Showing posts with label ΔΡ.ΚΩΣΤΑΣ ΒΙΤΚΟΣ. Show all posts
Showing posts with label ΔΡ.ΚΩΣΤΑΣ ΒΙΤΚΟΣ. Show all posts

Monday, January 20, 2014

"Εν αυτώ δε τω χρόνω [529 μ.Χ.] διωγμός γέγονεν Ελήνων μέγας .." Δρ.Κώστας Βίτκος

«Επί δε της υπατείας του αυτού Δεκίου ο αυτός βασιλεύς θεσπίσας πρόσταξιν έπεμψεν εν Αθήναις, κελεύσας μηδένα διδάσκειν φιλοσοφίαν μήτε νόμιμα εξηγείσθαι...» (18.47). Δηλαδή: «Όταν ο Δέκιος ήταν ύπατος, ο ίδιος ο αυτοκράτορας [Ιουστινιανός] έβγαλε διάταγμα και το έστειλε στην Αθήνα, προστάζοντας ότι κανένας δεν πρέπει να διδάσκει φιλοσοφία ούτε να εξηγεί τους νόμους...».
Με το βάρβαρο αυτό διάταγμα του Ιουστινιανού η ελληνική φιλοσοφία δέχτηκε θανατηφόρο χτύπημα. Ξαφνικά, το αγαθό «σκουλήκι» της φιλοσοφίας έπαψε να ροκανίζει τις «αποκαλυπτικές αλήθειες» της ιουδαιο-χριστιανικής θρησκευτικής παράδοσης.
Αλλά δεν ήσαν μόνο οι φιλόσοφοι που είχαν μπει στο στόχαστρο του Ιουστινιανού: κυνηγήθηκαν και οι απλοί Έλληνες και «ελληνίζοντες» που είχαν την ατυχία να επιμένουν ελληνικά.
Ο ΜΕΓΑΣ ΔΙΩΓΜΟΣ
Αλήθεια, ποιος θα περίμενε να δει τον «χριστιανό» αυτοκράτορα των Ρωμαίων Ιουστινιανό να καταδιώκει αθώους μη χριστιανούς Έλληνες και ελληνότροπους, και να τους δίνει τρεις μήνες προθεσμία για να αλλαξοπιστήσουν; Εδώ είμαι πάλι υποχρεωμένος να μεταφέρω τα λόγια του Μαλάλα:
«Εν αυτώ δε τω χρόνω [529 μ.Χ.] διωγμός γέγονεν Ελήνων μέγας και πολλοί εδημεύθησαν, εν οίς ετελεύτησαν Μακεδόνιος, Ασκληπιόδοτος, Φωκάς ο Κρατερού, και Θωμάς... Και εκ τούτου πολύς φόβος γέγονεν . Εθέσπισε δε ο αυτός βασιλεύς [Ιουστινιανός] ώστε μη πολιτεύεσθαι τους ελληνίζοντας, τους δε των άλλων αιρέσεων όντας αφανείς γενέσθαι της Ρωμαϊκής πολιτείας, προθεσμίαν τριών μηνών λαβόντας εις το γενέσθαι αυτούς κοινωνούς της ορθοδόξου πίστεως» (18.42).



