Γυμνή, σαν ζώο, φυλακισμένη σε μια αποθήκη, η Ελένη Καρυώτη από το Κωσταλέξι συγκλόνισε με την ιστορία της την Ελλάδα στις 7 Νοεμβρίου του 1978 και έχει φτάσει να αποτελεί φράση που συμβολίζει κατάσταση εγκλεισμού σε κάθε επίπεδο.
Ηταν στις 7 Νοέμβρη του 1978 όταν αστυνομικοί και δημοσιογράφοι έμειναν άφωνοι όταν αντίκρυσαν την Ελένη να ζει σαν αγρίμι κλεισμένη στο σπίτι της, στο χωριό Κωσταλέξι της Λαμίας. Η έφηβη -τότε- Ελένη είχε κάνει το σφάλμα να ερωτευθεί – κατά κάποιους να συνάψει σχέση- τον δάσκαλο του χωριού, που είχε προσχωρήσει στους κομμουνιστές αντάρτες, ενώ η οικογένεια της Ελένης ήταν γνωστοί εθνικόφρονες. Οι γονείς της και τα τρία της αδέλφια, αισθάνθηκαν ντροπιασμένοι και την φυλάκισαν στο ισόγειο του σπιτιού, γυμνή, σκεπασμένη με μια κουβέρτα σαν αγρίμι.
Το χωριό φέρεται να γνώριζε, αλλά ουδείς παρενέβη μέχρι να φτάσει η καταγγελία, τελικά, στην αστυνομία. Κατά την είσοδο στο σπίτι, η Ελένη, τρομαγμένη άρχισε να βγάζει άναρθρες κραυγές, καθώς επί 29 χρόνια έμεινε φυλακισμένη χωρίς κανείς να της μιλάει. Ηταν προφανές πως ήταν πλεόν ψυχολογικά και συναισθηματικά διαταραγμένη. Οταν μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο της Λαμίας για εξετάσεις και παρακολούθηση, ζήτησε ένα κομμάτι χαρτί όπου έγραψε ένα όνομα: Αυτό του δασκάλου της. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε σε ψυχιατρικό ίδρυμα και σήμερα ουδείς γνωρίζει αν ζει και που βρίσκεται.
Σημειώνεται ότι τα αδέλφια της, που οδηγήθηκαν στη δικαιοσύνη, αθωώθηκαν.
Το βίντεο που ακολουθεί είναι από την εκπομπή «Μηχανή του Χρόνου», του Χρήστου Βασιλόπουλου