|
ΑΝΝΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ |
Παρέμβαση με ανάρτησή της στο Facebook από την Άννα Διαμαντοπούλου, προέδρου του Δικτύου για την μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη.
Η κα Διαμαντοπούλου μιλά για διάλυση της μεσαίας τάξης και φτωχοποίηση της χώρας μήνα με το μήνα επτά χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης και προκρίνει ανακωχή και απόσυρση από τα κομματικά οδοφράγματα εσωτερικά και εξωτερικά.
Αναλυτικά, η κα Διαμαντοπούλου αναφέρει:
Που είμαστε:
7 χρόνια μετά το ξέσπασμα παγκόσμιας και ευρωπαϊκής κρίσης η Ελλάδα έχει τις χειρότερες επιδόσεις ανάμεσα στις χώρες που την υφίστανται.
Η μεσαία τάξη διαλύθηκε και η χώρα φτωχοποιείται μήνα με το μήνα.
Η προβληματική ελληνική δημόσια διοίκηση δέχτηκε το τελειωτικό χτύπημα και την πλήρη διάλυση από την κυβέρνηση Τσίπρα.
Το προσφυγικό ζήτημα γίνεται κυρίαρχο για τα επόμενα πολλά χρόνια, ενώ οι κοινωνικές υποδομές καταρρέουν μέρα με τη μέρα.
Η απάντηση στα παραπάνω είναι η προσφυγή στις κάλπες για 6η φορά από το 2009 και μετά. Διαπιστώσεις μεν πραγματικότητα δε...
Η πορεία προς τις εκλογές
Η ουσιαστική διαφορά σ΄αυτές τις εκλογές είναι η κατάρρευση όλων των διαχωριστικών γραμμών που μας δίχασαν, εμποδίζοντας ή και ανατρέποντας κάθε θετική προσπάθεια για έξοδο από την κρίση. Όλα τα κόμματα που υπάρχει περίπτωση να συμμετέχουν εφεξής σε κυβέρνηση έχουν υπερψηφίσει μνημόνιο.
Παρ΄όλα αυτά ο δημόσιος προεκλογικός λόγος των πολιτικών δεν αφορά την ουσία. Υπάρχει ανάγκη λεπτομερούς επεξήγησης των δεσμεύσεων για μεταρρυθμίσεις και αλλαγές που όλοι ξέρουν ότι πρέπει να υλοποιήσουν και να υποστηρίξουν.
Αντί όμως, να ομονοούμε ως προς το δέον γενέσθαι, συνεχίζουμε όπως μάθαμε... εμφύλιοι και διχασμοί. Πικρός παραλληλισμός με τους δύο εμφύλιους πολέμους (Ιανουάριος-Ιούνιος, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1824) των επαναστατημένων Ελλήνων, που ενώ αγωνίζονταν για ανεξαρτησία, κατέληξαν στον εθνικό διχασμό, στη διάσπαση της ηγεσίας και σε οικονομικές καταστροφές.
Το δίδαγμα εκείνης της περιόδου μας δείχνει τη συνέχεια... Οι εμφύλιοι, οι διασπάσεις δυνάμεων και οι εγωισμοί προκαλούν αγεφύρωτα ρήγματα, ανεπούλωτα τραύματα, μη αναστρέψιμες καταστάσεις, κόστος ανυπολόγιστο.
Σήμερα βιώνουμε διχασμούς σε πολλά επίπεδα και στον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας και του προοδευτικού κέντρου, αλλά και στο ΣΥΡΙΖΑ ως γνήσιο τέκνο της αριστεράς των διασπάσεων. Έχει ενδιαφέρον ότι η διαπίστωση αυτή αφορά λιγότερο την ΝΔ που μετά από όσα διχαστικά έκανε στη χώρα και ύστερα από τους δικούς της "εμφυλίους", δείχνει να μαθαίνει από τα παθήματα της. Κυρίως, όμως, έχουμε τον μεγάλο "εμφύλιο" μεταξύ των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων: μίσος και πάθος, με τον μέχρι προχθές Πρωθυπουργό να αρνείται κάθε προοπτική συνεργασίας με όσους δεν ταυτίζονται με την πορεία του ακόμη και αν αυτοί "λέρωσαν και τα δικά τους χέρια" αποδεχόμενοι το προϊόν της αποκλειστικά δικής του διαπραγμάτευσης, για να αποφευχθεί η εθνική καταστροφή στο χείλος της οποίας ο ίδιος μας έφερε...
Τι κάνουμε:
Η ανάγκη για την ανόρθωση της χώρας και η ιστορική εμπειρία, απαιτεί αλήθεια, συναινέσεις και τέλος στην υποκρισία.
Η χώρα δεν είναι οικονομικά ανεξάρτητη και ως εκ τούτου δεν είναι πολιτικά ανεξάρτητη. Για να αποκτήσουμε, λοιπόν, την πολιτική και οικονομική μας ανεξαρτησία έχουμε δύο επιλογές:
α) Μία πραγματική επανάσταση με εγκαθίδρυση καθεστώτος και κλείσιμο των συνόρων, με πιθανότερη εξέλιξη την εθνική τραγωδία.
β) Εφαρμογή των συμφωνηθέντων πολιτικών από το 70% των κομμάτων της βουλής με "ανακωχή" για δύο χρόνια διασφαλίζοντας και θωρακίζοντας την παραμονή στην ΕΕ και στη ζώνη του ευρώ.
Για να πετύχουμε το δεύτερο, όπως θέλει η πλειοψηφία των Ελλήνων άλλωστε, θέλουμε συμφωνία επί του μείζονος πολιτικού διακυβεύματος και μερική ανακωχή που σημαίνει:
1) Αφού παραδεχτούν όλοι την ανάγκη τήρησης των δεσμεύσεων και εφαρμογής των εθνικά αναγκαίων μεταρρυθμίσεων και τις επεξηγήσουν στους πολίτες, κατόπιν να εξηγήσουν τι επιπλέον προτείνουν , πως θα το εφαρμόσουν και πως θα πετύχουν δικαιοσύνη και προστασία των αδύναμων πολιτών.
2) Ανακωχή και απόσυρση από τα κομματικά οδοφράγματα εσωτερικά και εξωτερικά.
Μία απελευθερωτική από τις παρωπίδες ανακωχή για δύο χρόνια, ώστε η χώρα να ξαναμπεί σε τροχιά ανάπτυξης και να υπάρξει ύστερα η δυνατότητα πολιτικών διαφοροποιήσεων και εναλλακτικών προγραμμάτων, αφού η χώρα σταθεροποιηθεί και αναπνεύσει πάλι ασφαλής.