούς»: τόμος 18, σ. 17.
«Εκφέροντες λόγους ματαίους και ακαθάρτους»: τ. 18, σ. 113.
«Κυλιομένους ομού με πόρνους και μοιχούς…»: τ. 18, σ. 115.
«Δεισιδαίμονας»: τ. 34, σ. 429.
«Αιμομείκτας μετά μητέρων και αδελφών»: τ. 34, σ. 459.
«Ασοφωτέρους από τα ζώα»: τ. 34, σ. 497.
«Εστιγματισμένους», «χειροτέρους από τους χοίρους που πασαλείβονται με περιττώματα», «κυνικά καθάρματα», «παναθλίους», «παμμιάρους», «αναισχύντους» κ.α.
Ο Μέγας Βασίλειος στον Λόγο του προς τους νέου, λέει, μεταξύ άλλων: «Είναι δε εχθροί οι Έλληνες, διότι διασκεδάζουν καταβροχθίζοντας με ορθάνοιχτο το στόμα τον Ισραήλ» (Λόγος προς τους νέους και Βασίλειος Καισάρειας, Εις Προφήτην Ησαΐαν 9.230.8).
Κατά της ελληνικής φιλοσοφίας και κοσμοθέασης
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος στρέφεται και κατά της ελληνικής κοσμοθέασης και αντίληψης, απορρίπτοντας την ελληνική παιδεία της εποχής, λέγοντας τα εξής: «και πάντα τα δόγματα τους βρίθουν σκωλήκων… Αυτά γέννησαν και αύξησαν οι Έλληνες από των φιλοσόφων λαβόντες… ημείς δε ού παραιτούμεθα της των κατ’ αυτών μάχης» (Εις άγιον Ιωάννην τον Ευαγγελιστήν, ομιλία ΞΣ 59.369.12-59.370.11). Αξιοπερίεργη είναι όπως διαπιστώνεται, η πλήρης απαξίωση της ελληνικής φιλοσοφίας, η οποία υπήρξε ακρογωνιαίος λίθος στην ανάπτυξη της κοινωνίας μέχρι εκείνη την περίοδο.
Στο έργο του «Ερμηνεία εις την προς Ρωμαίους Επιστολήν» αναφέρει: «Που είναι τώρα οι σοφοί των ελλήνων με τα πυκνά τους γένεια, με τους έξωμους χιτώνες τους και με τα παραφουσκωμένα λόγια; Όλη την βάρβαρη Ελλάδα ο σκηνοποιός (ο Παύλος) επέστρεψε (=εκχριστιάνισε). Ας είναι κι αυτός ανάμεσά τους ο περιβόητος Πλάτων, που τρεις φορές πήγε στη Σικελία, γεμάτος επίδειξη και κομπορρημοσύνη, μα κανείς δεν του έδωσε προσοχή. Όμως εκείνος ο σκηνοποιός όχι μόνο στη Σικελία, όχι μόνο στην Ιταλία αλλά και σ’ όλη την οικουμένη πέταξε και δεν σκανδάλισε, κι είναι φυσικό, γιατί οι διδάσκαλοι δεν καταφρονούνται από την εργασία τους αλλά απ’ τα ψέματά τους».
Και συνεχίζει λέγοντας:
«(Οι Έλληνες φιλόσοφοι) ποτέ δεν έκαμαν το σωστό, αλλά ήσαν δειλοί, φιλόδοξοι, αλαζόνες και είχαν ασυλλόγιστα πάθη» (Εις τον μακάριον Βαβύλαν, λόγος β’ , παρ. στ’).
«(Οι Έλληνες φιλόσοφοι και ρήτορες είναι) καταγέλαστοι και δεν διαφέρουν από τα παιδιά που λένε ανοησίες. Γιατί δεν μπόρεσαν να πάρουν με το μέρος τους ούτε ένα σοφό ή άσοφο, ούτε άνδρα ή γυναίκα, ούτε ένα μικρό παιδί από τόσα έθνη κι από τόσους λαούς, αλλά προκαλούσαν τόσα γέλια τα βιβλία που είχαν γράψει, ώστε, μόλις τα παρουσίαζαν, να εξαφανίζωνται, γι’ αυτό και χάθηκαν τα περισσότερα. Κι αν διασώθηκε κανένα και βρίσκεται κάπου, θα το έχουν σώσει οι χριστιανοί. Τόσο δεν φοβόμαστε μην πάθωμε κάποιο κακό από την έχθρα τους, τόσο περιφρονούμε την πολυμήχανη δραστηριότητά τους» (Εις τον μακάριον Βαβύλαν και Κατά Ιουλιανού και προς Έλληνας, λόγος β’, παρ. β’).
