Γράφει η
Εκείνος ο χειμώνας του 1923-1924 ήταν πολύ βαρύς στην Θεσσαλονίκη....
Η ανταλλαγή ήταν εξίσου οδυνηρή και για τους ανθρώπους της άλλης πλευράς. Ο μουφτής του Λαγκαδά Θεσσαλονίκης κάνει έκκληση στην διάσκεψη της Λωζάννης να εξαιρεθούν από την ανταλλαγή δηλώνοντας: «Εμείς οι μουσουλμάνοι ποτέ δεν θα δεχτούμε αυτή την ανταλλαγή και δηλώνουμε ότι είμαστε ευχαριστημένοι με την ελληνική μας κυβέρνηση». Κανένας από τους τούρκους δεν θέλει να φύγει και χίλιοι Τουρκοκρητικοί που έφυγαν οικειοθελώς από την Κρήτη στην Σμύρνη, έκαναν συνεχή διαβήματα στην ελληνική κυβέρνηση ζητώντας να γυρίσουν πίσω. Δεν έλειπαν οι εκατοντάδες τούρκων που ζητούσαν να βαπτιστούν χριστιανοί και να παραμείνουν εδώ, ούτε όμως αυτό έγινε αποδεκτό.
Στα τέλη του 1923 και στις αρχές του 1924 οι πρόσφυγες και οι Μουσουλμάνοι αναγκάστηκαν να συμβιώσουν μερικούς μήνες –σε μερικές περιπτώσεις και για έναν χρόνο- σε πολλά χωριά της Μακεδονίας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι καθυστέρησε η εκτέλεση της συνθήκης ανταλλαγής . Σε ένα βαθμό ευθύνεται η ίδια η Τουρκία ,η οποία επέμενε να αναλάβει μόνη της για λόγους εθνικής περηφάνιας την μεταφορά των ανθρώπων αυτών.
Στο διάστημα αυτό μοιράστηκαν το στάρι, την μπουκιά το ψωμί ,τον φόβο για τις νέες τους πατρίδες, την ελπίδα για μια καλύτερη ζωή, τον ανθρώπινο πόνο. Οι μουσουλμάνοι βλέπουν να χάνουν τα σπίτια τους ,τους χώρους λατρείας τους ,την πατρίδα τους ,την ζωή τους. Οι δικοί μας τα είχαν χάσει ήδη όλα αυτά και διεκδικούν μια νέα ζωή ,λαχταρούν να ζήσουν πια φυσιολογικά , να ριζώσουν . Το παράξενο της ιστορίας είναι ότι αυτή η συμβίωση των δυο πλευρών όχι μόνον δεν ήταν τραυματική, αλλά ο αποχωρισμός έγινε με δάκρυα και πόνο. Σφυρηλατήθηκαν ισχυροί φιλικοί δεσμοί ,οι τούρκοι μιλούσαν ελληνικά και οι δικοί μας τουρκικά καλύτερα από αυτούς.
Δυστυχώς αντιμετωπίζονται και αυτοί σαν εμπορεύματα και όχι σαν άνθρωποι. Η Ελλάδα θέλει να τους ξεφορτωθεί ,η Τουρκία δεν θέλει να τους πάρει.
Οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Μακεδονίας κατέληγαν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης ,όπου έφταναν με τρένα από το Αμύνταιο και την Βέροια. Η επιχείρηση έγινε κάτω από το βλέμμα της Τουρκίας .Σύμφωνα με την συνθήκη της Λωζάννης είχε συσταθεί μεικτή επιτροπή Ελλήνων, Τούρκων και ουδέτερων ,η οποία επέβλεπε τις συνθήκες αναχώρησης των Μουσουλμάνων, καθώς και τα ζητήματα του οικονομικού σκέλους.
