Το δράμα συχνά συναντά την κωμωδία στα έργα του Σαίξπηρ. Ίσως αυτό επηρέασε τον Πρωθυπουργό της Κίνας, Γουέν Τζιαμπάο, καθώς απολάμβανε τη θεατρική παράσταση «Άμλετ» στην επαρχιακή πόλη Στράτφορντ-απόν-Έιβον της Βρετανίας κατά την πρόσφατη περιοδεία του στην Ευρώπη. Και ίσως με την αφορμή του έργου άρχισε να σκέφτεται: «Να αγοράσει κανείς ή να μην αγοράσει;»
Τον περασμένο Μάρτιο, υπουργός που στελεχώνει την κυβέρνηση Τζιαμπάο σχολίασε «Πάντα θα υπάρχουν αυτοί που θα μας κατακρίνουν, είτε προχωρούμε σε αγορές είτε όχι.» Όπως έδειξαν, ωστόσο, τα ταξίδια του Γουέν στη Βρετανία, τη Γερμανία και την Ουγγαρία, το κινεζικό κράτος πράγματι αγοράζει και οι Ευρωπαίοι ηγέτες πωλούν με μεγάλη προθυμία.
Κατά τη διάρκεια της περιοδείας του Γουέν προέκυψαν κάποιες αξιοπερίεργες εξελίξεις. Σε επίσκεψη του στη Βουδαπέστη εγκωμίασε τον ποιητή Σάντορ Πέτοφι, του οποίου η ωδή προς την ελευθερία του 19ου αιώνα αποτελεί εθνικό θησαυρό για την Ουγγαρία. Την ίδια στιγμή ο δεξιός Πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, επαινούσε την Κίνα, καθώς επρόκειτο να συμπεριλάβει τον Σάντορ Πέτοφι στην διδακτέα ύλη των λυκείων της.
Αυτό δημιουργεί τεράστια έκπληξη, καθώς σε μία από τις πιο γνωστές ομιλίες του, το Φεβρουάριου του 1957, μετά την αντισοβιετική επανάσταση στην Ουγγαρία, ο Μάο Τσε Τουνγκ «αφόρισε» τους υποστηρικτές του Πέτοφι. Εξέφρασε το θρήνο του για το γεγονός, ότι οι Ούγγροι Κομμουνιστές «στην ουσία δε σκότωσαν κανέναν αντεπαναστάτη, και αυτό ήταν που προκάλεσε το ουγγρικό επεισόδιο το 1956», ενώ υποστήριξε πλήρως τους Σοβιετικούς για την βίαιη κατάπνιξη της εξέγερσης.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς, γιατί ο Όρμπαν, ο οποίος το 2000 είχε υποδεχτεί στη χώρα του τον Δαλάι Λάμα, θα κατέφευγε σε τόσο ανειλικρινείς, εγκωμιαστικές δηλώσεις και μάλιστα θα μιλούσε με τέτοιο στόμφο και συγκίνηση για την «ιστορική συμμαχία» Κίνας-Ουγγαρίας. Η κυβέρνηση Τζιαμπάο διαβεβαίωσε πως οι κινεζικές τράπεζες θα χορηγήσουν ένα δισεκατομμύριο ευρώ για την προώθηση επενδύσεων ουγγρικών εταιρειών στην Κίνα, και δεσμεύτηκε να αγοράσει αδιευκρίνιστο όγκο ουγγρικών ομολόγων. Και, σε αντίθεση με το 2000, αυτή τη φορά πολλοί Θιβετιανοί μετανάστες κλήθηκαν εκτάκτως για εξονυχιστικούς ελέγχους ταυτότητας κατά την διάρκεια της επίσκεψης του Γουέν: με τον τρόπο αυτό οι ουγγρικές αρχές κατάφεραν να τους κρατήσουν μακριά από τους δρόμους της χώρας.
Το χειρότερο είναι πως ο Όρμπαν, ο οποίος κατά την επίσκεψη του Κινέζου ομολόγου του, διένυε τις τελευταίες ημέρες του ως προεδρεύων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν αναφέρθηκε σε κανένα ευρωπαϊκό ζήτημα. Αντίθετα μίλησε με θέρμη για την πιθανότητα να γίνει η Ουγγαρία εμπορικό κέντρο για τα κινεζικά προϊόντα.