«Και ο μεν πολύ φλύαρος Πλάτωνας τελικά σίγησε, ενώ ο Πέτρος ακούγεται σε όλη τη γη μέχρι τα πέρατα της οικουμένης. Πού είναι τώρα της Ελλάδας ο αλαζόνας; Πού είναι των Αθηνών το γνωστό όνομα; Πού είναι των φιλοσόφων η αρρωστημένη φλυαρία; Τι λοιπόν, δεν ενέργησε στον Πλάτωνα ο Χριστός και ούτε στη φύση του Πυθαγόρα; Γιατί πολύ πιο σοφότερη ήταν η ψυχή του Πέτρου από τις ψυχές εκείνων. Εκείνοι ήταν παιδάκια γεμάτοι ματαιοδοξία που γύριζαν πέρα δώθε μάταια. Ποιό το όφελος αν μάθεις πως πέφτει η μύγα, αλλά δεν ξέρεις τι υπήρχε εντός της ψυχής του Πλάτωνα; Όλα αυτά δεν είναι ματαιολογίες;» (Κατά Ελλήνων, Σύγκρισις του Πλάτωνος προς Πέτρον, παρ. γ’).
«Πόσο κόπιασε ο Πλάτων με τους μαθητές του με το να μας συζητεί περί γραμμής και γωνίας και σημείου και περί αριθμών αρτίων και περιττών και ίσων μεταξύ τους και ανίσων και για τέτοια θέματα λεπτεπίλεπτα ως ο ιστός της αράχνης – διότι αυτά στη ζωή είναι περισσότερο άχρηστα ακόμα και από τα υφάσματα – και χωρίς να ωφελήσει πολύ ή λίγο με τις συζητήσεις αυτές εγκατέλειψε έτσι τη ζωή;» (Ερμηνεία εις την Α’ Κορινθίους Επιστολή, ομιλία Δ’, 61.34).
«Αν κοιτάξεις στα ενδότερα [των ελληνικών σκέψεων] θα δεις τέφρα και σκόνη και τίποτε υγιές, αλλά τάφος ανοιγμένος είναι ο λάρυγγας [των Ελλήνων φιλοσόφων], όλα δε είναι γεμάτα ακαθαρσίες και πύον, και πάντα τα δόγματα τους βρίθουν από σκουλήκια… Αυτά γέννησαν και αύξησαν οι Έλληνες, παίρνοντας από τους φιλοσόφους τους… Εμείς όμως, δεν παραιτούμαστε από την μάχη εναντίον τους» (Υπόμνημα εις τον άγιον Ιωάννην τον Απόστολον και Ευαγγελιστήν, ομιλία Ξ’, 59.369-370).
Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος επίσης κοροϊδεύει την ελληνική φιλοσοφία λέγοντας: «οι αμόρφωτοι (Έλληνες) φιλόσοφοι, ενώ μυθολογούσαν για τα άστρα και δημιούργησαν την αστρολογία, δεν κατάφεραν να εξηγήσουν πως μας διοικεί ο θεός» (Fragmentum ex oratione contra astronomos – Εκ του προς αστρονόμους λόγου).
Ο Μέγας Βασίλειος (ο λεγόμενος Άγιος Βασίλης), σε ένα ανθελληνικό παραλήρημα ενθαρρύνει τους πιστούς για τελική νίκη κατά των ελληνικών διδαχών, προστάζοντας να «μη δειλιάζετε από των ελληνικών πιθανολογημάτων, τα οποία είναι σκέτα ξύλα, μάλλον δε δάδες, που απώλεσαν και του δαυλού την ζωντάνια και του ξύλου την ισχύν, μη έχοντος δε ούτε και του πυρός την φωτεινότητα, αλλά ως δάδες καπνίζουσες καταμελανώνουν και σπιλώνουν όσους τα πιάνουν και φέρουν δάκρυα στα μάτια όσων τα πλησιάζουν. Έτσι και των Ελλήνων η ψεύτικη γνώση σε όσους τη χρησιμοποιούν» (Εnarratio in prophetam I, κεφ. 7, τ. 196, γρ. 3-9 – Βασίλειος ο Μέγας, Εις προφήτης Ησαίαν, προοίμιον 7.196.3).
