15 Αυγούστου 2011 Συλημένος και αλειτούργητος παραμένει εδώ και 37 χρόνια στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου ο ναός της Παναγίας της Κανακαριάς με τα απαράμιλλης τέχνης εντοίχια ψηφιδωτά, τα οποία αποτοιχίστηκαν μεταξύ 1978-1979 από τον Τούρκο αρχαιοκάπηλο Αϊντίν Ντικμέν, μεταφέρθηκαν στη Γερμανία και πολλά τμήματα τους πουλήθηκαν σε εμπόρους τέχνης.
Ο ναός της Παναγίας Κανακαριάς, που βρίσκεται στο χωριό Λιθράγκωμη της Καρπασίας, είναι από τις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις σύλησης της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού.
Για την ονομασία Κανακαριά υπάρχουν τρεις εκδοχές. Η λαϊκή παράδοση αναφέρει ότι ένας Σαρακινός χτύπησε με βέλος, ή με μαχαίρι, το γόνατο της Παναγίας στην εικόνα, που βρισκόταν στον τοίχο έξω από την εκκλησία. Αμέσως έτρεξε αίμα. Αλλά το αιχμηρό αντικείμενο επέστρεψε σ΄εκείνον και
καρφώθηκε στο χέρι του. Στην προσπάθειά του να θεραπεύσει την πληγή, έσπευσε στο διπλανό χωριό, φωνάζοντας «καν, καν» («αίματα, αίματα»). Ο Σαρακινός πέθανε στο δρόμο κι από τότε η Παναγία ονομάστηκε Κανακαναριά.
Σύμφωνα με άλλο θρύλο, η Παναγία ονομάστηκε έτσι επειδή χτίστηκε από ένα κανακάρη, δηλαδή ένα μοναχοπαίδι. Η τρίτη εκδοχή προέρχεται από το ψηφιδωτό της βρεφοκρατούσας Παναγίας, η οποία «κανακεύει» το γιο της κρατώντας τον στα γόνατά της.
Ο ναός της Παναγίας Κανακαριάς, στην πρώτη του μορφή ήταν μοναστηριακός, σπάνιο δείγμα της τέχνης του 6ου μ.Χ. αιώνα. Ανήκει στον τύπο της βασιλικής με τρούλο και, σύμφωνα με τους βυζαντινολόγους, η κεντρική αψίδα του είναι το μόνο τμήμα, που σώζεται από την ξυλόστεγη βασιλική του 5ου αιώνα. Η βασιλική αυτή καταστάφηκε τον 7ο αιώνα κατά τη διάρκεια των αραβικών επιδρομών. Ο ναός ξανακτίστηκε πρώτα ως ξυλόστεγος και έπειτα ως καμαροσκεπής. Σε μεταγενέστερο στάδιο, σύμφωνα με το Τμήμα Αρχαιοτήτων της Κύπρου, προστέθηκε στο κτίσμα ασπιδόμορφος τρούλος πάνω από το ιερό βήμα και κατά τον 12ο αι. προστέθηκε τρούλος στο κεντρικό κλίτος.
Η κεντρική αψίδα του ναού, που χρονολογείται στη Μέση Βυζαντινή περίοδο, ήταν διακοσμημένη με ψηφιδωτά από τον 6ο αι μ.Χ. και αποτελούν πολύ σημαντικά έργα τέχνης και από τα λιγοστά εναπομείναντα πρωτοχριστιανικά ψηφιδωτά παγκοσμίως. Σε αυτά εικονίζεται η Θεοτόκος ένθρονη περιβαλλόμενη από «φωτεινή δόξα», στοιχείο το οποίο συνήθως περιβάλλει τον Χρίστο στις σκηνές της Μεταμόρφωσης και της Ανάληψης. Η Θεοτόκος κρατά στα γόνατα της τον Χριστό. Τη δόξα πλαισίωναν δύο φοινικόδεντρα και δύο αρχάγγελοι με σκήπτρο. Την παράσταση περιέβαλλε πλατιά ζώνη με γεωμετρικό και φυτικό διάκοσμο και με δεκατρία μετάλλια, όπου εικονίζονταν στηθαίοι ο Χριστός ή σταυρός και οι δώδεκα απόστολοι.
