του Βασίλη Μούρτη
Εδώ και τέσσερα χρόνια το Καστελόριζο, ένα όμορφο, ακριτικό νησί του Αιγαίου, έχει πέσει «θύμα» όσων το ταύτισαν με την καταστροφή της χώρας. Ούτε οι κάτοικοι του νησιού είχαν κάποια συμμετοχή σε αυτό που χαρακτηρίστηκε καταστροφή της Ελλάδας (αυτή προϋπήρξε), δηλαδή το μνημόνιο, ούτε βέβαια το ίδιο το νησί, ως τόπος.
Το πιθανότερο είναι πως κανένας, σχεδόν, απ’ όσους αναφέρονται στο θέμα δεν έχει επισκεφθεί το νησί. Και κανένας δεν αναφέρεται σε αυτό και δεν το συνδέει με ένα κορυφαίο για την Ελλάδα και τα συμφέροντά της ζήτημα, αυτό της ΑΟΖ, όπου μαζί με τη Στρογγύλη προσδιορίζουν τα απώτατα όριά της και έτσι διασφαλίζεται η ενιαία ευρωπαϊκή ΑΟΖ.
Το Καστελόριζο έπεσε θύμα όσων ήθελαν, για δικούς τους και καθόλου αθώους λόγους, να συμβολίσουν την καταστροφή της χώρας, αθωώνοντας και κηρύσσοντας ενόχους κατά βούληση, ή μάλλον καταπώς εξυπηρετούνταν καλύτερα τα συμφέροντά τους και για άλλους τα συμφέροντα των αφεντικών τους.
Γύρω από το ακριτικό νησί πλέχθηκε ένας μύθος μετά την 23η Απριλίου 2010. Σύμφωνα με τον μύθο αυτόν, ο τότε πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος μόλις είχε υπογράψει τη συμφωνία προσφυγής της χώρας στον μηχανισμό στήριξης, αποφάσισε, ξαφνικά, να πάει στο Καστελόριζο και να κάνει μια φιέστα, στην οποία θα ανακοίνωνε, πανηγυρικά, την ένταξη, ίσως και διότι δεν καταλάβαινε τι είχε συμβεί.
Στη δημιουργία αυτής της εντύπωσης, την οποία τελικά, μέσα στον ορυμαγδό των επιθέσεων που δέχθηκε η τότε κυβέρνηση, πρωτοστάτησαν «πρωτοκλασάτοι» δημοσιογράφοι, οι οποίοι, αφενός, δεν είχαν καμία σχέση και δεν παρακολουθούσαν το ρεπορτάζ του ΠΑΣΟΚ και το κυβερνητικό ρεπορτάζ και, αφετέρου, είχαν και εξακολουθούν να έχουν μεγάλες προκαταλήψεις γι’ αυτό που εκπροσωπούσε το ΠΑΣΟΚ, από την εποχή, ακόμα, του Ανδρέα Παπανδρέου.
Οι δημοσιογράφοι, όμως, που ήταν, τότε, διαπιστευμένοι στο κυβερνητικό ρεπορτάζ γνώριζαν ότι η αλήθεια ήταν πολύ διαφορετική από αυτή που κατασκευάστηκε στη συνέχεια και γίνεται επίκλησή της ακόμα και σήμερα. Μεταξύ των διαπιστευμένων δημοσιογράφων ήταν και αυτός που γράφει αυτές τις γραμμές. Ειδοποιήθηκε, όπως και οι υπόλοιποι συνάδελφοι, μία εβδομάδα πριν τις 23 Απριλίου, ότι επίκειται μετάβαση του πρωθυπουργού στο Καστελόριζο και ρωτήθηκε αν θα μετάσχει στη δημοσιογραφική αποστολή. Ο λόγος για τον οποίο είχε αποφασιστεί να γίνει η επίσκεψη δεν είχε απολύτως καμία σχέση με την ένταξη της χώρας στον μηχανισμό στήριξης. Τότε δεν γνώριζε κανένας, ούτε καν η Μέρκελ, η οποία δεν είχε αποφασίσει ποια στάση θα τηρήσει, αν θα αποφασιζόταν η ένταξη της Ελλάδας στον EFSF.