Δηλαδή: «Την ίδια χρονιά [529 μ.Χ.] έγινε μεγάλος διωγμός των Ελλήνων. Πολλοί έχασαν τις περιουσίες τους, και κάποιοι από αυτούς πέθαναν, όπως ο Μακεδόνιος, ο Ασκληπιόδοτος, ο Φωκάς, γιος του Κρατερού, και ο Θωμάς... Αυτό προξένησε μεγάλο φόβο. Ο ίδιος αυτός αυτοκράτορας [Ιουστινιανός] θέσπισε να μην πολιτεύονται αυτοί που έχουν ελληνικές πεποιθήσεις, ενώ αυτοί που ανήκουν σε άλλες αιρέσεις πρέπει να εξαφανιστούν από το ρωμαϊκό κράτος, αφού πρώτα έχουν λάβει προθεσμία τριών μηνών για να ασπαστούν την ορθόδοξη [χριστιανική] πίστη».
Περίεργο. Τελειώσαμε γυμνάσια στην Ελλάδα και ποτέ δεν μάθαμε ότι τον 6ο μ.Χ. αιώνα στην Κωνσταντινούπολη οι χριστιανοί αυτοκράτορες καταδίωκαν τους Έλληνες πολυθεϊστές! Ότι τους έπιαναν, τους εξέθεταν σε δημόσια θέα, και έκαιγαν τα «μυσερά» αγάλματα των θεών τους («συσχεθέντες Έλληνες περιεβωμίσθησαν και τα βιβλία αυτών κατεκαύθη [...] και εικόνες των μυσερών θεών αυτών και αγάλματα»).
Εγώ, προσωπικά, έπρεπε να μπω σε αυστραλιανό πανεπιστήμιο για να μάθω κάτι τέτοιο από έναν Βυζαντινό χρονικογράφο, που το όνομά του δεν κυκλοφορεί ευρέως την Ελλάδα. Ήμουν κι εγώ ένας από αυτούς που νόμιζαν ότι η λεγόμενη «Βυζαντινή αυτοκρατορία» ήταν ελληνική, και όχι απλώς ελληνόφωνη. Δεν είχα διαβάσει ότι ο Μ. Κωνσταντίνος είχε καταστρέψει τα ωραιότερα ιερά («τα τε των ιερών επιφανέστατα καταστρέφων») και αφού έφτιαξε χριστιανικές εκκλησίες («και τα χριστιανών ανεγείρων οικήματα»), κατόπιν πήρε ανθρώπους από άλλες πόλεις και τους έριξε μέσα στο Βυζάντιο («τας άλλας χηρώσας πόλεις ανθρώπων, εις το Βυζάντιον μετέστησε»), κάνοντας το πολυεθνικό.
ΟΙ ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΕΙΣ
Ωστόσο, ο Μ. Κωνσταντίνος ήταν ένα κομμάτι μάλαμα μπροστά στον μισέλληνα Θεοδόσιο. Όταν ο Κωνσταντίνος αποφάσισε να καταστήσει πρωτεύουσα του ανατολικού τμήματος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας την αρχαία ελληνική πόλη Βυζάντιο (παλιά αποικία των Μεγαρέων), στην Ακρόπολη της πόλης βρήκε τρεις ελληνικούς ναούς: τον ναό του Ηλίου (Απόλλωνα;), τον ναό της Άρτεμης και τον ναό της Αφροδίτης. Δεν τους κατεδάφισε, μόνο τους στέρησε τα έσοδα. Λέει ο Μαλάλας:
«Και εν αυτώ τω χρόνω [330 μ.Χ.] ο αυτός βασιλεύς Κωνσταντίνος τους όντας εν Κωνσταντινουπόλει τρειςς ναούς εν τη πρώην λεγομένη ακροπόλει του Ηλίου και της Αρτέμιδος σελήνης και της Αφροδίτης εκέλευσεν αχρηματίστους του λοιπού διαμείναι» (13.13).
Εντάξει, οι ναοί δεν θα είχαν έσοδα, αλλά κάποιοι εύποροι Έλληνες θα μπορούσαν να τους συντηρήσουν για να μην καταρρεύσουν. Να όμως που καταφθάνει ο Θεοδόσιος και δεν αφήνει τίποτε όρθιο! Μεταφέρω πάλι τα λόγια του Μαλάλα:
«Ο δε αυτός βασιλεύς Θεδόσιος εν τω αυτώ χρόνω [383 μ.Χ.] τους τρεις ναούς τους όντας εν Κωνσταντινουπόλει εις την πρώην λεγομένην Ακρόπολιν καταλύσας, εποίησε τον Ηλίου ναόν αυλήν οικημάτων, και εδωρήσατο αυτήν τη μεγάλη εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, ήτις αυλή κέκληται έως του νυν του Ηλίου. Το δε της Αρτέμιδος ναόν εποίησε ταβλοπαρόχιον τοις κοττίζουσιν [...]. Το δε της Αφροδίτης ναόν εποίησε καρουχαρείον... κτίσας πέριξ οσπήτια και κελεύσας δωρεάν μένειν εν αυτοίς τας πάνυ πενιχράς πόρνας» (13.39).
Δηλαδή: «Ο ίδιος ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος τη χρονιά αυτή [383 μ.Χ.] κατεδάφισε τους τρεις ναούς στην Κωνσταντινούπολη, εκεί που πρώτα ήταν γνωστό ως Ακρόπολη. Μετέτρεψε τον ναό του Ηλίου σε αυλή, περιτριγυρισμένη από σπίτια και τη δώρισε στη μεγάλη εκκλησία [Αγία Σοφία] της Κωνσταντινούπολης. Αυτή η αυλή ονομάζεται Αυλή του Ηλίου μέχρι σήμερα. Τον ναό της Άρτεμης τον μετέτρεψε σε αίθουσα παιχνιδιών για τους ταβλαδόρους [...]. Τον ναό της Αφροδίτης τον μετέτρεψε σε καρόσπιτο... κι εκεί κοντά οικοδόμησε σπίτια και διέταξε να μένουν σ’ αυτά δωρεάν οι πολύ φτωχιές πόρνες.»
Αυτά, και άλλα πολλά, λέει ο χρονικογράφος Ιωάννης Μαλάλας. Διαβάστε τον για να φρίξετε!

