ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΩΝ
ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΑΝ ΑΠΟ ΤΗ ΝΑΠΟΛΗ
Ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος – Μάντζαρος γεννήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1795 στην Κέρκυρα και υπήρξε ο κυριότερος εκπρόσωπος της Επτανησιακής Μουσικής Σχολής. Ήταν συνθέτης του Εθνικού μας Ύμνου, ο πρώτος Έλληνας μουσικοπαιδαγωγός στην Νεώτερη Ελλάδα και ισόβιος πρόεδρος της πρώτης Φιλαρμονικής που ιδρύθηκε στην Ελλάδα, της Φιλαρμονικής Κέρκυρας. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια και ξεκίνησε τις σπουδές του στη μουσική (βιολί και πιάνο) από νεαρή ηλικία με δάσκαλο τον Πογιάγο και το 1819 τις συνέχισε στην Ιταλία.
Η Νάπολη αναγνωριζόταν ως το πιο σημαντικό κέντρο εκπαίδευσης νέων συνθετών, φήμη που διατήρησε μέχρι την εποχή του Βέρντι., και ο Μάντζαρος συνδέθηκε ιδιαίτερα με το περιβάλλον του Βασιλικού Ωδείου της Νάπολης και ιδιαίτερα τον διευθυντή του Νικολό Αντόνιο Τσινγκαρέλι ο οποίος του έκανε μαθήματα. Το 1826 επιστρέφει στην Κέρκυρα και συνεχίζει να διδάσκει μέχρι το τέλος της ζωής του στις 12 Απριλίου 1872.
Από αυτόν εκπαιδεύτηκαν οι περισσότεροι συνθέτες και μουσουργοί της επτανησιακής σχολής – όπως οι Εδουάρδος Λαμπελέτ, Σπυρίδων Ξύνδας, Παύλος Καρρέρ, Ιωσήφ Λιμπεράλης, Αντώνιος Λιμπεράλης κ.α. – οι οποίοι αργότερα συνέχισαν το έργο του προετοιμάζοντας τις επόμενες γενιές μουσικών. hide...
Εκείνη την περίοδο, η Κέρκυρα βρισκόταν σε ένα πολύ υψηλό πολιτιστικό επίπεδο, καθώς ως πρωτεύουσα της Ιονίου Πολιτείας, ευτύχησε να έχει ένα σπουδαίο θέατρο, το περίφημο, ιστορικό θέατρο Σαν Τζάκομο (San Giacomo) στο οποίο ανέβαιναν όπερες από τον 18ο αιώνα και ένα λαό με έμφυτη αγάπη για τη μουσική.
Σε αυτό το περιβάλλον σύνθεσε και δίδαξε ο Μάντζαρος, συντελώντας στην περαιτέρω ανάπτυξη της μουσικής και όταν το 1840 ιδρύθηκε η Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας ο Μάντζαρος ανέλαβε τη διεύθυνση της και στη συνέχεια αναγορεύθηκε τιμητικά ισόβιος πρόεδρός της.
Ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος – Μάντζαρος θεωρείται ο ιδρυτής της "Επτανησιακής μουσικής σχολής, αλλά υπήρξε και ο πρώτος της έντεχνης ελληνικής μουσικής δημιουργίας, μερικά από τα επιτεύγματά του είναι:
• Μελοποίησε τον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν» του Διονυσίου Σολωμού, της οποίας το 1865 η πρώτη στροφή καθιερώθηκε ως ο Εθνικός ύμνος της Ελλάδας.
• Σύνθεσε τη μονόπρακτη κωμική όπερα «Don Crepuscuolo», που είναι η πρώτη σωζόμενη όπερα Έλληνα δημιουργού (1815).
• Σύνθεσε το πρώτο γνωστό έργο σε ελληνική γλώσσα για φωνή και ορχήστρα (Aria Greca, 1827), ειδικά για την ιταλίδα κοντράλτο Elisabetta Pinotti, η οποία βρισκόταν τότε στην Κέρκυρα και τραγουδούσε στο Σαν Τζάκομο και αναζητούσε ένα έργο για να ευχαριστήσει στα ελληνικά το ακροατήριό της.
• Σύνθεσε τα πρώτα γνωστά ελληνικά έργα για κουαρτέτο εγχόρδων (Partimenti, περίπου 1850),
• Σύνθεσε το πρώτο ελληνικό πιανιστικό ρεπερτόριο,
• Σύνθεσε το πρώτο ελληνικό έργο σε μορφή φούγκας,
• Σύνθεσε την πρώτη μνημονευόμενη ελληνική συμφωνία (χαμένη),
• Έγραψε το πρώτο δοκίμιο μουσικής ανάλυσης (Rapporto, 1851)
• Έγγραψε τα πρώτα μουσικοπαιδαγωγικα συγγραμμάτα στην Ελλάδα.
