ΤΗΣ
MAJA JOVIC
Ιβόνα Γλίνκα (πρώτη αριστερά) στα εγκαίνια της έκθεσης που έφεραν στη Μελβούρνη
Η Ιβόνα Γλίνκα είναι Πολωνέζα, με καρδιά αρκετά μεγάλη να χωρέσει την αγάπη για τις δυο πατρίδες της –Πολωνία και Ελλάδα.
Πρόκειται για μουσικολόγο, πρώτο φλάουτο της Συμφωνικής Ορχήστρας του Δήμου Αθηναίων και πρώτη σολίστας του Ελληνικού συγκροτήματος Ελληνικής Μουσικής του Θεοδώρου Αντωνίου, η οποία αυτές τις μέρες βρίσκεται στη Μελβούρνη με τον σύζυγό της, καταξιωμένο ζωγράφο Ευάγγελο Παραμερίτη για έναν απώτερο σκοπό.
Ερχόμενοι στην Αυστραλία λόγω του μεταδιδακτορικού της Ιβόνας, οι δυο τους μπήκαν στη διαδικασία να φέρουν 118 πίνακες των 37 Ελλήνων ζωγράφων και να οργανώσουν την έκθεση «Τα χρώματα της Ελλάδας».
Η έκθεση εγκαινιάστηκε την Τρίτη, 18.Φεβρουαρίου, στο Eckersley's Open Space Gallery, και θα διαρκέσει έως τις 6 Μαρτίου. Ήταν μια προσπάθεια του Ευάγγελου και της Ιβόνας, να βοηθήσουν τους ζωγράφους στην Ελλάδα, οι οποίοι όχι μόνο δεν έχουν δουλειά, αλλά όλο και περισσότερα γκαλερί –όπως εκείνο που για πάνω από μια δεκαετία είχε Ευάγγελος στο κέντρο του Πειραιά- κλείνουν, αφήνοντάς τους χωρίς τον βασικό – εκθεσιακό χώρο για τα έργα τους. Ακόμα και οι ζωγράφοι που από την Γεωργία και άλλες χώρες βρήκαν κάποτε διέξοδο στην Ελλάδα, τώρα την εγκαταλείπουν και γυρνάνε πίσω στις χώρες τους.
Ξαφνιάζει ο ενθουσιασμός και η θέληση της Ιβόνας, να βοηθήσει εκείνους τους καλλιτέχνες, οι οποίοι όπως λέει, πεινάνε αλλά δεν εγκαταλείπουν το εθνικό στοιχείο ως κύριο μοτίβο των έργων τους. Όλη την αμοιβή που πήρε το Δεκέμβριο από μια συναυλία που έκανε στον Καναδά, την επένδυσε να φέρει τα έργα στην Αυστραλία, δίνοντας στους Έλληνες ζωγράφους έστω και την παραμικρή ελπίδα.
Από την πρώτη στιγμή όμως, η Ιβόνα δεν κρύβει την απογοήτευσή της με την αδιαφορία που έδειξαν οι συμπάροικοι στη Μελβούρνη για την έκθεση, η οποία για πρώτη φορά έφερε στη Μελβούρνη πάνω από 100 έργα των 37 Ελλήνων ζωγράφων.
«Είμαι πολύ στενοχωρημένη και οργισμένη που δεν έχουμε δει την υποστήριξη από τους Έλληνες εδώ, οι οποίοι θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους ζωγράφους αγοράζοντας ένα έργο τέχνης. Εγώ είμαι μουσικός, και ακόμα μια χαρά είμαι στην Ελλάδα. Αλλά αυτοί πεινάνε. Και είναι σε μια ηλικία που δεν μπορούν να βγουν στο δρόμο και να βρουν δουλειά. Αυτοί αφιέρωσαν τη ζωή τους να γίνουν ζωγράφοι, και τώρα μόνο η τέχνη δεν υποστηρίζεται στην Ελλάδα» λέει η Ιβόνα παθιασμένα.
«Αυτοί τώρα στην Ελλάδα περιμένουν να δουν πώς θα πάει η έκθεση –αν πάει καλά, θα έχουν χρήματα για να φάνε για μερικούς μήνες ως αποτέλεσμα… Δεν θέλουν να έρθουν στην Αυστραλία, να χτυπήσουν την πόρτα των ελληνικών οργανισμών εδώ για βοήθεια. Θέλουν να ψοφήσουν εκεί, τίμια. Όλοι αυτοί που φέραμε τα έργα τους, ζωγραφίζουν το ελληνικό τοπίο και ελληνικά θέματα, αν και θα τους ήταν πιο πρακτικό να κάνουν κάτι που πουλιέται πιο εύκολα»
"Νέος Κόσμος ".
ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ, ΕΝΤΟΝΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΩΝΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ
«Ξέρεις, εμείς στην Πολωνία δίνουμε μεγάλη έμφαση στον ελληνικό πολιτισμό» μου λέει η Ιβόνα δίνοντας τους λόγους που την έκαναν να μάθει ελληνικά.
Στην Ελλάδα πήγε σε ηλικία 24 χρόνων, και τη γλώσσα έμαθε χωρίς να πάει ούτε μια μέρα στο σχολείο. Και όμως, πήρε το επίπεδο Δ στην Ελληνομάθεια, με άριστα –γεγονός που σπάνια συμβαίνει– που της έδωσε τη δυνατότητα να διδάσκει σε ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα.
«Σοφοκλής και Αντιγόνη – δεν μπορείς να γράψεις μια έκθεση χωρίς να ξέρεις τη δομή της. Στην Πολωνία, δεν μπορείς να γίνεις δικηγόρος αν δεν μιλάς αρχαία ελληνικά και λατινικά. Έτσι, όταν ήρθα στην Ελλάδα, δεν έβλεπα τι συμβαίνει επί του παρόντος– έβλεπα το παλιό, και ήθελα γρήγορα να μιλάω τη γλώσσα. Επιπλέον, στην Ελλάδα δεν μπορείς να επιβιώσεις αν δεν μιλάς τη γλώσσα» χαμογελάει η Ιβόνα.
Η αγάπη της για τον ελληνισμό την οδήγησε και στο μεταδιδακτορικό της. Το ένα, το οποίο κάνει στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, θα αφορά ένα μουσικολογικό-ιστορικό θέμα «Η εξέλιξη της ελληνικής μουσικής στην Αυστραλία». Στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, θα ασχοληθεί με ένα πιο πρακτικό θέμα -το ρόλο της μουσικής στη διαμόρφωση της πολιτιστικής ταυτότητας των Ελλήνων της Αυστραλίας, με σκοπό η έρευνα να οδηγήσει στην οργάνωση βάσης δεδομένων.
«Ήθελα να κάνω κάτι για τον ελληνικό πολιτισμό. Ήθελα να διευρύνω τις σχέσεις μου με την ανθρωπολογία και την κοινωνιολογία, και να εκμεταλλευτώ παράλληλα τις γνώσεις μου στη μουσικολογία. Επειδή διάβασα τόσα πολλά για το ό,τι συμβαίνει στην Αυστραλία, αποφάσισα να κάνω τη μεταδιδακτορική έρευνα εδώ. θεώρησα ότι η Μελβούρνη και γενικώς η Αυστραλία θα είναι πιο πλούσια για τη μελέτη» .
Μέχρι τη στιγμή που το μεταδιδακτορικό της θα την φέρει μόνιμα στην Αυστραλία, η αγάπη της για τον ελληνισμό και τη μουσική είναι αυτό που την κρατάει απασχολημένη στην Ελλάδα. Εμφανίζεται σε μια σειρά συναυλιών στις καλύτερες αίθουσες της Αθήνας, ανεβάζει δικές της συναυλίες στο Ηρώδειο, και δεν σκέφτεται καν αν θα πληρωθεί ή όχι.
«Το κάνω με την αγάπη μου, το κάνω γι’ αυτούς που περιμένουν να ακούσουν τα έργα τους».
ΜΗΝΥΜΑ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΑ ΚΑΙ ΓΟΝΕΙΣ ΤΗΣ ΟΜΟΓΕΝΕΙΑΣ
Μιλώντας με την Ιβόνα, αναρωτιέται κανείς τι κάνει τους ξένους να μαθαίνουν άπταιστα τη γλώσσα που δεν μοιάζει με καμιά άλλη...
Και, από την άλλη μεριά, τι είναι αυτό που κάνει τα Ελληνόπουλα της ομογένειας να δυσκολεύονται με την εκμάθηση της γλώσσας των παππούδων τους;
Για την Ιβόνα, υπάρχουν δυο λύσεις.
«Το πρώτο είναι να δημιουργήσουν απέραντο έρωτα για την γλώσσα, οι δάσκαλοι να εξηγήσουν στα παιδιά ότι δεν θα υπήρχαμε σήμερα χωρίς τους Αρχαίους Έλληνες. Να δείξουν ιστορικά την πορεία της ιατρικής, των επιστημών. Να υπογραμμίσουν ότι ένας μακρινός προπάππος τους, χιλιάδες χρόνια πριν, έκανε όλα αυτά για να τα απολαμβάνουμε εμείς σήμερα.