Friday, March 8, 2013

Η καταγωγή του Διαβόλου. Του Δρ.ΚΩΣΤΑ ΒΙΤΚΟΥ*

Δρ.ΚΩΣΤΑΣ ΒΙΤΚΟΣ


     
Με τον Διάβολο τα πάω καλά: και οι δυο αποφεύγουμε το λιβάνι. Μόνο που, όταν δεν τον χρειάζομαι, έρχεται κι ανακατεύεται στα πόδια μου και χώνει την ουρά του εκεί που δεν πρέπει. Αλλά ποτέ δεν μπήκα στον κόπο να μάθω από πού κρατά η ουρά του. Σήμερα το αποφάσισα: θα ξεψαχνίσω το «αμαρτωλό» παρελθόν του, αρχίζοντας από το ίδιο του το όνομα.  Οι γλωσσικές ρίζες του Διαβόλου πάνε πίσω σ’ ένα σύνθετο αρχαίο ελληνικό ρήμα – το «διαβάλλω», που σημαίνει «ρίχνω κάτι δια μέσου κάποιου». Το ρήμα αυτό πήρε και άλλες σημασίες, μία από τις οποίες είναι αυτή του «επιτίθεμαι εναντίον του χαρακτήρα κάποιου». Στον Ηρόδοτο διαβάζουμε: «Ιππίης . . . διαβάλλων τε τους Αθηναίος προς τον Αρταφρένεα» (5.96). Δηλαδή, «ο Ιππίας . . . διέβαλε τους Αθηναίους στον Αρταφέρνη».
Από το «διαβάλλω» έχουμε τη «διαβολή», που σημαίνει «ψευδής κατηγορία, συκοφαντία». Στην απολογία του ο Σωκράτης λέει: «Αναλάβωμεν ουν εξ αρχής, τις η κατηγορία εστίν, εξ ής η εμή διαβολή γέγονεν» (Απολογία 19B). Δηλαδή: «Ας εξετάσουμε λοιπόν από την αρχή, ποια είναι η κατηγορία, από την οποία προέκυψε η ψεύτικη εις βάρος μου συκοφαντία».
ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΧΩΡΙΣ ΟΥΡΑ
Από το «διαβολή» έχουμε το επίθετο «διαβολικός», που σημαίνει «συκοφαντικός», και από το «διαβολικός» έχουμε το «διάβολος», που σημαίνει «συκοφάντης». Ο Αριστοφάνης, αναφερόμενος σε κάποιον Παφλαγόνα δούλο, τον αποκαλεί «πανουργότατον και διαβολώτατον» (Ιππής 45).
Στην ελληνική μετάφραση των «Εβδομήκοντα» (μεταφραστών) της εβραϊκής Π. Διαθήκης απαντά η λέξη «διάβολος», που σημαίνει «εχθρός»: «και εν αυτήι τηι ημέραι ο βασιλεύς Αρταξέρξης εδωρήσατο Εσθηρ όσα υπήρχεν Αμαν τωι διαβόλωι» (Εσθηρ 8:1). Δηλαδή: «Και την ίδια μέρα ο βασιλιάς Αρταξέρξης δώρισε στην Εσθηρ όση περιουσία είχε ο Αμαν ο διάβολος».
Παρατηρούμε ότι η λέξη «διάβολος» είναι αθώα κι ολόγυμνη από μεταφυσική μαυρίλα. Δεν έχει ακόμη δρασκελίσει το κατώφλι της θρησκείας για να πάρει «πρόσωπο πονηρό». Δεν έχει ακόμη αποκτήσει μάνα («στου διαβόλου τη μάνα»), ουρά («βάζει ο διάβολος την ουρά του»), πόδια («σπάει ο διάβολος το ποδάρι του»), ακόμη και συνήγορο («ο Βίτκος είναι συνήγορος, αν όχι φίλος, του διαβόλου») κλπ. Αλλά δεν θα μείνει αθώα για πολύ: θα την αρπάξει ο Ιουδαιο-χριστιανισμός και θα την κάνει κύριο όνομα!

ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΜΕ ΟΥΡΑ
Μπαίνοντας στην Καινή Διαθήκη, συναντούμε τον γοργοπαιχνιδομάτη Διάβολο με πρόσωπο που γυαλίζει από πονηριά! Είναι «πνεύμα του κακού» που σπρώχνει τον άνθρωπο μακριά από τον «δρόμο του Θεού». Ακούμε τον ευαγγελιστή Ματθαίο να λέει: «Τότε ο Ιησούς ανήχθη εις την έρημον υπό του πνεύματος πειρασθήναι υπό του διαβόλου» (4:1). Δηλαδή, «Τότε το Πνεύμα οδήγησε τον Ιησού στην έρημο για να υποβληθεί στους πειρασμούς τού διαβόλου».
Στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, του Γ. Μπαμπινιώτη, υπάρχει ένα ενδιαφέρον σχόλιο, σχετικά με το θέμα μας. Διαβάζουμε:
«Η έννοια του κακού, του άρχοντα των κακών πνευμάτων που ενσαρκώνει ο Διάβολος», έκανε ώστε να χρησιμοποιηθούν περισσότερα ονόματα / χαρακτηρισμοί για να αποδώσουν τις ιδιότητές του. Οι Εβραίοι τον ονόμασαν satan, που σημαίνει «εναντιούμενος, εχθρός» (ενν. του Θεού και του ανθρώπου). Στη μετάφραση της Π. Διαθήκης από τους Εβδομήκοντα, το satan αποδόθηκε ελληνικά ως Σατανάς αλλά και (με ελληνική λέξη) ως διάβολος, δίσημη λέξη που σήμαινε και «εχθρός» [. . .]
»Δοθέντος ότι ο διάβολος είναι και εχθρός του ανθρώπου και εχθρός του Καλού (. . .), αλλά και συκοφάντης του Θεού προς τον άνθρωπο (τον οποίο προσπαθεί να παραπείσει και να οδηγήσει στην αμαρτία μέσω διαφόρων πειρασμών), η λ. διάβολος έγινε κύρια λ. δηλώσεως του «πεπτωκότος» από τον ουρανό και την τάξη των αγγέλων πονηρού πνεύματος. Ο χαρακτηρισμός του ως Πονηρού, δηλώνει ακριβώς ότι αποτελεί το πονηρό πνεύμα, το πνεύμα του κακού.
»Η λ. Βεελζεβούλ, που προφέρθηκε και ως βελζεβούλ(ης), ανάγεται στο σημιτικό Baal-zebub και δήλωνε τον «θεό των μυγών» (πβ. τα ελλην. Μύαγρος ή Ζευς Απόμυος) ή τον «θεό της κόπρου» (κοπρόθεον), ο οποίος ταυτίστηκε με τον άρχοντα των κακών πνευμάτων, τον Σατανά.
»Στην Π.Δ. (Ησαΐας 14,12) αναφέρεται «πώς εξέπεσεν εκ του ουρανού ο εωσφόρος ο πρωί ανατέλλων;». Εωσφόρος, δηλ. φωτοφόρος, ήταν ο διάβολος όσο ήταν και αυτός άγγελος, δηλ. προτού τιμωρηθεί με πτώση από τον ουρανό για την αλαζονεία του να υποκαταστήσει τον Θεό, οπότε κατά τη ρήση του Χριστού (Λουκ. 10, 18) «εθεώρουν τον Σατανάν ως αστραπήν εκ του ουρανού πεσόντα». Η ήδη ομηρική ελληνική λ. εωσφόρος δηλώνει τον φέροντα την έω (την αυγή, το φως της αυγής), που δεν ήταν άλλη από τον πλανήτη Αφροδίτη, τον γνωστό ως Αυγερινό.
»Ο Σατανάς, λοιπόν, από «φωτοδότης» (εωσφόρος) εξέπεσε σε «άρχοντα του σκότους», με την ονομασία εωσφόρος να δηλώνει την προτέρα του φύση. Η ονομασία δαίμονας από το αρχ. Δαίμων, που, ως μέση λέξη, είχε και καλή σημασία (Θεός) και κακή (πονηρό πνεύμα), προκειμένου περί του Διαβόλου σήμανε το κακό πνεύμα, τον πονηρό [. . .]
»Μολονότι αντίχριστος για την Εκκλησία σημαίνει τον εχθρό της χριστιανικής πίστης και, ειδικότερα, το μοιραίο πρόσωπο που θα αποτελέσει την έσχατη ύβριν προς τον Θεό πριν από τη συντέλεια του κόσμου, οπότε ο Χριστός θα παραδώσει τον αντίχριστό στη γέεννα του πυρός, εντούτοις στην κοινή αντίληψη (και γλώσσα) το αντίχριστος ως «εναντίος του Χριστού» καθιερώθηκε να δηλώνει τον διάβολο».
ΕΥΛΟΓΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ
Διάβολε, τι δουλειά έχει ένας διάβολος με ουρά και κέρατα να σεργιανίζει ανενόχλητος στο πάνσοφο κεφάλι ενός παντοδύναμου Θεού; Πώς γίνεται ένας πανάγαθος και φιλάνθρωπος Θεός να φτιάχνει έναν πανούργο διάβολο, μόνο και μόνο για να κρατά ζεστή την πίσσα στα καζάνια της Κόλασης;
Για να λύσει κανείς τις απορίες αυτές χρειάζεται να είναι «διαβόλου κάλτσα». Εγώ δεν μπορώ. Έχω τρύπιες «κάλτσες» και φτέρνες εκτεθειμένες!