Εκτός από τα ψηφιδωτά, στον ναό υπήρχαν τοιχογραφίες του 12ου, του 14ου αιώνα και του 16ου. Η μόνη που διασώθηκε, αλλά «τραυματισμένη», είναι η τοιχογραφία της Παναγίας Κανακαρίας στο τυφλό τόξο πάνω από τη νότια είσοδο, που μπορεί να χρονολογηθεί στην τελευταία εποχή.
Όταν το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου πληροφορήθηκε τη σύληση του ναού κατήγγειλε το γεγονός στην UNESCO, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στο Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM), στο Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Χώρων (ICOMOS) και στη Europa Nostra, αλλά και σε καθηγητές Βυζαντινής τέχνης παγκοσμίως. Το 1983 επιστράφηκαν, μέσω Γερμανίας και με τη μεσολάβηση εμπόρου τέχνης στο Λονδίνο, τα κλεμμένα μετάλλια με τις μορφές των αποστόλων Λουκά και Βαρθολομαίου, που αφαιρέθηκαν από την αψίδα του ναού.
Το 1988 εντοπίστηκαν τέσσερα τμήματα των ψηφιδωτών στην Ινδιανάπολη των ΗΠΑ, στην κατοχή της εμπόρου έργων τέχνης Peg Goldberg, η οποία διατηρούσε γκαλερί. Εκείνη κατείχε παράνομα:
1. Το άνω τμήμα του στήθους του Αρχαγγέλου Μιχαήλ.
2. Το άνω τμήμα της παράστασης της Θεοτόκου και του Χριστού.
3. Τα μετάλλια που εικονίζουν τους απόστολους Ματθαίο και Ιάκωβο.
Η κυπριακή κυβέρνηση και η Εκκλησία της Κύπρου ξεκίνησαν αμέσως δικαστικό αγώνα εναντίον της Goldberg. Το δικαστήριο της Ινδιανάπολης και το Εφετείο στο Σικάγο αποφάσισαν τα τέσσερα ψηφιδωτά να επιστραφούν στον νόμιμο ιδιοκτήτη τους, δηλαδή στην Εκκλησία της Κύπρου. Τα ψηφιδωτά επιστράφηκαν το 1991 και σήμερα εκτίθενται στο Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ στη Λευκωσία.
Τον Σεπτέμβριο του 1997 βρέθηκε και αποκτήθηκε το μετάλλιο με τη μορφή του αποστόλου Θαδδαίου και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους βρέθηκε στην κατοχή του αρχαιοκάπηλου Aydin Dikmen από τη γερμανική αστυνομία το μετάλλιο με τη μορφή του αποστόλου Θωμά. Ένα μήνα μετά βρέθηκε και το δεξί χέρι του αρχαγγέλου Γαβριήλ και το αριστερό χέρι της Παναγίας.
Το 2010, κατά την επίσκεψη του Πάπα Βενέδικτου στο Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄, ο διευθυντής του Γιάννης Ηλιάδης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα ψηφιδωτά της Παναγίας Κανακαριάς και επισήμανε ότι πρόκειται για μοναδικά ψηφιδωτά, τα οποία είναι της ίδιας εποχής με τα ψηφιδωτά της Ραβέννας και της Αγίας Αικατερίνης στο όρος Σινά και πως είναι διαμελισμένα και καταστραμμένα.
Εξάλλου, στη Γερμανία εκκρεμεί η υπόθεση των εικόνων, ψηφιδωτών και τοιχογραφιών από την κατεχόμενη Κύπρο, που βρέθηκαν σε διαμερίσματα του Dikmen στο Μόναχο το 1997. Τα έργα, όπως αναφέρει ο κ. Ηλιάδης, προέρχονται από πενήντα διαφορετικούς λεηλατημένους ναούς στην τουρκοκρατούμενη Κύπρο. Ανάμεσά τους είναι τέσσερα τεμάχια ψηφιδωτών του 6ου αιώνα από την Παναγία Κανακαριά.
Παρά τις προσπάθειες της Εκκλησίας της Κύπρου και της Κυπριακής κυβέρνησης πέντε σπαράγματα ψηφιδωτών από τον ναό της Παναγίας Κανακαριάς ακόμα δεν έχουν εντοπισθεί. Πρόκειται για τα μετάλλια με τις μορφές των Αποστόλων Ανδρέα, Μάρκου, Φιλίππου και Παύλου, καθώς και το κάτω μισό της παράστασης της Θεοτόκου με τον Χριστό που είναι κρυμμένα πιθανότατα στα θησαυροφυλάκια συλλεκτών.