Στην Θεσσαλονίκη στήθηκαν σκηνές μέχρι να αναχωρήσουν. Εμβολιάστηκαν όλοι για να αποφευχθούν τα κρούσματα τύφου ,αλλά παρόλα αυτά ξέσπασε χολέρα το 1924 και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να καθυστερήσει η αναχώρησή της ακόμα περισσότερο. Εκείνος ο χειμώνας του 1923-1924 ήταν πολύ βαρύς στην Θεσσαλονίκη. Οι συνθήκες αναχώρησης των μουσουλμάνων και οι συνθήκες άφιξης των Ελλήνων γίνονταν κάτω από πολύ δύσκολες καιρικές συνθήκες. Όσοι δικοί μας κατέπλεαν στο λιμάνι έβλεπαν με μισό μάτι τους τούρκους να αναχωρούν με όλα τα κινητά περιουσιακά τους στοιχεία, ακόμα και τα ζώα τους ,ενώ αυτοί ήρθαν με την ψυχή στο στόμα και τα κουρέλια που κάποτε ήταν ρούχα.
Έτσι καταχείμωνα τον Δεκέμβριο του 1924 σαλπάρουν οι πρώτες καραβιές για την Τουρκία. Ο βαρύς εκείνος χειμώνας δυσκόλεψε πολύ την άφιξη τους εκεί. Μόλις πάτησαν το πόδι τους στην νέα τους πατρίδα τους χώρισαν σε τρεις κατηγορίες :καλλιεργητές καπνού, φρούτων και λαχανικών και καλλιεργητές ελαιόδεντρων και αμπελιών. Τους εγκατέστησαν στις περιοχές από τις οποίες έφυγαν οι δικοί μας ,χωρίς να τους ρωτήσουν σε ποιες περιοχές προτιμούσαν να εγκατασταθούν . Οι 400 χιλιάδες μουσουλμάνοι ήταν οι περισσότεροι απλοί άνθρωποι, θύματα και αυτοί των ιστορικών εξελίξεων.
Η προσαρμογή τους στην νέα τους πατρίδα δεν ήταν καθόλου εύκολη. Τους περίμεναν και αυτούς-όπως τους δικούς μας εδώ-τα λοιμοκαθαρτήρια πρώτα και στην συνέχεια να μετατραπούν με πολύ επώδυνο τρόπο σε τούρκους πολίτες. Οι δικοί τους τούρκοι τους αντιμετώπισαν πολύ εχθρικά .Οι ντόπιοι είχαν τα δικά τους τζαμιά ,οι νεοφερμένοι τα δικά τους. Έπαιρναν νερό από διαφορετικές βρύσες, δεν είχαν κοινωνικές επαφές ,δεν έκαναν επιγαμίες. Οι παλιοί κάτοικοι δεν ήθελαν τους νέους στις θρησκευτικές τους τελετές με το πρόσχημα ότι δεν χωράνε στο τζαμί. Το επίθετο «Ελληνόσποροι»τους ακολουθούσε για πολλά χρόνια. Τους αποκαλούσαν υποτιμητικά «μουσουλμάνους του Αλή πασά» και η διαδικασία της ένταξής τους ήταν πολύ επίπονη. Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια ,να φτάσουμε στην δεκαετία του 50, για να γίνουν κάπως αποδεκτοί, να γίνουν γάμοι ,να αρχίσει η κοινωνική τους ενσωμάτωση. Οι σχέσεις εξομαλύνθηκαν ,οι πληγές μαλάκωσαν στην δεκαετία του 70.
Για περισσότερα από 50 χρόνια οι μουσουλμάνοι της Ελλάδας έζησαν στην νέα τους Πατρίδα σαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας ,έγιναν και αυτοί μετανάστες στην Γερμανία ,όπως οι δικοί μας πρόσφυγες . Οι δικοί μας έλεγαν η «πατρίδα» για τον τόπο που άφησαν πίσω τους, οι μουσουλμάνοι έλεγαν «μεμλεκέτ»,δυο λέξεις το ίδιο φορτισμένες συναισθηματικά , κουβαλάνε τον ίδιο πόνο, τα ίδια δάκρυα, τις ίδιες αναμνήσεις. Οι άνθρωποι είναι το ίδιο ,πέρα από θρησκείες ,πάνω από διαφορές τους συνδέουν κάποια μυστικά νήματα ,τα οποία δεν μπορούν να κόψουν οι εθνικές διαφορές, τα συμφέροντα και οι πολιτικοί.