Ο Κ.Β είναι δρ Φιλοσοφίας ματα Αρχαίων Ελληνικών δωρεάν και αρθρογραφει στην εφημερίδα "Νέο Κόσμο" και άλλα ομογενειακά και Ελλαδικά έντυπα

Wednesday, February 20, 2013

Ο Θεός του Αϊνστάιν ..Toυ Δρα Κώστα Βίτκου


Πώς θα το δείξω αυτό; Θ’ αφήσω τον ίδιο τον Αϊνστάιν να μιλήσει. Αλλά δεν φτάνει μόνο αυτό: χρειάζεται και τεκμηρίωση – κάτι που παρέλειψε να συμπεριλάβει ο «εν γραφίδι» συνάδελφος, Θωμάς Ηλιόπουλος, την περασμένη Πέμπτη. Το να λέμε ότι ο Αϊνστάιν είπε ετούτο ή εκείνο, δεν ικανοποιεί εάν δεν έχουμε τις πηγές. Οι πηγές που καταθέτω είναι τα βιβλία: Albert Einstein, Ideas and Opinions (1973) και George Seldes, The Great Quotations (1977).
Δρ Κώστας Βίτκος
ΧΩΡΙΣ ΠΕΡΙΣΤΡΟΦΕΣ
Εάν βιάζεστε και δεν έχετε υπομονή να διαβάσετε αποσπάσματα κειμένων του Αϊνστάιν, που παραθέτω πιο κάτω, τότε διαβάστε ετούτα εδώ τα σύντομα κομμάτια. Λέει ο Αϊνστάιν: «I do not believe in the God of theology who rewards good and punishes evil» (The Great Quotations, σελ. 225). Δηλαδή: «Δεν πιστεύω στον Θεό της θεολογίας, ο οποίος ανταμείβει το καλό και τιμωρεί το κακό».
Και πιο κάτω ο Αϊνστάιν απλώνει περισσότερο τη σκέψη του, λέγοντας:
«I cannot imagine a God who rewards and punishes the objects of his creation, whose purposes are modelled after our own – a God, in short, who is but a reflection of human frailty. Neither can I believe that the individual survives the death of his body, although feeble souls harbour such thoughts through fear or ridiculous egotisms» (ό. π.).   
Δηλαδή: «Δεν μπορώ να φανταστώ έναν Θεό που ανταμείβει και τιμωρεί τα αντικείμενα της δημιουργίας του, που οι σκοποί της σχηματοποιούνται πάνω στους δικούς μας σκοπούς – έναν Θεό, εν ολίγοις, που δεν είναι παρά μια αντανάκλαση ανθρώπινης αδυναμίας. Ούτε μπορώ να πιστέψω ότι το άτομο επιζεί του σωματικού του θανάτου, αν και οι εύθραυστες ψυχές υποκρύπτουν τέτοιες σκέψεις λόγω φόβου ή γελοίων εγωισμών».
Ο ΑΠΡΟΣΩΠΟΣ ΘΕΟΣ
Ωστόσο, όπως ο κάθε εχέφρων άνθρωπος, έτσι και ο Αϊνστάιν πιστεύει στον δικό του Θεό (έναν απρόσωπο Θεό, όπως αυτός του Αριστοτέλη) που παίζει ζάρια με τους ανθρώπους. Λέει ο Αϊνστάιν:
«My religion consists of a humble admiration of the illimitable superior spirit who reveals himself in the slight details we are able to perceive with our frail and feeble minds. That deeply emotional conviction of the presence of a superior reasoning power, which is revealed in the incomprehensible universe, forms my idea of God» (ό. π.).
Δηλαδή: «Η δική μου θρησκεία συνίσταται σ’ έναν ταπεινό θαυμασμό του απεριόριστου ανώτερου πνεύματος, που φανερώνει τον εαυτό του στις μικρολεπτομέρειες που αντιλαμβανόμαστε με τον αδύνατο κι εύθραυστο νου μας. Αυτή η βαθιά συγκινητική πεποίθηση ότι υπάρχει μια ανώτερη λογική δύναμη, που γίνεται φανερή στο ακατάληπτο σύμπαν, σχηματίζει την ιδέα μου για τον Θεό».