Στο Λονδίνο, ωστόσο, ψυχρότερη υποδοχή περίμενε τον Κινέζο Πρωθυπουργό, οποίος εξαπέλυσε λεκτική επίθεση κατά της Βρετανίας επειδή επικρίνει την Κίνα αναφορικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Χαρακτηριστικά απεκάλεσε τις αποδοκιμασίες «στοχοποίηση» και απαίτησε «σεβασμό» προς τον κινεζικό λαό.
Ο αριθμός των συμφωνιών που υπογράφηκαν ήταν μικρός και σχετίζονταν με εισαγωγές κινεζικών πουλερικών και χοιρινών κρεάτων, μια διμερή συμφωνία για την προστασία των πάντα αλλά και τη χρηματοδότηση βρετανικών επενδύσεων στον τομέα της ενέργειας στην Κίνα. Ο Βρετανός Πρωθυπουργός από την πλευρά του, Ντέιβιντ Κάμερον, αναφέρθηκε σε σχετικές δηλώσεις του, στην ανάγκη για «αμοιβαία πρόσβαση στις ευρωπαϊκές και κινεζικές αγορές».
Παρά τις εμφανείς διαφοροποιήσεις, υπάρχει ένα κοινό στοιχείο στις επισκέψεις του Γουέν σε Ουγγαρία και Βρετανία. Και στις δύο περιπτώσεις η κινεζική κυβέρνηση προσέφερε χρηματοδότηση για ουγγρικές και βρετανικές εταιρικές επενδύσεις στην Κίνα. Αυτές οι προτάσεις από μέρους της Κίνας αποτελούν ένα καινούριο κομμάτι του παζλ.
Μόλις πρόσφατα η Κίνα έπαψε να λαμβάνει «αναπτυξιακά» δάνεια από την Ευρώπη. Ενδεικτικά παραδείγματα είναι, μεταξύ άλλων, ο πολυτελής Τερματικός Σταθμός 3 του αεροδρομίου του Πεκίνου και πιο πρόσφατα, οι επενδύσεις στον κλάδο ανανεώσιμων ενεργειών της Κίνας, τα οποία χρηματοδοτήθηκαν από ευρωπαϊκά δάνεια δισεκατομμυρίων ευρώ που έλαβε η χώρα.
Φαίνεται πως η Κίνα, έχοντας «αναβαθμιστεί» από την προηγούμενη κατάσταση της ως υποανάπτυκτο κράτος, έχει κατανοήσει τη ζωτική ανάγκη για αυτό που οι Ευρωπαίοι αποκαλούν αμοιβαιότητα. Το καλοκαίρι που διανύουμε, η Ευρώπη βρίσκεται σε στάδιο αναθεώρησης της συνεργασίας της με τις μεγάλες αναπτυσσόμενες οικονομίες και κυρίως με την Κίνα. Ίσως μάλιστα αναζητήσει όρους συνεργασίας που αρμόζουν περισσότερο σε μία ανερχόμενη δύναμη παρά σε μία αναπτυσσόμενη χώρα.
Επιπλέον, παρά τη δυσαρέσκεια που εξέφρασε ο Γουέν στη Βρετανία σε σχέση με τις αποδοκιμασίες περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά της Κίνας, το βρετανικό μήνυμα ίσως επιτέλους να βρίσκει πρόσφορο έδαφος στην κινεζική ηγεσία. Πριν την έναρξη της ευρωπαϊκής περιοδείας του Κινέζου πρωθυπουργού, απελευθερώθηκαν δύο κρατούμενοι αντικαθεστωτικοί, οι Άι Γουέιγουει και Χου Τζιά.
Η σημασία αυτής της ενέργειας δε θα πρέπει βέβαια να υπερεκτιμηθεί: στον Χου υπολείπονταν μόλις έξι μήνες από μία παράλογη καταδίκη διάρκειας τριάμισι χρόνων και ο Άι εξακολουθεί να διώκεται για υποτιθέμενη «φοροδιαφυγή».