ΑΠΕ
Ο ναός της Παναγίας Κανακαριάς, που βρίσκεται στο χωριό Λιθράγκωμη της Καρπασίας, είναι από τις πιο κραυγαλέες περιπτώσεις σύλησης της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού.
Για την ονομασία Κανακαριά υπάρχουν τρεις εκδοχές. Η λαϊκή παράδοση αναφέρει ότι ένας Σαρακινός χτύπησε με βέλος, ή με μαχαίρι, το γόνατο της Παναγίας στην εικόνα, που βρισκόταν στον τοίχο έξω από την εκκλησία. Αμέσως έτρεξε αίμα. Αλλά το αιχμηρό αντικείμενο επέστρεψε σ΄εκείνον και
καρφώθηκε στο χέρι του. Στην προσπάθειά του να θεραπεύσει την πληγή, έσπευσε στο διπλανό χωριό, φωνάζοντας «καν, καν» («αίματα, αίματα»). Ο Σαρακινός πέθανε στο δρόμο κι από τότε η Παναγία ονομάστηκε Κανακαναριά.
Σύμφωνα με άλλο θρύλο, η Παναγία ονομάστηκε έτσι επειδή χτίστηκε από ένα κανακάρη, δηλαδή ένα μοναχοπαίδι. Η τρίτη εκδοχή προέρχεται από το ψηφιδωτό της βρεφοκρατούσας Παναγίας, η οποία «κανακεύει» το γιο της κρατώντας τον στα γόνατά της.
Ο ναός της Παναγίας Κανακαριάς, στην πρώτη του μορφή ήταν μοναστηριακός, σπάνιο δείγμα της τέχνης του 6ου μ.Χ. αιώνα. Ανήκει στον τύπο της βασιλικής με τρούλο και, σύμφωνα με τους βυζαντινολόγους, η κεντρική αψίδα του είναι το μόνο τμήμα, που σώζεται από την ξυλόστεγη βασιλική του 5ου αιώνα. Η βασιλική αυτή καταστάφηκε τον 7ο αιώνα κατά τη διάρκεια των αραβικών επιδρομών. Ο ναός ξανακτίστηκε πρώτα ως ξυλόστεγος και έπειτα ως καμαροσκεπής. Σε μεταγενέστερο στάδιο, σύμφωνα με το Τμήμα Αρχαιοτήτων της Κύπρου, προστέθηκε στο κτίσμα ασπιδόμορφος τρούλος πάνω από το ιερό βήμα και κατά τον 12ο αι. προστέθηκε τρούλος στο κεντρικό κλίτος.
Η κεντρική αψίδα του ναού, που χρονολογείται στη Μέση Βυζαντινή περίοδο, ήταν διακοσμημένη με ψηφιδωτά από τον 6ο αι μ.Χ. και αποτελούν πολύ σημαντικά έργα τέχνης και από τα λιγοστά εναπομείναντα πρωτοχριστιανικά ψηφιδωτά παγκοσμίως. Σε αυτά εικονίζεται η Θεοτόκος ένθρονη περιβαλλόμενη από «φωτεινή δόξα», στοιχείο το οποίο συνήθως περιβάλλει τον Χρίστο στις σκηνές της Μεταμόρφωσης και της Ανάληψης. Η Θεοτόκος κρατά στα γόνατα της τον Χριστό. Τη δόξα πλαισίωναν δύο φοινικόδεντρα και δύο αρχάγγελοι με σκήπτρο. Την παράσταση περιέβαλλε πλατιά ζώνη με γεωμετρικό και φυτικό διάκοσμο και με δεκατρία μετάλλια, όπου εικονίζονταν στηθαίοι ο Χριστός ή σταυρός και οι δώδεκα απόστολοι.
Εκτός από τα ψηφιδωτά, στον ναό υπήρχαν τοιχογραφίες του 12ου, του 14ου αιώνα και του 16ου. Η μόνη που διασώθηκε, αλλά «τραυματισμένη», είναι η τοιχογραφία της Παναγίας Κανακαρίας στο τυφλό τόξο πάνω από τη νότια είσοδο, που μπορεί να χρονολογηθεί στην τελευταία εποχή.