Η εκδήλωση είχε αποφασιστεί να γίνει ανεξάρτητα από τις διεργασίες και τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ο λόγος απλός. Ο Γιώργος Παπανδρέου είχε αποφασίσει να προωθήσει τοπικά μοντέλα ανάπτυξης με βάση τα προϊόντα της κάθε περιοχής και αυτό το τόνιζε σε όλες σχεδόν τις ομιλίες του. Το μοντέλο που είχε υιοθετήσει, για να γίνονται οι συζητήσεις, ήταν αυτό της περιφερειακής ΟΚΕ. Μια τέτοια συνεδρίαση ήταν αυτή που είχε προγραμματιστεί να γίνει στο Καστελόριζο. Και αυτή έγινε, τελικά, ανεξάρτητα από την εμβόλιμη δήλωση του κ. Παπανδρέου για την ένταξη στον μηχανισμό στήριξης. Το μοντέλο αυτό, της συνεδρίασης των περιφερειακών ΟΚΕ, είχε εφαρμοστεί και σε άλλες περιπτώσεις.
Ο τότε υφυπουργός Εσωτερικών, αρμόδιος για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, Γιώργος Ντόλιος θυμάται ότι ο ίδιος γνώριζε, από ημέρες πριν, ότι θα είναι μεταξύ των υπουργών που θα συνοδεύσουν τον πρωθυπουργό στο Καστελόριζο για το συγκεκριμένο θέμα και δεν γνώριζε τίποτα περί ένταξης στον EFSF. Όπως δεν γνώριζε και κανένα μέλος τής τότε κυβέρνησης. Δεν βρέθηκε κανένας να πει ότι γνώριζε από πριν πως η Ελλάδα θα εντασσόταν στον μηχανισμό.
Λίγες μέρες πριν ο κ. Παπανδρέου μεταβεί στις Βρυξέλλες, είχε συνεδριάσει το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο γνώριζε, όπως και όλοι οι Έλληνες, ότι η συζήτηση με τους εταίρους θα περιελάμβανε και το ενδεχόμενο αυτό, αλλά μόνο ως ενδεχόμενο, με ελάχιστες πιθανότητες. Και όλοι συμφώνησαν ότι αν τεθεί το θέμα η Ελλάδα θα έπρεπε να δεχθεί την ένταξη.
Τι συνέβη όμως και αυτό που ήταν μια πιθανότητα έγινε ξαφνικά βεβαιότητα; Γιατί οι απρόθυμοι Ευρωπαίοι, με πρώτη την κυρία Μέρκελ και ακόλουθο τον Ν. Σαρκοζί, στην ουσία πίεσαν την ελληνική κυβέρνηση να δεχθεί τον μηχανισμό, για τον οποίο ο Γ. Παπανδρέου προσπαθούσε αρκετό διάστημα πριν;
Ήταν Παρασκευή 23 Απριλίου 2010 όταν έγινε η συνάντηση των Βρυξελλών. Οι ευρωπαίοι εταίροι είχαν πάρει τις προηγούμενες ημέρες πολλά ανησυχητικά μηνύματα από τις αγορές, τα οποία δεν αφορούσαν μόνο την Ελλάδα, αλλά ολόκληρη την ευρωζώνη, καθώς ήταν ορατό ότι η κρίση ακουμπούσε ήδη Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Ιταλία και πλησίαζε τη Γαλλία, το Βέλγιο κ.λπ. Άρα το πρόβλημα γινόταν ευρωπαϊκό, με τάσεις να πάρει εκρηκτικές διαστάσεις.