Από την άλλη, η κίνηση αυτή δε θα πρέπει ούτε να υποτιμηθεί, αφού η Κίνα έδειξε να υπαναχωρεί σε αυτές τις δύο πολύκροτες υποθέσεις. Μέχρι πρότινος, ο κανόνας ήταν πως όσο μεγαλύτερη συμβολική αξία βάραινε μία υπόθεση, τόσο πιο αδιάλλακτη και απόλυτη ήταν η αντίδραση των κινεζικών αρχών. Η Κίνα όμως ξέρει πλέον ότι έχει πρόβλημα με την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και έχει κατανοήσει πως αυτό μπορεί να της σταθεί εμπόδιο όσο περισσότερο διευρύνεται η οικονομική της παρουσία.
Στο τελικό σταθμό της περιοδείας του, την Γερμανία, ο Τζιαμπάο ασχολήθηκε αποκλειστικά με τις «μπίζνες». Στην αεροπορική επίδειξη του Παρισιού, οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι της Κίνας αρνήθηκαν πεισματικά να υπογράψουν συμβόλαιο για τα Airbus ως αντίδραση για την επιβολή «φόρου άνθρακα» στις αερομεταφορές, που σχεδιάζει η Ευρώπη. Ωστόσο, τέσσερις μόλις μέρες μετά, η Κίνα υπέγραψε στο Βερολίνο συμφωνία για την αγορά 88 αεροσκαφών Airbus (αν και Κινέζοι εκπρόσωποι τοποθετούν τον αριθμό στα 62).
Η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ σε δηλώσεις της, μίλησε για την ευρωπαϊκή πολιτική αποφεύγοντας ουσιαστικές αναφορές, στηριζόμενη στο γεγονός πως επρόκειτο για διμερή συνάντηση. Ωστόσο, οι Γερμανοί μίλησαν ουσιαστικά και με αποφασιστικότητα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως άλλωστε και οι Κινέζοι για την «αναβάθμιση» τους σε οικονομία της αγοράς.
Η επίσκεψη του Γουέν μαρτυρά πολλά για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Ευρώπη. Κατά πρώτον η περιφέρεια της Ευρώπης έχει χάσει το ηθικό της και σε ορισμένες περιπτώσεις είναι έτοιμη να υπογράψει συμφωνίες ακόμη και με τον διάβολο, με οποιουσδήποτε όρους, αφού επιζητά αδίστακτα το κέρδος.
Ταυτόχρονα οι πρώην μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης πασχίζουν να συναγωνιστούν την ταχύτατα ανερχόμενη στις διεθνείς αγορές Κίνα, το οποίο θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με ισχυρότερη ενοποίηση των ευρωπαϊκών κρατών, βήμα που δεν φαίνονται ιδιαίτερα πρόθυμες να κάνουν. Η αλήθεια είναι πως η Γερμανία, η κεντρική δημοκρατία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι σήμερα ευρωπαϊκή, μόνο στο βαθμό που αυτό εξυπηρετεί τα εθνικά της οικονομικά συμφέροντα
Εντωμεταξύ, η Κίνα είναι σε θέση να υιοθετήσει μία πιο μοντέρνα εκδοχή της στρατηγικής του Μάο, δηλαδή «να περικυκλώσει τις πόλεις από την επαρχία». Οι ηγέτες της έχουν επιδοθεί σε κυνήγι επιχειρηματικών ευκαιριών, σε μία ευρωπαϊκή περιφέρεια που μαστίζεται από την οικονομική κρίση, επικαλούμενοι μόνο αφηρημένα την υποστήριξη τους στην Ευρώπη ως ενιαίο σύνολο.
*Ο Φρανσουά Γκοντμάν είναι συνεργάτης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για τις Διεθνείς Σχέσεις και ιδρυτής του Κέντρου Πολιτικών Επιστημών για Ασιατικά Ζητήματα στο Παρίσι. Έχει εργαστεί επίσης ως σύμβουλος στο Υπουργείο Εξωτερικών της Γαλλίας, με εξειδίκευση σε κινεζικά και ασιατικά θέματα
To BHMA ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 16/07/2011, 07:10