Κατά των ελληνικών βιβλίων και βιβλιοθηκών
Οι «προστάτες» των γραμμάτων και της ελληνικής παιδείας καταφέρονται κατά των ελληνικών βιβλίων και της γνώσης. Με εμπρηστικά κηρύγματά τους στρέφονται κατά των ελληνικών βιβλιοθηκών αποκαλώντας τες οίκους δαιμόνων. Γράφει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Τι λοιπόν, άγιος είναι ο ναός του Σεράπιδος δια τα βιβλία; Μη γένοιτο! Αλλά δαίμονες οικούσιν τον τόπον. Μάλλον δε και αυτών (των Ελλήνων) όντα δαιμόνων. Κατάλαβε και διέδωσε ότι δαίμονες κατοικούν εκεί» (Λόγοι κατά Ιουδαίων 48.851.38-852.35).
*Στο Σεραπείο της Αλεξάνδρειας στεγαζόταν η γνωστή βιβλιοθήκη του απόδημου ελληνισμού της Αιγύπτου.
Με τέτοια κηρύγματα οι χριστιανικοί φανατισμένοι όχλοι, μαζί με μοναχούς, καταστρέφουν τις βιβλιοθήκες και τα ιερά των Ελλήνων και θύμα πέφτει και η βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, η σπουδαιότερη βιβλιοθήκη της εποχής. Την ιστορία διηγείται ο Ευνάπιος, γράφοντας: «Στην Αλεξάνδρεια πάντα τα οικοδομήματα του Σεραπίου όπως τους ποιητικούς μύθους των γιγάντων έγιναν… Θεοδοσίου βασιλεύοντος και πατριάρχου Θεοφίλου της επιθέσεως πρωτοστατούντος του Σεραπείου τα αναθύματα κατελυμένοντο. Του δε Σεραπείου μόνο το έδαφος δεν απέσπασαν και αυτό δια το βάρος των λίθων. Έπειτα εισέβαλαν οι καλούμενοι μοναχοί άνθρωποι μόνο κατά το είδος, ο δε βίος αυτών σκιώδης και μύρια έκαμον κακά και ανείπωτα, αλλά αυτά ευσέβειαν νόμιζαν. Τότε πας άνθρωπος μελανάν φορών ράσο, τυρρανικήν είχεν εξουσίαν και δημοσίως να ασχημονεί ημπορούσε» (Ευνάπιος, Βίοι Φιλοσόφων και Σοφιστών 6.11).
Κατά των ελληνικών ναών και μνημείων
Οι άγιοι ιεράρχες δεν αρκέστηκαν στα κηρύγματα κατά των βιβλίων και της γνώσης. Φαίνεται πως ο ζήλος και το μένος τους για να καταστρέψουν ήταν τέτοια, που έφτιαχναν ομάδες ροπαλοφόρων φανατικών και μοναχών προς πυρπόληση ελληνικών ναών και βιβλιοθηκών, ανάμεσα τους και ένα από τα εφτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, ο Ναός της Άρτεμης στην Έφεσο. Όπως γράφει ο Θεοδώρητος «ο δε μέγας Ιωάννης (ο Χρυσόστομος) ασκητάς πυρπολούμενους από ζήλον θεού συνέλεξε, με βασιλικούς νόμους αυτούς οπλίσας, κατά των ειδωλικών έπεμψεν ναών, τα δε χρήματα για τους κατεδαφιστές και τους βοηθούς δεν έλαβεν απ’ τα βασιλικά ταμεία, αλλά από πλούσιες γυναίκες που φιλοτίμως να παρέχουν κατέπειθε, ώστε με τη λαμπρή τους πίστη να κερδίσουν την ευλογία. Έτσι με τον τρόπο αυτόν τους υπολειπόμενους ναούς, με τούτον τον τρόπον εκ βάθρων ανέσπασεν» (Θεοδώρητος, Εκκλησιαστική Ιστορία, επιστολή Δαμάσου).
Χρήματα συλλέγονταν και από τη λαφυραγωγία, την πώληση δηλαδή των λάφυρων από τις λεηλασίες των αρχαίων ναών και ιερών, μέρος των οποίων χρησιμοποιήθηκαν για την ανέγερση ευαγών ιδρυμάτων όπως η Βασιλειάδα, συμβάλλοντας έτσι στον περαιτέρω προσηλυτισμό πιστών.