Εδώ ο Αϊνστάιν (σχεδόν) αντιγράφει τον Έλληνα φιλόσοφο Αναξαγόρα. Το παρατσούκλι που είχαν «κολλήσει» στον Αναξαγόρα (στενό φίλο του Περικλή) ήταν ο «Νους»! Τον αποκαλούσαν ο «Νους» επειδή πίστευε ότι ετούτον εδώ τον αισθητό κόσμο που μας περιβάλλει τον κατασκεύασε κάποιος ανώτερος νους.
ΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΟΡΙΕΣ
Όποιος σκέφτεται, έχει απορίες. Κάποιες από τις απορίες του Αϊνστάιν αφορούσαν στην ύπαρξη ενός προσωπικού, παντοδύναμου Θεού που τίποτα δεν του ξεφεύγει κάτω από τη φτέρνα του! Για την «παντοδυναμία» του Θεού, στο βιβλίο Ideas and Opinions, ο Αϊνστάιν λέει:
«How is it possible to think of holding men responsible for their deeds and thoughts before such an almighty Being? In giving out punishment and rewards He would to a certain extent be passing judgment on Himself. How can this be combined with the goodness and righteousness ascribed to Him?» (σελ. 48-9).
Δηλαδή: «Πώς είναι δυνατόν να σκεφτούμε ότι οι άνθρωποι είναι υπεύθυνοι για τις πράξεις και τις σκέψεις τους ενώπιον ενός τέτοιου παντοδύναμου Όντος; Με το να μοιράζει τιμωρία και ανταμοιβές, θα μπορούσε, μέχρι ένα σημείο, να κρίνει τον ίδιο του τον εαυτό. Πώς μπορεί αυτό να συνδεθεί με την καλοσύνη και δικαιοσύνη που του αποδίδουν;»
Οι απορίες αυτές είναι εύλογες, δεδομένου ότι αν ο Θεός είναι παντοδύναμος, τότε κάθε συμβάν, κάθε ανθρώπινη πράξη, κάθε σκέψη, κάθε αίσθηση και κάθε φιλοδοξία είναι επίσης έργο δικό του. Δεν μπορώ ν’ ανοιγοκλείσω τα βλέφαρά μου, αν ο Θεός δεν το εγκρίνει. Γι’ αυτό ακούμε τους θεόληπτους να λένε: «Πρώτα ο Θεός...»
Σχετικά με τη σύγκρουση θρησκείας και επιστήμης, ο Αϊνστάιν λέει: «The main source of the present day conflicts between the spheres of religion and of science lies in this concept of a personal God» (ό.π. σελ. 47). Δηλαδή: «Η βασική αιτία της σημερινής σύγκρουσης ανάμεσα στη θρησκεία και την επιστήμη βρίσκεται σε αυτή την αντίληψη περί ύπαρξης ενός προσωπικού Θεού».
Τέλος, ο Αϊνστάιν, απευθυνόμενους στους δασκάλους, λέει: «In their struggle for the ethical good, teachers of religion must have the stature to give up the doctrine of a personal God, that is, give up that source of fear and hope which in the past placed such vast power in the hands of priests» (ό.π. σελ. 48).
Δηλαδή: «Στον αγώνα τους για το ηθικό καλό, οι δάσκαλοι της θρησκείας πρέπει να έχουν το ανάστημα να εγκαταλείψουν το δόγμα περί ύπαρξης ενός προσωπικού Θεού, δηλ. να εγκαταλείψουν αυτή την πηγή φόβου και ελπίδας, που στο παρελθόν έθεσε τέτοια τεράστια δύναμη στα χέρια των παπάδων».
Κατακλείδα: Η επίκληση του ονόματος του Αϊνστάιν δεν βοηθά στη στήριξη της πίστης στην ύπαρξη κάποιου παντοδύναμου προσωπικού Θεού που κατοικεί πάνω από τα σύννεγα. Δεν συμφέρει...
Δρ Κώστας Βίτκος Μελβούρνη

