Γράφει η Φιλόλογος ΓΙΏΤΑ ΙΩΑΚΕΙΜΊΔΟΥ |
Ο Αχμέτ ο Α΄είχε δυο γυναίκες Ελληνίδες τη Μαρία (Μαχριβούζ Χατιτζέ Σουλτάν) και την Αναστασία (Κιοσέμ Σουλτάν). Η Αναστασία, κόρη ιερέα από την Τήνο, σε ηλικία 15 χρονών πουλήθηκε στο χαρέμι του Σουλτάνου Αχμέτ του Α΄ και πήρε το όνομα Κιοσέμ Σουλτάν. Ο Αχμέτ πριν από αυτήν είχε επίσης Ελληνίδα σύζυγο τη Μαρία που εξισλαμίστηκε και πήρε το όνομα Μαχφιρούζ. Η Κιοσέμ σουλτάνα αντικατέστησε την Μαχφιρούζ ως χασεκί σουλτάνα και η Μαχφιρούζ σταλμένη στο παλιό παλάτι πέθανε νέα σε ηλικία 30 ετών.
Η Κιοσέμ υπήρξε η μια από τις δυο γυναίκες της υψηλής Πύλης που άσκησαν χρέη Αντιβασιλέα ανάμεσα στα χρόνια 1623-1632 αρχικά και για δεύτερη φορά στα χρόνια 1648-1651 και κυβέρνησε επίσημα μια μουσουλμανική αυτοκρατορία. Συμμετείχε στις συνεδριάσεις του Divan(υπουργικού συμβουλίου) πίσω από μια κουρτίνα, ακόμα και όταν πια δεν ήταν αντιβασιλέας. Συνωμοτώντας κατά του εγγονού της, στραγγαλίστηκε με μια κουρτίνα από τη νύφη της Τουρχάν.
Ήταν πολύ αγαπητή στον λαό της για τις φιλανθρωπίες της και την κοινωνική της προσφορά και ο λαός την πένθησε για τρεις μέρες.
Η Δεύτερη είναι η πανέμορφη ποντιοπούλα από τα Λιβερά της Ματσούκας, η Μαρία που ονομάστηκε Γκιούλ–παχάρ (εαρινό ρόδο). Υπάρχει ένας θρύλος γύρω από την ιστορία της και δεν είναι εύκολο να εξακριβωθεί πού σταματάει η αλήθεια και πού αρχίζει ο θρύλος. Ακόμα και το όνομα του σουλτάνου συζύγου δεν είναι σαφές. Αναφέρονται τα ονόματα του Βαγιαζήτ (1446-1512), του Μουράτ του Δ’ (1611-1640), του Σελίμ του Γ΄(1761-1808).
Κατά μια παράδοση ο Σουλτάνος κατέβηκε από το άλογό του, κάθισε κοντά στη βρύση του «Αγίου Κωνσταντίνου» έξω από την Λιβερά του Πόντου για να ξεκουραστεί. Εκεί γύρω έβοσκε τα πρόβατα του ιερέα πατέρα της η πανέμορφη Μαρία. Ο Σουλτάνος μαγεμένος από την ομορφιά της, της έδωσε το χρυσό ποτήρι του να του φέρει νερό να πιει. Η νεαρή Μαρία γεμάτη χάρη του πρόσφερε το ποτήρι με το νερό έχοντας όμως μέσα στο ποτήρι το μεγάλο δάχτυλο του χεριού της. Ο Σουλτάνος δυσαρεστήθηκε από το θέαμα και ζήτησε να το ρίξει κάτω και να ξαναγεμίσει το χρυσό ποτήρι. Αυτή τη φορά πάνω στο νερό του ποτηριού επέπλεαν φρύγανα και χόρτα. Ο Σουλτάνος θύμωσε πολύ αυτή την φορά. Η πανέξυπνη και θαρραλέα Μαρία χωρίς να φοβηθεί έδωσε την εξήγηση της. Ο Σουλτάνος καθώς ήταν πολύ ιδρωμένος αν έπινε αμέσως το νερό, θα αρρώσταινε. Μεταχειρίστηκε λοιπόν αυτά τα μέσα ώστε να καθυστερήσει και να ξεϊδρώσει ο Σουλτάνος. Κατόπιν του έφερε το νερό και ήπιε. Η λεπτή και χαριτωμένη αυτή φροντίδα της νεαρής καλλονής σκλάβωσε τον Σουλτάνο.
Κάλεσε τον πατέρα της και τη ζήτησε σε γάμο για τον γιο του. Το όνομα της πια ήταν Γκιουλ-παχάρ, εαρινό άνθος και έγινε η σύζυγος του διαδόχου και μετέπειτα Σουλτάνου.