«Σεφκιέτ !Δε με γνωρίζεις τζάνεμ; Χρόνια τρυγήσαμε μαζί γέλιο και δάκρυ .Νε απίορ,Σεφκιέτ!Σεφκιέτ!Θερία γενήκαμε .Μαχαιρώσαμε, κάψαμε τις καρδιές μας, άδικα.
Τόσα φαρμάκια, τόση συφορά κι εμένα ο νους μου να γυρίσει θέλει πίσω στα παλιά ! Να ήταν ,λέει ,ψέμα όλα όσα περάσαμε ,και να γυρίζαμε τώρα δα στη γη μας ,στους μπαξέδες μας ,στα δάση μας με τις καρδερίνες ,τις κάργες και τα πετροκότσυφα ,στα περιβόλια μας με τις μαντζουράνες και τις ανθισμένες κερασιές ,στα πανηγύρια μας με τις όμορφες….
Αντάρτη του Κιορ Μεμέτ ,χαιρέτα μου τη γη όπου μας γέννησε, Σελάμ σοιλέ…..έχε γεια Ανατολία !Ας μη μας κρατάει κακία που την ποτίσαμε μ αίμα. Καχρ ολσούν σεμπέτ ολανλαρ! Ανάθεμα τους αίτιους.
Μανόλης Αξιώτης ,αφηγητής στο μυθιστόρημα της Διδώς Σωτηρίου «Ματωμένα Χώματα».
(απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλιο μου Γ.Ι.)
ΓΙΏΤΑ ΙΩΑΚΕΙΜΙΔΟΥ ΦΙΛΌΛΟΓΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ |
Εκείνος ο χειμώνας του 1923-1924 ήταν πολύ βαρύς στην Θεσσαλονίκη....
Η ανταλλαγή ήταν εξίσου οδυνηρή και για τους ανθρώπους της άλλης πλευράς. Ο μουφτής του Λαγκαδά Θεσσαλονίκης κάνει έκκληση στην διάσκεψη της Λωζάννης να εξαιρεθούν από την ανταλλαγή δηλώνοντας: «Εμείς οι μουσουλμάνοι ποτέ δεν θα δεχτούμε αυτή την ανταλλαγή και δηλώνουμε ότι είμαστε ευχαριστημένοι με την ελληνική μας κυβέρνηση». Κανένας από τους τούρκους δεν θέλει να φύγει και χίλιοι Τουρκοκρητικοί που έφυγαν οικειοθελώς από την Κρήτη στην Σμύρνη, έκαναν συνεχή διαβήματα στην ελληνική κυβέρνηση ζητώντας να γυρίσουν πίσω. Δεν έλειπαν οι εκατοντάδες τούρκων που ζητούσαν να βαπτιστούν χριστιανοί και να παραμείνουν εδώ, ούτε όμως αυτό έγινε αποδεκτό.
Στα τέλη του 1923 και στις αρχές του 1924 οι πρόσφυγες και οι Μουσουλμάνοι αναγκάστηκαν να συμβιώσουν μερικούς μήνες –σε μερικές περιπτώσεις και για έναν χρόνο- σε πολλά χωριά της Μακεδονίας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι καθυστέρησε η εκτέλεση της συνθήκης ανταλλαγής . Σε ένα βαθμό ευθύνεται η ίδια η Τουρκία ,η οποία επέμενε να αναλάβει μόνη της για λόγους εθνικής περηφάνιας την μεταφορά των ανθρώπων αυτών.
