Στα χρόνια όταν ζούσε ο Κώστας Μόντης σε κανέναν δεν ήταν εύκολο στην Κύπρο να λέει ελεύθερα τη γνώμη του. Ιδιαίτερα τ' ακονισμένα μυαλά και οι ευαίσθητες ψυχές των ποιητών είχαν ένα μεγάλο πρόβλημα. Αναγκάζονταν να μιλούν με "γρίφους", παραβολές και άλλους πλάγιους τρόπους.
Το πιο κάτω ποίημα του Μόντη με τίτλο "Τ' αναποκάλυπτο άγαλμα", από τη συλλογή Αγνώστω Ανθρώπω (1968),προβλέπει, ελπίζει ή αναμένει κατά κάποιον τρόπο την έκδοση αυτού του βιβλίου, που αποκαλύπτει πολλά από όσα σκεφτόταν ο ποιητής χωρίς να μπορεί να τα εκφράσει ευθέως...
ΑΡ
Τ'ΑΝΑΠΟΚΑΛΥΠΤΟ ΑΓΑΛΜΑ
Ένα άγαλμα είμαστε στην άκρηα του δρόμου
που καιρό πολύ περιμένουμε να μας αποκαλύψουν.
Ένα χειμώνα κι ένα καλοκαίρι περιμένουμε,
σκεπασμένοι και αποπνιγμένοι.
Ξεθώριασε το ρούχο γύρω μας,
ξεσκίστηκε κάπου κοντά στα χείλια,
ξεσκίστηκε κάπου κοντά στα μάτια.
Είναι πολύ απασχολημένοι οι επίσημοι, μας είπαν,
δεν έχουμε, είπαν, προτεραιότητα,
οι τελευταίες αναταραχές απέφεραν πολλά αγάλματα, είπαν.
Καταλαβαίνουμε. Όμως γιατί βιάστηκαν να μας στήσουν,
γιατί δεν τα σκέφτηκαν όλα αυτά πρι μας εκθέσουν έτσι;
Στο κάτω-κάτω ας μην είναι επίσημοι.
Ας βρεθή επιτέλους ένας χριστιανός να μας τραβήξει το ρούχο,
ας παίξη μαζί του ένα άταχτο παιδάκι,
ας παίξη μαζί του ένα περαστικό μικρό σκυλί,
ας το κλέψουν τη νύχτα οι γύφτοι.
Ας μην υποψιαστούμε πως θα μείνη
ώσπου να διέλθη ένα προς ένα
εκείνα τα φοβερά στάδια των ξεσκισμένων λωρίδων
που παίρνει ο άνεμος,
ας μην υποψιαστούμε πως θα μείνη
ώσπου να το λυώση ο χρόνος,
ώσπου να εξαντληθούν οι διαβάτες,
ώσπου να εξαντληθή η περιέργειά τους,
ώσπου να μην κυτάζουν πια,
ώσπου να μην έχει σημασία πια
ποιος θ' αποκαλυφθή,
ώσπου να μην έχει σημασία πια
τι παριστάνουμε.
No comments:
Post a Comment