Friday, January 25, 2013

Περιπλανώμενες λέξεις σε ξένους τόπους,,

Γράφει ο
Παρέκβαση: Τώρα τελευταία, με ενδιαφέρον παρακολουθώ στενά την πολιτικο-οικονομική κατάσταση που διαμορφώνεται στην τάλαινα γενέτειρά μας. Κυρίως παρακολουθώ συζητήσεις και σχόλια που φιλοξενούνται σε εφημερίδες και οθόνες τηλεοπτικών δεκτών. Το ακόλουθο σχόλιο αναγνώστη αθηναϊκής εφημερίδας με εντυπωσίασε ιδιαίτερα και θέλω να το μοιραστώ μαζί σας.  Αναφέρεται στο «υπό εξαέρωση» ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου, και λέει:
 «Ο Βενιζέλος είναι πολιτικά νεκρός και το γνωρίζει. Με στριγκές κραυγές βρυκόλακος εκ πολιτικού τάφου, ελπίζει σε εκ νεκρών ανάσταση για τον ίδιο και για το περιπεσόν σε κώμα κόμμα. Άδικος κόπος, διότι η φύση και η πολιτική μάς διδάσκουν, αιώνες τώρα, ότι τα τυμπανιαία πτώματα και κόμματα δεν ανασταίνονται, απλώς σαπίζουν.
»Έρμε Βαγγέλη, όσες στριγκές κραυγές και αν εκβάλεις από το οστεοφυλάκιό σου, μην ελπίζεις. Ούτε τους ομοϊδεάτες σου του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορείς να συγκινήσεις.  Έρμε Βαγγέλη, δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό. Έτσι που την πατρίδα ρήμαξες εδώ, μέσα στον τάφο άραξες. Έρμε Βαγγέλη, που δεν σε λένε Λάζαρο, το Πάσχα πέφτει τόσο μακριά...». 
Αλλά και Λάζαρος να ήταν ο Βαγγέλης, η νεκρανάσταση θνητών ουδεμία αξία έχει, όπως και η αιώνια ζωή.  Ο Λάζαρος «νεκραναστήθηκε» για να πεθάνει δύο φορές.  Δεν κέρδισε απολύτως τίποτα, πέρα από το να δει τον δρόμο προς τον Παράδεισο στρωμένο με νεκροκεφαλές «αγίων»!  Τέλος παρέκβασης.
ΤO «ΣΕΝΑΡΙΟ»
Η σημερινή Ελλάδα είναι φορτωμένη όχι μόνο με δάνεια χρηματικά αλλά και με αντιδάνεια γλωσσικά. Κι επειδή η ελληνική γλώσσα είναι η «ερωμένη» μου (η φιλοσοφία είναι η κύρια «γαμετή» μου), σκέφτηκα να πούμε λίγα λόγια για κάποιες από τις αντιδάνειες λέξεις που χρησιμοποιούμε αρκετά συχνά.
Αλλά τι πράγμα είναι η «αντιδάνεια λέξη»; Πρόκειται για μια περιπλανώμενη λέξη που ξενιτεύτηκε, εγκαταστάθηκε σε ξένους τόπους, δούλεψε εκεί και τελικά επέστρεψε στη γενέτειρά της, φορώντας αλλιώτικα ρούχα και άλλο πρόσωπο.  Η ψυχή της όμως παρέμεινε ελληνική, παρότι στους ξένους τόπους άφησε μόνιμα τα σημάδια της.  Μια τέτοια περιπλανώμενη λέξη είναι η λέξη «σενάριο».  Ας παρακολουθήσουμε την «οδύσσειά» της.
Ξεκίνησε από το αρχαίο ρήμα «σκηνάω» (ή «σκηνέω»), που σημαίνει «μένω κάτω από σκηνή» (σε αντίσκηνο, σε «τέντα»).  Από το ρήμα «σκηνάω» έχουμε το ουσιαστικό «σκηνή».  Με την ίδρυση και λειτουργία του θεάτρου στην αρχαία Ελλάδα, η λέξη «σκηνή» παίρνει (και) τη σημασία του χώρου, όπου οι «υποκριτές» (ηθοποιοί) έπαιζαν τον θεατρικό του ρόλο.  Έτσι έχουμε και τις γνωστές φράσεις, όπως: «οι από σκηνής ήρωες» , «ο από σκηνής φιλόσοφος» (δηλ. ο Ευριπίδης), «τα από σκηνής άσματα», «το από σκηνής μέρος» κ.ά.
Μετά έρχεται η λατινική γλώσσα, δανείζεται την ελληνική λέξη «σκηνή» και την προφέρει «scena». Από το «scena» βγάζει και το υποκοριστικό (χαϊδευτικό) «scenarium», κάτι που αργότερα οι Ιταλοί θα το προφέρουν «scenario». Αλλά η λέξη «σενάριο» παύει να σημαίνει «μικρή σκηνή». Σήμερα σημαίνει, κυρίως, δύο πράγματα: α) λεπτομερές κείμενο κινηματογραφικού ή θεατρικού έργου, και β) ενδεχόμενη τροπή μιας κατάστασης.   
Προϊόντος του χρόνου, και με την εμφάνιση του κινηματογράφου, το ιταλικό «scenario» θα εισπηδήσει (και) στην Ελλάδα, θα «πολιτογραφηθεί» και θα ορθογραφηθεί ως «σενάριο».  Έτσι θα ξεπηδήσουν οι Έλληνες «σεναριογράφοι» με τα καλά, τα μέτρια και τα κακά τους σενάρια. Κινηματογραφικοί και θεατρικοί «κειμενογράφοι» δεν υπάρχουν, ίσως επειδή η λέξη «κείμενο» δεν σημαίνει «γραπτός λόγος», αλλά το πράγμα που «κείτεται», που βρίσκεται «πεσμένο κάτω» (μετοχή του αρχαίου ρήματος «κείμαι»). Π.χ. η «κείμενη νομοθεσία» δεν είναι υποχρεωτικά μια «γραπτή νομοθεσία»: απλά, είναι μια νομοθεσία «ξαπλωμένη κάτω» (αν όχι «πεθαμένη») και τη βλέπουν όλοι.    
 