Στο διάστημα αυτό μοιράστηκαν το στάρι, την μπουκιά το ψωμί ,τον φόβο για τις νέες τους πατρίδες, την ελπίδα για μια καλύτερη ζωή, τον ανθρώπινο πόνο. Οι μουσουλμάνοι βλέπουν να χάνουν τα σπίτια τους ,τους χώρους λατρείας τους ,την πατρίδα τους ,την ζωή τους. Οι δικοί μας τα είχαν χάσει ήδη όλα αυτά και διεκδικούν μια νέα ζωή ,λαχταρούν να ζήσουν πια φυσιολογικά , να ριζώσουν . Το παράξενο της ιστορίας είναι ότι αυτή η συμβίωση των δυο πλευρών όχι μόνον δεν ήταν τραυματική, αλλά ο αποχωρισμός έγινε με δάκρυα και πόνο. Σφυρηλατήθηκαν ισχυροί φιλικοί δεσμοί ,οι τούρκοι μιλούσαν ελληνικά και οι δικοί μας τουρκικά καλύτερα από αυτούς.
Δυστυχώς αντιμετωπίζονται και αυτοί σαν εμπορεύματα και όχι σαν άνθρωποι. Η Ελλάδα θέλει να τους ξεφορτωθεί ,η Τουρκία δεν θέλει να τους πάρει.
Οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Μακεδονίας κατέληγαν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης ,όπου έφταναν με τρένα από το Αμύνταιο και την Βέροια. Η επιχείρηση έγινε κάτω από το βλέμμα της Τουρκίας .Σύμφωνα με την συνθήκη της Λωζάννης είχε συσταθεί μεικτή επιτροπή Ελλήνων, Τούρκων και ουδέτερων ,η οποία επέβλεπε τις συνθήκες αναχώρησης των Μουσουλμάνων, καθώς και τα ζητήματα του οικονομικού σκέλους.
Στην Θεσσαλονίκη στήθηκαν σκηνές μέχρι να αναχωρήσουν. Εμβολιάστηκαν όλοι για να αποφευχθούν τα κρούσματα τύφου ,αλλά παρόλα αυτά ξέσπασε χολέρα το 1924 και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να καθυστερήσει η αναχώρησή της ακόμα περισσότερο. Εκείνος ο χειμώνας του 1923-1924 ήταν πολύ βαρύς στην Θεσσαλονίκη. Οι συνθήκες αναχώρησης των μουσουλμάνων και οι συνθήκες άφιξης των Ελλήνων γίνονταν κάτω από πολύ δύσκολες καιρικές συνθήκες. Όσοι δικοί μας κατέπλεαν στο λιμάνι έβλεπαν με μισό μάτι τους τούρκους να αναχωρούν με όλα τα κινητά περιουσιακά τους στοιχεία, ακόμα και τα ζώα τους ,ενώ αυτοί ήρθαν με την ψυχή στο στόμα και τα κουρέλια που κάποτε ήταν ρούχα.
Έτσι καταχείμωνα τον Δεκέμβριο του 1924 σαλπάρουν οι πρώτες καραβιές για την Τουρκία. Ο βαρύς εκείνος χειμώνας δυσκόλεψε πολύ την άφιξη τους εκεί. Μόλις πάτησαν το πόδι τους στην νέα τους πατρίδα τους χώρισαν σε τρεις κατηγορίες :καλλιεργητές καπνού, φρούτων και λαχανικών και καλλιεργητές ελαιόδεντρων και αμπελιών. Τους εγκατέστησαν στις περιοχές από τις οποίες έφυγαν οι δικοί μας ,χωρίς να τους ρωτήσουν σε ποιες περιοχές προτιμούσαν να εγκατασταθούν . Οι 400 χιλιάδες μουσουλμάνοι ήταν οι περισσότεροι απλοί άνθρωποι, θύματα και αυτοί των ιστορικών εξελίξεων.