Όταν το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου πληροφορήθηκε τη σύληση του ναού κατήγγειλε το γεγονός στην UNESCO, στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στο Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων (ICOM), στο Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Χώρων (ICOMOS) και στη Europa Nostra, αλλά και σε καθηγητές Βυζαντινής τέχνης παγκοσμίως. Το 1983 επιστράφηκαν, μέσω Γερμανίας και με τη μεσολάβηση εμπόρου τέχνης στο Λονδίνο, τα κλεμμένα μετάλλια με τις μορφές των αποστόλων Λουκά και Βαρθολομαίου, που αφαιρέθηκαν από την αψίδα του ναού.
Το 1988 εντοπίστηκαν τέσσερα τμήματα των ψηφιδωτών στην Ινδιανάπολη των ΗΠΑ, στην κατοχή της εμπόρου έργων τέχνης Peg Goldberg, η οποία διατηρούσε γκαλερί. Εκείνη κατείχε παράνομα:
1. Το άνω τμήμα του στήθους του Αρχαγγέλου Μιχαήλ.
2. Το άνω τμήμα της παράστασης της Θεοτόκου και του Χριστού.
3. Τα μετάλλια που εικονίζουν τους απόστολους Ματθαίο και Ιάκωβο.
Η κυπριακή κυβέρνηση και η Εκκλησία της Κύπρου ξεκίνησαν αμέσως δικαστικό αγώνα εναντίον της Goldberg. Το δικαστήριο της Ινδιανάπολης και το Εφετείο στο Σικάγο αποφάσισαν τα τέσσερα ψηφιδωτά να επιστραφούν στον νόμιμο ιδιοκτήτη τους, δηλαδή στην Εκκλησία της Κύπρου. Τα ψηφιδωτά επιστράφηκαν το 1991 και σήμερα εκτίθενται στο Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ στη Λευκωσία.
Τον Σεπτέμβριο του 1997 βρέθηκε και αποκτήθηκε το μετάλλιο με τη μορφή του αποστόλου Θαδδαίου και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους βρέθηκε στην κατοχή του αρχαιοκάπηλου Aydin Dikmen από τη γερμανική αστυνομία το μετάλλιο με τη μορφή του αποστόλου Θωμά. Ένα μήνα μετά βρέθηκε και το δεξί χέρι του αρχαγγέλου Γαβριήλ και το αριστερό χέρι της Παναγίας.
Το 2010, κατά την επίσκεψη του Πάπα Βενέδικτου στο Βυζαντινό Μουσείο του Ιδρύματος Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄, ο διευθυντής του Γιάννης Ηλιάδης έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα ψηφιδωτά της Παναγίας Κανακαριάς και επισήμανε ότι πρόκειται για μοναδικά ψηφιδωτά, τα οποία είναι της ίδιας εποχής με τα ψηφιδωτά της Ραβέννας και της Αγίας Αικατερίνης στο όρος Σινά και πως είναι διαμελισμένα και καταστραμμένα.
Εξάλλου, στη Γερμανία εκκρεμεί η υπόθεση των εικόνων, ψηφιδωτών και τοιχογραφιών από την κατεχόμενη Κύπρο, που βρέθηκαν σε διαμερίσματα του Dikmen στο Μόναχο το 1997. Τα έργα, όπως αναφέρει ο κ. Ηλιάδης, προέρχονται από πενήντα διαφορετικούς λεηλατημένους ναούς στην τουρκοκρατούμενη Κύπρο. Ανάμεσά τους είναι τέσσερα τεμάχια ψηφιδωτών του 6ου αιώνα από την Παναγία Κανακαριά.
Παρά τις προσπάθειες της Εκκλησίας της Κύπρου και της Κυπριακής κυβέρνησης πέντε σπαράγματα ψηφιδωτών από τον ναό της Παναγίας Κανακαριάς ακόμα δεν έχουν εντοπισθεί. Πρόκειται για τα μετάλλια με τις μορφές των Αποστόλων Ανδρέα, Μάρκου, Φιλίππου και Παύλου, καθώς και το κάτω μισό της παράστασης της Θεοτόκου με τον Χριστό που είναι κρυμμένα πιθανότατα στα θησαυροφυλάκια συλλεκτών.
ΑΠΕ