ΠΑΜΕ «ΣΙΝΕΜΑ»
Και μιας και αναφέραμε τον κινηματογράφο, ευκαιρία να μιλήσουμε και για μιαν άλλη ελληνογεννημένη λέξη, που και αυτή ήρθε στην Ελλάδα με άλλα ρούχα και με άλλο πρόσωπο: τη λέξη «σινεμά». Όμως εδώ δεν πρόκειται για περιπλανώμενη λέξη.  Δεν έχουμε την «οδύσσεια» του «σεναρίου», δεδομένου ότι οι αρχαίοι Έλληνες δεν είχαν «σινεμά» – είχαν μόνο θέατρο.  Το ιστορικό του «σινεμά» έχει ως εξής:  
Οι Γάλλοι σκύβουν πάνω στην ελληνική γλώσσα. Δύο αρχαία ελληνικά ρήματα «χτυπούν» το μάτι τους: το ρήμα «κινώ» και το ρήμα «γράφω». Παρατηρούν ότι τα ρήματα αυτά δίνουν τα (αντίστοιχα) ουσιαστικά: «κίνημα» και «γραφή». Τ’ αρπάζουν, τα συγκολλούν και... voilà!  Γεννιέται μια καινούργια σύνθετη ελληνική λέξη, που οι Γάλλοι τη χρειάζονται: είναι η λέξη «κινηματογράφος» (cinématographe)!
Κι ενώ η λέξη «κινηματογράφος» («cinématographe) μαρτυρείται από τη χρονιά που ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Χαρίλαος Τρικούπης αναφώνησε στη Βουλή το περιλάλητο «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» (1893), δεν άργησε το πρώτο μισό της λέξης «cinématographe» να εμφανιστεί στην ελληνική καθομιλουμένη με το ντύμα του «σινεμά».  Πολύ λίγο θ’ απασχολούσε τον Νεοέλληνα το ότι κάθε φορά που αποφάσιζε να πάει στο «σινεμά», (κυριολεκτικά) πήγαινε –κι εξακολουθεί να πηγαίνει– στο «κίνημα»!
 Η «ΝΟΜΕΝΚΛΑΤΟΥΡΑ»
Η λέξη «νομενκλατούρα» (κατάλογος σπουδαίων προσώπων ή ηγετικών θέσεων) με «τσιγκλάει».  Δεν είμαι βέβαιος για τον τόπο καταγωγής της, παρότι τα νεοελληνικά λεξικά μιλούν για λατινική λέξη. Διαβάζοντας, όμως, τους Δειπνοσοφιστές του Αθήναιου, συναντούμε τη φράση:  «Μετά ταύτα αναστάντες κατεκλίθημεν ως έκαστος ήθελεν, ου περιμείναντες ονομακλήτορα...» (2.47e). Δηλαδή: «Ύστερα από αυτά, σηκωθήκαμε και ξαπλώσαμε στους καναπέδες, όπως ήθελε ο καθένας, χωρίς να περιμένουμε αυτόν που ανακοίνωνε φωναχτά τα ονόματα των συμποσιαστών».
Οι λέξεις «nomenclator» (nomen + clator ˂ calo)  και «ονομακλήτωρ» (όνομα + κλήτωρ ˂ καλώ) δηλώνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα: «τον άνθρωπο που καλεί ονόματα». Για να λυθεί η απορία μου, σχετικά με την «καταγωγή» της λέξης, χρειάζεται ψάξιμο.  Ώσπου να βρω την πολυτέλεια του χρόνου, μένω με τα συμπεράσματα των λεξικών...  

wibiya widget