Η προσαρμογή τους στην νέα τους πατρίδα δεν ήταν καθόλου εύκολη. Τους περίμεναν και αυτούς-όπως τους δικούς μας εδώ-τα λοιμοκαθαρτήρια πρώτα και στην συνέχεια να μετατραπούν με πολύ επώδυνο τρόπο σε τούρκους πολίτες. Οι δικοί τους τούρκοι τους αντιμετώπισαν πολύ εχθρικά .Οι ντόπιοι είχαν τα δικά τους τζαμιά ,οι νεοφερμένοι τα δικά τους. Έπαιρναν νερό από διαφορετικές βρύσες, δεν είχαν κοινωνικές επαφές ,δεν έκαναν επιγαμίες. Οι παλιοί κάτοικοι δεν ήθελαν τους νέους στις θρησκευτικές τους τελετές με το πρόσχημα ότι δεν χωράνε στο τζαμί. Το επίθετο «Ελληνόσποροι»τους ακολουθούσε για πολλά χρόνια. Τους αποκαλούσαν υποτιμητικά «μουσουλμάνους του Αλή πασά» και η διαδικασία της ένταξής τους ήταν πολύ επίπονη. Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια ,να φτάσουμε στην δεκαετία του 50, για να γίνουν κάπως αποδεκτοί, να γίνουν γάμοι ,να αρχίσει η κοινωνική τους ενσωμάτωση. Οι σχέσεις εξομαλύνθηκαν ,οι πληγές μαλάκωσαν στην δεκαετία του 70.
Για περισσότερα από 50 χρόνια οι μουσουλμάνοι της Ελλάδας έζησαν στην νέα τους Πατρίδα σαν πολίτες δεύτερης κατηγορίας ,έγιναν και αυτοί μετανάστες στην Γερμανία ,όπως οι δικοί μας πρόσφυγες . Οι δικοί μας έλεγαν η «πατρίδα» για τον τόπο που άφησαν πίσω τους, οι μουσουλμάνοι έλεγαν «μεμλεκέτ»,δυο λέξεις το ίδιο φορτισμένες συναισθηματικά , κουβαλάνε τον ίδιο πόνο, τα ίδια δάκρυα, τις ίδιες αναμνήσεις. Οι άνθρωποι είναι το ίδιο ,πέρα από θρησκείες ,πάνω από διαφορές τους συνδέουν κάποια μυστικά νήματα ,τα οποία δεν μπορούν να κόψουν οι εθνικές διαφορές, τα συμφέροντα και οι πολιτικοί.
«Σεφκιέτ !Δε με γνωρίζεις τζάνεμ; Χρόνια τρυγήσαμε μαζί γέλιο και δάκρυ .Νε απίορ,Σεφκιέτ!Σεφκιέτ!Θερία γενήκαμε .Μαχαιρώσαμε, κάψαμε τις καρδιές μας, άδικα.
Τόσα φαρμάκια, τόση συφορά κι εμένα ο νους μου να γυρίσει θέλει πίσω στα παλιά ! Να ήταν ,λέει ,ψέμα όλα όσα περάσαμε ,και να γυρίζαμε τώρα δα στη γη μας ,στους μπαξέδες μας ,στα δάση μας με τις καρδερίνες ,τις κάργες και τα πετροκότσυφα ,στα περιβόλια μας με τις μαντζουράνες και τις ανθισμένες κερασιές ,στα πανηγύρια μας με τις όμορφες….
Αντάρτη του Κιορ Μεμέτ ,χαιρέτα μου τη γη όπου μας γέννησε, Σελάμ σοιλέ…..έχε γεια Ανατολία !Ας μη μας κρατάει κακία που την ποτίσαμε μ αίμα. Καχρ ολσούν σεμπέτ ολανλαρ! Ανάθεμα τους αίτιους.
Μανόλης Αξιώτης ,αφηγητής στο μυθιστόρημα της Διδώς Σωτηρίου «Ματωμένα Χώματα».
(απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλιο μου Γ.Ι.)
No comments:
Post a Comment