Η μουσική του Μάντζαρου πιστώθηκε συλλήβδην στην “Ιταλική Σχολή” όπως σχεδόν και το σύνολο της Επτανησιακής Μουσικής και ο Εθνικός Συνθέτης περιορίστηκε στο ρόλο του συνθέτη του Εθνικού Ύμνου. Έτσι παραποιήθηκε η νεοελληνική μουσική Ιστορία και δεν αναγνωρίστηκε ποτέ ότι η μουσική Κέρκυρα του 19ου αιώνα ήταν η πατρίδα της πρώτης ελληνικής μουσικής ιδιοπροσωπίας και ότι η Επτανησιακή μουσική ήταν το πρώτο ελληνικό κίνημα έντεχνης μουσικής στην Ελλάδα.
ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ
Κατά την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους (1828), αλλά και μετέπειτα, κανέναν δεν απασχόλησε η καθιέρωση «Εθνικού Ύμνου» (άλλωστε και η «Μασσαλιώτιδα» υιοθετήθηκε επίσημα ως «Εθνικός Ύμνος» της Γαλλίας μόλις το 1946, ο δε αμερικανικός «Εθνικός Ύμνος»… επισημοποιήθηκε μόλις το 1931!).
Την «εθνική» μουσική ανάγκη κάλυπταν γαλλικά εμβατήρια, που παίζονταν από τη Μουσική του Στρατού στις σπάνιες επίσημες περιστάσεις (1828-΄31). Από την εγκατάσταση του Όθωνα, ως «Βασιλικός» και «Εθνικός Ύμνος» παίζονταν ο αντίστοιχος βαυαρικός, που του είχαν προσαρμόσει «ασορτί» ελληνικούς πατριωτικούς στίχους, παρότι ο «Ύμνος εις την Ελευθερίαν» του Διονυσίου Σολωμού (1798 – 1857) δεν ήταν άγνωστος, όντας ήδη μελοποιημένος από τον Νικόλαο Μάντζαρο (1828-1830) στην Κέρκυρα (για 4φωνη ανδρική χορωδία και με χρήση λαϊκών σκοπών/μοτίβων).
Ο Μάντζαρος επιχείρησε και άλλες μελοποιήσεις (2η το 1837 και 3η το 1839-΄40), υποβάλλοντας το έργο στον Όθωνα και ευελπιστώντας να γίνει δεκτό ως «Εθνικός Ύμνος» (4η μελοποίηση, Δεκέμβριος 1844). Όμως το έργο (στίχοι και μελωδία) έγινε δεκτό μόνο ως «επιτυχής σύνθεσις» και ο Μάντζαρος τιμήθηκε με τον Αργυρό Σταυρό του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος (Ιούνιος 1845), ενώ ο Σολωμός πήρε τον Χρυσό Σταυρό του ίδιου Τάγματος 4 χρόνια αργότερα (1849). Ο Μάντζαρος το 1861 επιχείρησε και 5η μελοποίηση (μετά από ενδιαφέρον του Υπουργείου Στρατιωτικών, που ήθελε να εξασφαλίσει εθνικά θούρια ως εμβατήρια).
Στο μεταξύ, στην Επτάνησο είχε ήδη επικρατήσει η 1η μελοποίηση, που παίζονταν συχνότατα και πάντα ενθουσίαζε τους ακροατές της. Αυτή τη μελοποίηση χρησιμοποίησε η «Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας», όταν ο νέος βασιλιάς Γεώργιος ο Α΄ επισκέφθηκε το 1865 το νησί. Το έργο προκάλεσε τόση εντύπωση, ώστε ακολούθησε Βασιλικό Διάταγμα του Υπουργείου Ναυτικών (υπουργός Δ. Στ. Μπουντούρης) που το χαρακτήρισε «επίσημον εθνικόν άσμα» και διατάχθηκε η εκτέλεσή του «κατά πάσας τας ναυτικάς παρατάξεις του Βασιλικού Ναυτικού». Επίσης ενημερώθηκαν οι ξένοι πρέσβεις, ώστε να παίζεται και από τα ξένα πλοία στις περιπτώσεις απόδοσης τιμών προς τον βασιλέα των Ελλήνων ή την Ελληνική Σημαία. Από τότε θεωρείται ως «Εθνικός Ύμνος» της Ελλάδος.
Η 1η έκδοση του «Εθνικού Ύμνου» (τονισμένου κατά την αρχική μελοποίηση του ποιήματος του Δ. Σολωμού από τον Ν. Μάντζαρο) έγινε το 1873 στο Λονδίνο, έναν χρόνο μετά το θάνατο του συνθέτη του. Αναφέρεται επίσης ότι και ο ίδιος ο Σολωμός είχε μελοποιήσει το ποίημά του, σύνθεση που όμως επισκιάστηκε από την αντίστοιχη του Μάντζαρου. Υπενθυμίζουμε ότι ο Σολωμός πέθανε χωρίς να δει τον «Ύμνο» του επισημοποιημένο ως «Εθνικό Ύμνο» της πατρίδας του. Ο Αν/χης ε.α. Μαργαρίτης Καστέλλης (Λαϊστα Ζαγορίων Ιωαννίνων 1907 - ;) τέως Δντής Μουσικού Σώματος εναρμόνισε τον «Εθνικό Ύμνο» για μπάντα κι αυτή του η μεταγραφή παίζεται από τις Στρατιωτικές Μουσικές ως σήμερα..
Πηγή : Ελληνική Κοινότητα Νάπολης και Καμπανίας
No comments:
Post a Comment