Κατά των ελληνικών ονομάτων
Η «αγάπη» των τριών ιεραρχών προς τον ελληνισμό τους υπαγόρευε να απαγορεύουν ακόμα και την ονοματοδοσία ελληνικών ονομάτων. «Κανείς δεν πρέπει στα παιδιά του, των Ελλήνων προγόνων να καλεί τα ονόματα, του πατέρα, της μητέρας, του παππού και του προπάππου, αλλά μόνο αυτά των δικαίων (της Βίβλου)», σύμφωνα με τον Χρυσόστομο (Περί Κενοδοξίας και πως δει τους Γονείς Ανατρέφειν τα Τέκνα 641.65).
Κατά των γυναικών
Ο γνωστός μας Άγιος Βασίλης (Μέγας Βασίλειος), νουθετεί και για το πως πρέπει οι ευσεβείς χριστιανοί να συμπεριφέρονται στις οικογένειες τους. «Η γυναίκα δεν έχει την άδεια να αφήνει τον άνδρα της, αλλά και αν δέρνει αυτήν εκείνος, πρέπει να υπομένει και όχι να χωρίζεται, και αν την προίκα της ξοδεύει, και αν εις άλλες γυναίκες πορνεύει, αυτή πρέπει να καρτερεί… γιατί η γυναίκα αν αφήσει τον άντρα της και πάρει άλλον είναι μοιχαλίδα, ο δε άντρας αν πάρει άλλην συγχωρείται» (Κανόνας Θ’).
Κατά των αιρετικών
Οι ιεράρχες αυτοί έκαναν το «αγαπάτε αλλήλους» και το «όποιος θέλει οπίσω μου ελθεί» πραγματικά βιώματα τους. Διαβάζουμε λοιπόν ένα τέτοιο κήρυγμα αγάπης στον Χρυσόστομο: «Και αν ακόμα φονεύσει κάποιος κατά το θέλημα του θεού, ο φόνος αυτός είναι ακόμα και από πάση φιλανθρωπία καλύτερος, ενώ αν κάποιος από λύπη δείξει ευσπλαχνία και φιλανθρωπία παρά το θέλημα του θεού, θα μπορούσε η ευσπλαχνία αυτή να αποβεί πιο μυαρή από οποιοδήποτε φόνο» (Κατά Ιουδαίων, λόγος Δ’).
Για να είναι μάλιστα καλύτερα κατανοητά τα λόγια του κηρύγματος του ο άγιος δίνει και ένα παράδειγμα: «Ο Φινεές λοιπόν, που διέπραξε σε μια στιγμή δύο φόνους, φονεύοντας ένα άνδρα και μια γυναίκα, τιμήθηκε με το αξίωμα της ιεροσύνης, ενώ αυτός όχι μόνο δεν μόλυνε με το αίμα τα χέρια του, αλλά καθαρότερα τα έκαμε» (Στο ίδιο).
Μπορούμε εύκολα να αντιληφθούμε τον τρόμο που θα έσπειραν οι φανατικοί χριστιανικοί όχλοι εναντίον των μετριοπαθών και φιλειρηνικών οπαδών των Εθνικών θρησκειών στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία την εποχή αυτή.
Επίλογος
Είναι φανερό πως μέσα από τις διδαχές τους θα έπρεπε να ήταν παραδείγματα προς αποφυγήν και όχι παραδείγματα προς μίμηση και διδασκαλίας στα παιδιά μας τη σημερινή εποχή. Μέσα από τα λόγια των άγιων πατέρων φαίνεται και η παρακμή του ελληνισμού. Οι νουθεσίες τους είναι πράγματι αυτά που θα ήθελε ο καθένας μας να διδάξει τα παιδιά του για ένα καλύτερο μέλλον; Και δεν θα έπρεπε αλήθεια η εορτή αυτή να καταργηθεί από τα σχολεία μας, γιατί δεν είναι τίποτα άλλο από μια εορτή όνειδος για τον απανταχού ελληνισμό, ένα κήρυγμα μίσους κοινωνικά απαράδεκτο;
Προτεινόμενη βιβλιογραφία:
Δημήτρη Ι. Λάμπρου,
Τα υβριστικά κατά των Ελλήνων επίσημα κείμενα της ορθοδοξίας: Όσα χρησιμοποιεί και εγκρίνει σήμερα η Εκκλησία της Ελλάδος (Αθήνα: Εκδόσεις Δαυλός, 2007). Διαθέσιμο διαδικτυακά στο
http://lofos.info/pythas/ybristika.pdf