«Κατά δεύτερον –να δημιουργήσουν μια αίσθηση πατριωτισμού, να καταλάβουν ότι αυτός ο λαός κάποια χρόνια δοκιμάστηκε πάρα πολύ σκληρά με την τουρκοκρατία. Κράτησαν όμως τον πολιτισμό και τη γλώσσα τους. Με μεγάλες δυσκολίες και κρυφά σχολειά...».
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
Κάθε χρόνο, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, προβάλλεται η ταινία «Κβο Βάντις»στην ελληνική τηλεόραση. Το βιβλίο στο οποίο βασίζεται η ταινία αυτή, γράφτηκε όταν η Πολωνία δεν υπήρχε στο χάρτη, από τον Πολωνό Χένρικ Σιενκιέβιτς που ζούσε μαζί με τον Σοπέν στο Παρίσι. Πήγαν στο Παρίσι να σώσουν το πολωνικό πολιτισμό, να του δώσουν συνέχεια, μας υπενθυμίζει Ιβόνα.
«Πρέπει να καταλάβουμε πόσο σημαντικό είναι να γράφουμε, να ζωγραφίζουμε, να μιλάμε, να τραγουδάμε την ελληνική γλώσσα– ας δοκιμάζεται η χώρα, εμείς δίνουμε τη συνέχεια.
«Αυτή είναι η ταυτότητά μας και πρέπει να την κρατήσουμε. Η παιδεία και ο πολιτισμός πρέπει να στέκονται στα πόδια τους» .
Αυτό είναι ακριβώς που προσπαθεί να κάνει η ίδια η Ιβόνα με δικές τις πρωτοβουλίες. Για την Ένωση Ελλήνων Μουσουργών, που πλέον δεν παίρνει καμία επιδότηση από το υπουργείο Πολιτισμού, είναι ανάμεσα σε μουσικούς που παίζουν τη μουσική των μελών συνθετών της, χωρίς καμία αμοιβή.
«Κάνουμε αυτό για να μην πεθάνει ο θεσμός. Οι συνθέτες κάποιες φορές δεν έχουν λεφτά ούτε να πληρώσουν τη συνδρομή για το έτος. Αυτή η κατάσταση στο σύγχρονο πολιτισμό είναι πολύ δύσκολη. Δεν βγαίνουμε και δεν παραπονιόμαστε, βλέποντας ότι υπάρχουν άλλες ομάδες στην Ελλάδα που περνάνε ακόμα πιο δύσκολα» .
Όταν θα γυρίσει στην Ελλάδα, την Ιβόνα την περιμένουν δυο συναυλίες –μια στις 14 Μαρτίου στο Ινστιτούτο Γκαίτε, που θα είναι αφιέρωμα στην ίδια από τον Θεόδωρο Αντωνίου, τελευταίο από τη γενιά μεγάλων συνθετών. Στη συναυλία, την Ιβόνα θα τιμήσουν οι μαθητές της με την παρουσία τους που ζούνε σ’ όλη την Ευρώπη.
«Στις 15 Μαρτίου έχω μεγάλη τιμή να δώσω ρεσιτάλ για φλάουτο και πιάνο στο Μουσείο Ακρόπολης που φέτος ξεκίνησε το πρόγραμμα των έξι συναυλιών το χρόνο» .
Για το μέλλον των Τεχνών στην Ελλάδα, ο Ευάγγελος και η Ιβόνα, δυστυχώς, καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα. Υπάρχει πρόβλημα, το μέλλον δεν υπάρχει.
«Σκέφτομαι πολύ απαισιόδοξα για την Ελλάδα. Δεν πιστεύω. Δεν πιστεύω για τις Τέχνες, δεν πιστεύω για τη μουσική, δεν πιστεύω. Κάθε μέρα σε όλους κόβονται τα φτερά στην Ελλάδα. Δεν βλέπω μέλλον. Δεν μπορώ να απαντήσω ιστορικά γιατί γίνεται αυτό, θα το απαντήσει η ιστορία» λέει η Ιβόνα.
Εν κατακλείδι, η Ιβόνα στέλνει ένα απλό μήνυμα στους Έλληνες της Μελβούρνης -να έρθουν να δουν το εθνικό τους στοιχείο, στην έκθεση των 37 Ελλήνων ζωγράφων, και να τους βοηθήσουν αγοράζοντας το έργο τους.
«Πρέπει να καταλάβουν ότι η τέχνη είναι η συνέχειά τους, η συνέχεια του Ελληνισμού. Ο πολιτισμός είναι η συνέχειά του -η γλώσσα, η μουσική, η τέχνη γενικώς» καταλήγει η Ιβόνα.