Ο Γ. Παπανδρέου είχε αγωνιστεί, μέχρι τότε, να δημιουργηθεί ο μηχανισμός και ήταν οι Ευρωπαίοι που αντιδρούσαν. Μέχρι εκείνη την Παρασκευή, ξημερώματα, δεν είχαν βρεθεί τα χρήματα για να πληρωθεί το μεγάλο ελληνικό ομόλογο που έληγε ύστερα από έναν μήνα. Αποφάσισαν, λοιπόν, ότι ήρθε η ώρα να συγκροτηθεί, και μάλιστα τάχιστα, ο μηχανισμός στήριξης και να έχει ανακοινωθεί ότι η Ελλάδα που ήταν το πρώτο, μεγαλύτερο και πιο εμφανές πρόβλημα εντάσσεται σε αυτόν, ώστε τη Δευτέρα που θα άνοιγαν οι αγορές να έχει κατευναστεί το άσχημο κλίμα στις αγορές. Έτσι και έγινε.
Στη λήψη της απόφασης βοήθησε και η ανακοίνωση της Eurostat, την παραμονή της απόφασης (22.04.10) η οποία ανακοίνωσε ότι το ελληνικό έλλειμμα από 12,6% ανέβηκε στο 13,7%, με τη σημείωση ότι πλέον υπάρχει άριστη σχέση με την ΕΛΣΤΑΤ, αλλά και έναν αστερίσκο λόγω του κακού παρελθόντος και των ψευδών στοιχείων που έδινε η χώρα επί κυβέρνησης Καραμανλή.
Μετά την απόφαση, έγινε σύσκεψη μεταξύ του κ. Παπανδρέου και των συνεργατών του, για το πώς και πού θα γινόταν η ανακοίνωση. Κάποιος από τους συνεργάτες του πρωθυπουργού αναρωτήθηκε μήπως θα έπρεπε να αναβληθεί η επίσκεψη στο Καστελόριζο και η ανακοίνωση να γίνει από το Μέγαρο Μαξίμου. Η επ’ αυτού συζήτηση ήταν χλιαρή και κανένας δεν υποστήριξε την άποψη αυτή, ενώ ο κ. Παπανδρέου ήταν κάθετος: «θα ακολουθήσουμε το πρόγραμμά μας» είπε.
Αυτό είναι το διαδικαστικό μέρος της ιστορίας του Καστελόριζου. Η εκδοχή της φιέστας που διοργανώθηκε από τον Παπανδρέου είναι απολύτως ψευδής. Σήμερα, υποστηρίζεται μόνο από άσχετους, ανιστόρητους και εμπαθείς δημοσιογράφους, οι οποίοι έχουν προσωπικούς λόγους να επιμένουν ή έχουν εντολές από τα αφεντικά τους να το κάνουν.
Τα «Νέα», πάντως, του Στ. Ψυχάρη συμπορεύθηκαν με αυτό το ψεύδος όλο το προηγούμενο διάστημα, χθες, στο θέμα τους για το Καστελόριζο, εγκατέλειψαν τον μύθο και δεν έκαναν καμία αναφορά σε αυτόν. Αντιθέτως αναφέρθηκαν στις ευθύνες του Κ. Καραμανλή και των συνεργατών του, που οδήγησαν τη χώρα στο χείλος της καταστροφής.
Ο Στ. Ψυχάρης γνώριζε από την αρχή ότι τα πράγματα δεν έγιναν σύμφωνα με τον μύθο, αλλά, για λόγους που δεν είναι του παρόντος, τον υιοθέτησε και τον επέβαλε σε όλον τον ΔΟΛ. Προκύπτει μια απορία: Γιατί το αφεντικό του ΔΟΛ άφησε τα «Νέα» να προσεγγίσουν το θέμα με αυτόν τον τρόπο; Κανένας δεν μπορεί να πει με σιγουριά. Το βέβαιο είναι ότι ο μύθος έχει σταματήσει να πουλά και στο μεταξύ αλλάζει η στάση των απλών ανθρώπων απέναντι στον «αποδιοπομπαίο τράγο» της τελευταίας τετραετίας. Και στον ΔΟΛ έχουν ευαίσθητες κεραίες.
http://agenda-news.gr/
No comments:
Post a Comment