Μετά από καιρό περιέπεσε σε δυσμένεια και στάλθηκε στην Τραπεζούντα, όπου έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της. Η παράδοση αυτή είναι πολύ διαδεδομένη, αν και αμφισβητείται από πολλούς.
Το σίγουρο είναι ότι καταγόταν από πόντιους ορθόδοξους γονείς. Ο τούρκος συγγραφέας Σεβκέτ εφέντης αναφέρεται εκτενώς στην ιστορία αυτή. Σύμφωνα λοιπόν με τον τούρκο συγγραφέα ήταν η επονομαζόμενη βανούκ ρούμ (Ρωμαία Δέσποινα), καταγόμενη από τα Λιβερά. Κατά την παράδοση ο πορθητής Σουλτάνος Μωάμεθ ο Β΄ ήταν αυτός που την πάντρεψε με τον γιο του Βαγιαζήτ.
Σύμφωνα με άλλη παράδοση, ο Σουλτάνος Μουράτ τη βρήκε κοντά στην βρύση καθώς επέστρεφε από την εκστρατεία στη Βαγδάτη. Αυτή η παράδοση όμως δεν είναι ακριβής. Την εποχή του Μουράτ η Τραπεζούντα ήταν ακόμα ελληνική, οι δε Σουλτάνοι που φέρουν το όνομα Μουράτ μετά τον Πορθητή άκμασαν πολύ αργότερα και δεν επισκέφτηκαν ποτέ την Τραπεζούντα. Το γεγονός ότι η πρώτη παράδοση είναι η ισχυρή, επιβεβαιώνεται από ένα σουλτανικό φιρμάνι, το οποίο παραχωρούσε πολλά προνόμια στα Λιβερά.
Τη μαρτυρία του Σεφκέτ ενισχύει και η μαρτυρία του σύγχρονου των γεγονότων αυτών ιστορικού Χαλκοκονδύλη στο έργο του «Αποδείξεις των δέκα ιστοριών». Αυτός βεβαιώνει ότι ο Σουλτάνος Μωάμεθ ο Β’ Πορθητής απέστειλε στην Πόλη πολλά κορίτσια προκειμένου να τα παντρέψει με αυλικούς. Πιθανόν ανάμεσα σε αυτά να ήταν και η Μαρία. Την εποχή εκείνη ο γιος του Βαγιαζήτ διοικούσε την Αμάσεια.
Τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα συμπλέκονται με παραδόσεις και φήμες. Το σίγουρο είναι ότι ο Σουλτάνος Μωάμεθ ο Β΄ είχε εκστρατεύσει από τη Σινώπη στην Τραπεζούντα. Στην εκστρατεία αυτή ακολούθησε λοξή πορεία. Βάδισε τον ενδότερο δρόμο από Αμάσεια-Σεβάστεια-Ερζερούμ και από εκεί μέσω Ερτζικιάν μέσα από τα βουνά κατευθύνθηκε στην Τραπεζούντα. Κατ’ ανάγκην λοιπόν πέρασε από τα Λιβερά. Στο πέρασμα του υποτάσσονταν οι πάντες: τόποι, άνθρωποι, αγαθά, τα πάντα. Δεν είναι καθόλου απίθανο να συνάντησε εκεί την όμορφη Μαρία η οποία «ωρίαζεν τα πρόγατα» όπως αναφέρει η σχετική παράδοση. Ο Μωάμεθ πιθανόν με άλλα λάφυρα να την πρόσφερε δώρο στον γιο του Βαγιαζήτ, ο οποίος σαν τοπάρχης της Αμάσειας ίσως να συνόδευε τον πατέρα του.
Ο Σεβκιέτ αφέντης αναφέρεται στο επίγραμμα, το οποίο είναι χαραγμένο στο μαυσωλείο το αφιερωμένο στην Γκιουλ παχάρ. Το επίγραμμα είναι γραμμένο στην αραβοπερσική και μεταφράζεται ως εξής:
«όταν η ρωμαία αύτη Δέσποινα έστρεψε το πρόσωπον εκ του παρόντος κόσμου εις τον μέλλοντα, εδόθη αυτή ο θρόνος του Παραδείσου και μία αιώνιος βασιλεία. Όταν δε ευαρεστήθηκε να αποστραφεί την δόξα του μάταιου τούτου κόσμου, δόθηκε σ’ αυτήν από τον Θεό η αιώνιος δόξα, επειδή κατήλθε επ’ αυτήν παρά του Θεού η αιώνιος μακαριότης. Η αιώνιος μακαριότης έστω επ’ αυτής».
No comments:
Post a Comment